28 Οκτωβρίου 1940 στη Ναύπακτο: Οι πρώτες στιγμές και οι ήρωες πεσόντες

Βομβαρδισμός. Το πρωί της Δευτέρας 28 Οκτωβρίου, η Ναύπακτος ζούσε για τρίτη ημέρα, το εξαήμερο παζάρι τον Αγίου Δημητρίου. Ξαφνικά ακούστηκαν από τη μεριά της Πάτρας βροντές εκρήξεων (από βόμβες ιταλικών αεροπλάνων) και φαινόταν ολόκληρη η πόλη πνιγμένη στούς καπνούς. Την τρίτη μέρα τον πολέμου στις 30 Οκτωβρίου, ένα από τα αεροπλάνα που άδειαζαν τις βόμβες τους στη Πάτρα, λοξοδρόμησε ως πάνω απ’ τον ‘Επαχτο, γιατί από μακριά είδε ένα μικρό φορτηγό πλοίο αραγμένο μπροστά στο Γρίμποβο. Πλησιάζοντας βλέπει τη συγκέντρωση τον κόσμου (λόγω τον παζαριού), τα ζώα της ζωοπανήγύρης και προφανώς νόμισε ότι ήταν εφοδιοπομπές. Έριξε, τρεις βόμβες. Η μία δεν πρόφτασε να φτάσει στην πόλη και έπεσε στη Θάλασσα. Η άλλη κοντά στο βράχο τον ΑΙ- Γιώργη, επάνω στη αραγμένη νεκροφόρα τον Δήμου (ήταν άμαξα, που την έσερναν άλογα). ‘Ενα όμως Θραύσμα της βόμβας κομμάτιασε το κεφάλι μιας γυναίκας (Λάμπρω, σύζυγος Μήτσου Κωστίνα). Η τρίτη έπεσε πίσω από την Βαρναράχη, σε μαντριά κοντά στη Βομβοκού. Το ίδιο βράδυ ο Ιταλικός ραδιοφωνικός σταθμός τον Μπάρι, στην ελληνική του εκπομπή, μετέδωσε, ότι: «στο λιμένα της Ναυπάκτου βυθίστηκε μεγάλο μεταγωγικό σκάφος, βομβαρδίστηκαν στρατιωτικές εγκατα-στάσεις και στρατόπεδο τον Ελληνικού στρατού».

Τα μαθήματα στα σχολεία σταμάτησαν. Κάθε φορά που ακούγονταν αεροπλάνα, όλοι οι κάτοικοι της πόλης έτρεχαν στα καταφύγια και τα ορύγματα, που επίτηδες είχαν ανοιχτεί εκείνη τη περίοδο σε πολλές αυλές. Κάτω απ’ την τάπια τον Μπότσαρη, στο υπόγειο της εκκλησίας τον Αγίου Δημητρίου είχαν ανοίξει δύο από τις επτά θόλους της πρόσοψης του, στα υπόγεια νέων και γερών σπιτιών. «Οι νέοι (γράφει ο Γιάννης Βαρδακουλάς) προτιμούσαν την παραλία, απ’ όπου ξαπλωμένοι αγναντεύαμε τον ουρανό». Ακόμα και η ταβέρνα τον Κοντόβλαχου, με τα μεγάλα βαρέλια γεμάτα κρασί, ήταν …καταφύγιο.

Και τα πειράγματα: «Κάποια μέρα χτύπησαν οι σειρήνες τη λήξη τον συναγερμού και ο Μπάρμπα-Πάνος Μπουρζούκας (Αρτινόπουλος) βλέπει τον Φώτη Κουλούρη να βγαίνει απ’ το στόμιο της μεγάλης θολωτής υπονόμου που κατέληγε στη Θάλασσα, δίπλα στο σπίτι του Ρέππα. Δεν τον άρεσε τον Μπαρμπα-Πάνου και επιτιμητικά φωνάζει μαλώνοντας τον Φώτη: «Ρε Φώτ’, δεν ντρέπεσαι μωρέ, μέσ’ στ’ βρώμα πήγες να χωθείς;» και ο Φώτης χωρίς καθόλου να στεναχωρηθεί απαντά: «Αμ’ Μπαρμπα-Πάνου μ’, καλύτερα σκαταλειμμένος παρά μπομπαρδισμένος»! Βενιζέλος Σιμιανόπουλος: Ο Παλιός ο ‘Επαχτος, ΑΘήνα 1990.

Υπήρχε ένα «αντιαεροπορικό παρατηρητήριο» πάνω στο κάστρο, που το στελέχωναν νεολαίοι φαλαγγίτες της ΕΟΝ και ήταν συνδεδεμένοι τηλεφωνικά με την χωροφυλακή. Ο διοικητής της Χωροφυλακής (που ήταν απέναντι από τον Άγιο- Δημήτριο) ήταν ο Ραπτάκης ή «Μπαμπόρδας» όπως τον έλεγαν οι λιμανιώτες. ‘Οταν τον ειδοποιούσαν ότι έρχονται αεροπλάνα, έβγαινε στο μπαλκόνι τον κτηρίου με το πιστόλι στο χέρι και φώναζε. -Αεράμυνααα… Αεράμυ-νααα… Συναγερμόοος… ‘Ετσι τον έμεινε το παρατσούκλι ο «Μπαμπόρδας»!

Στα λιοστάσια γύρω απ’ τη πόλη που έδιναν κάλυψη από τ’ αεροπλάνα, άρχισε να καταφθάνει και να σταματάει για λίγες ώρες ο στρατός μας, που πορευόταν προς το μέτωπο. ‘Ηταν κυρίως μονάδες της Πελοποννήσου (όπως ολόκληρο το Σύνταγμα Καλαμών, που έμεινε μία μέρα στο λιοστασι τον Πανοβενέτη). Περνούσαν νύχτα με καίκια στη Ναύπακτο και συνέχιζαν για την καΐκια απο τον Ψαθοπυργο και πήγαιναν στην Αλβανία με τα πόδια. “Ολοι οι κάτοικοι της περιοχής πήγαιναν και έδιναν στούς κατάκοπούς φαντάρους ό,τι υπήρχε πρόχείρο, σταφύλια, κυδώνια, αυγά και τηγανίτες.

Οι κοκορόφτεροι

Η αγωνία των πρώτων ημερών μεταλλάχτηκε σε κλίμα θριάμβου από την 14η Νοεμβρίου, όταν άρχισε η ελληνική αντεπίθεση. Η φιλελεύθερη ορμή τον Ρωμιού και η πολιτική ωριμότητα των Ιταλών, έδωσαν αυτή την απρόοπτη τροπή. «… Αι ημέτεραι δυνάμεις … μάχονται ήδη και εφ’ ολοκλήρου τον μετώπου, έξω τον πατρίου εδάφους…έπεσε η Ερσέκα…πήραμε το Λεσκοβίκι μπηκαμε στούς Αγίους Σαράντα…Λευτερώθηκε η Κορυτσά, η Μοσχόπολη, το Πρόγδαρετς, η Πρεμετή, το Δελβίνο το Αργυρόκαστρο..” Κάθε τόσο οι καμπάνες δονούσαν στον αέρα σε κάθε χαρμόσυνη ειδηση.

Μάλιστα για να γελοιοποιήσουν οι Γάλλοι τους Ιταλούς, στα γαλλοϊταλικά σύνορα τοποθέτησαν επιγραφές, που απευθύνονταν τάχα στους προελαύνοντες ‘Ελληνες που έγραφαν: «Ελληνες στοπ, εδώ αρχίζει το Γαλλικό έδαφος!».

Στις αρχές τον χειμώνα τον ’41, άρχισαν να περνούν όλο και πιο συχνά τα εγγλέζικα φορτηγά με εφόδια για το μέτωπο. Άρχισαν να φέρνουν και Ιταλούς αιχμαλώτους. Φαίνονταν σαν «μασκαράδες». Άλλοι σαν πελερίνες και άλλοι με φτερά στο κεφάλι τους! Και οι μεραρχίες τους είχαν στομφώδικα ονόματα. «Λύκοι της Τοσκάνης»! ‘Οταν περνούσαν (ακόμα και αργότερα, επί Ιταλικής Κατοχής) και ανέμιζαν τα φτερά στον αέρα μερικοί κακάριζαν, κι άλλοι μιμούνταν τον κόκορα με επιτηδειότητα τσίφτικη, γιατί το «κουκουρίκου» γίνεται με το λαιμό και τη μύτη -με το στόμα κλειστό-. Οι Ιταλοί, έκαναν πως δεν καταλάβαιναν. Πέρασε από την πόλη με προορισμό την Αθήνα, ολόκληρο το σύνταγμα «των Λύκων της Τοσκάνης» αιχ-μάλωτο από το στρατό μας. Οι Ναυπάκτιοι τους δέχτηκαν, οι πιο πολλοί, με οίκτο. Σταμάτησαν στο ξενοδοχείο «Απόλλων» (δίπλα στο πρώην ξενοδοχείο ΡΕΞ) για διανυκτέρεύση, με επικεφαλής τον συνταγματάρχη Μενεγκέτι. Κάποιος νεαρός έβγαλε κρυφά από το πέτο της αφημένης χλαίνης τον, τα δύο αλουμινένια αστέρια, για ενθύμιο. Ο συνταγματάρχης τον είδε και τον κοίταξε μ’ ένα αχνό, θλιμ-μένο χαμόγελο…

Κάποιο χειμωνιάτικο μεσημέρι τρία Ιταλικά βομβαρδιστικά FIAT επέστρεφαν στις βάσεις τους, περνώντας πάνω από τη Ναύπακτο. Ξαφνικά εμφανίστηκε ένα μικρό ελληνικό διπλάνο P.Z.L. (ΙΙεζεντέλ, τα έλεγαν) ατού άρχισε να πολυβολεί τα βομβαρδιστικά, κάνοντας ελιγμούς. ‘Ηταν κάποιος ατρόμητος ‘Ελληνας που τα κυνηγούσε και τα πρόλαβε πάνω από την Παλαιοπαναγιά. ‘Εριξε όλες και όλες, δυο ριπές στα αργά βομβαρδιστικά (ακούγονταν καθαρά στην Ναύπακτο). ‘Ενα από τα βομβαρδιστικά άρπαξε φωτιά και έπεσε, όπως είπαν μετά, στον Εύηνο. Οι επιβαίνοντες Ιταλοί πρόλαβαν, πήδησαν με αλεξίπτωτα και αφού τους συνέλαβε η Χωροφυλακή, τους παρέδωσε στο Μεσολόγγι.

Οι πεσόντες

Τα περισσότερα ονόματα είναι από το βιβλίο τον Χρήστου Αναγνωστού: Αναφορά στους πεσόντες Νανπάκτιους, ΑΘήνα 1999.

Ναύπακτος: Γιακουμής Χρ. Ιωάννης, Δροσόπουλος Γ. Αθανάσιος, Ζουλούμης Αλ. Ιωάννης, Καρβούνης Γεώργιος, Κατσώνης Αντ. Απόστολος, Κορομπίλης Νικ. Κωνσταντίνος, Κορομπίλης Χρ. Κων-σταντίνος, Κόττας Πετ. Νικόλαος, Μπλέρης Σπύρος, Μπρέλλης Νικ. Σπυρίδων, Παπαϊωάννου Γ. Βασίλειος, Παπανδρέου Δ. Γεώργιος, Πετσίνης Ι. Κωνσταντίνος, Πιάς Γεώργιος, Πλαστήρας Φίλιππος, Πολυμερόπονλος Κ. Βενιζέλος, Σιαμαντάς Χρήστος, Τζαβέλλας Λ. Κων/νος, Φούντας ΑΘ• Στέφανος.

Άγιος Δημήτριος: Αναγνωστός ΑΘ. Νικόλαος, Ζωργιός Ι. Χρήστος, Κακονίκος Αθ. Χρήστο, Κατσίφης Δ. Ιωαννης, Ρετσίνας Γ. Κωνσταντίνος, Σκύλαρης Αν. Βασίλειος.

Αβόρανη: Μώκος Β. Κωνσταντίνος.

Αμπελακιώτισσα: Πασχάλης Δ. Νικόλαος.

Αναβρυτή: Γκέκας Χ. Γεώργιος, Καλοκαίρης Ν. Ευάγγελος, Σιαμαντάς Γ. Χρήστος, Σταυρόπουλος Λ. Λουκάς, Τούμπανος Κ. Οδυσσέας.

Ανθόφυτο: Τσιλιγιάννης Αν. Ευθύμιος, Φούντζουλας Εναγ. Αθανάσιος.

Αντίρριο: Κουκάς Γ. Δημήτριος, Σίψας Δ. Ιωάννης.

Άνω Χώρα: Νικολόπουλος Κ. Ιωάννης, Πανουργιάς ‘Οθ. Σταύρος

Αράχωβα: Καρύδας Ν. Αθανάσιος, Πλάκας Αθ Νικόλαος.

Ασπριά: Αλτανόπονλος Ν. Αθανάσιος, Φούκας Γ. Δημήτριος.

Αχλαδόκαστρο: Αγγελάκης Ι. Λεωνίδας, Κουρελής Επ. Δημήτριος, Μαυρέλης Ι. Θεόδωρος, Τριανταφυλλάκης Κ. Ιωάννης, Χάσκαρης Γ. Νικόλαος.

Βασιλική: Κοντοχρήστος Δ. Ιωάννης, Παναγιωτόπουλος Αρ. Χρήστος.

Βομβοκού: Λαγαρός Ηλ. Ιωάννης, Τσούμαρης Π. Δημήτριος.

Γαυρολίμνη: Γαρμπής Ι. Γεράσιμος, Πατογιάννης Αθ. Ιωάννης.

Γαύρος: Αθανασόπουλος Β. Σπυρίδων

Γραμμένη Οξυά: Αναστασίου Γ. Νικόλαος, Γεωργίου Εναγ. Ευστάθιος.

Γρηγόρι: Χορμόβας Δ. Νικόλαος.

Δενδροχώρι: Πανούσος Χαραλ. Χαρίλαος.

Διασελλάκι: Καραγιάννης Αθ. Αριστείδης.

Δορβιτσά: Μακρής Αθ. Ιωάννης, Μακρής Αθ. Χαράλαμπος.

Ελατόβρυση: Λάμπος Β. Γεώργιος, Πιάς Ν. Γεώργιος, Μπίμπας Γ. Κωνσταντίνος, Χασάνης Κ. Δημήτριος.

Ελατού: Παπαδόπουλος Ι. Χαράλαμπος.

Ελευθέριανη: Ζωιτός Ζ. Δημήτριος, Νικολόπουλος Γ. Κωνσταντίνος.

Καλλονή: Διαμαντόπουλος Ν. Ιωάννης, Σφυρής Κ. Γεώργιος.

Καστανιά: Λέλος Κ. Βασίλειος.

Καταφύγιο: Μανωλόπουλος Φ. Σπυρίδων.

Κλεπά: Αναγνωστόπουλος Κ. Ταξιάρχης, Ζαβέρδας Σ. Δημήτριος.

Κρυονέρια. Πελέκης Χριστ. Βασίλειος, Πέτρου Ν. Χρήστου, Στραβοδήμος Περ. Αλέξανδρος, Τσαγκρινός Ιωάννης

Κυδωνιά:  Μακρής Ι. Νικόλαος.

Λεύκα: Χαλαντζίκος Γ. Κωνσταντίνος.

Λιμνίστα: Ασημακόπουλος Δ. Ασημάκης.

Μαμουλάδα: Χοχτούλας Γ. Δημήτριος, Χοχτούλας Ευαγ. Ιωάννης.

Μανδρινή: Λέλος Γ. Σπυρίδων, Ρήγας Ο. Δημήτριος.

Παλαιόπυργος: Αποστολάκης Ν. Ανδρέας, Κωτσόπουλος Λ. Χρήστος, Μίχος Διον. Χρήστος, Παπασούλης Κ. Γεώργιος, Σωτηρόπουλος Κ. Χρήστος.

Παλαιοχωράκι: Ζώης Π. Ιωάννη.

Περδικόβρυση: Ανδρεόπουλος Ν. Παναγιώτης, Ασημάκης Ντ. Αλέξανδρος, Χριστόπουλος Δ. Αθανάσιος.

Περίστα: Μαυρίκης Τρ. Βασίλειο, Μαυρίκης Γ. Κωνσταντίνος, Χατζηνικολάου Γ. Αλέξιο, Χατζηνικολάου Γ. Κων/νος.

Πέρκος: Καραγιάννης Αθ. Νικόλαος, Μπουρτσάλας Γ. Δημήτριος.

Πλάτανος: Κοριντζέλης Ν. Κωνσταντίνος, Τσίπουρας Αθ. Μιχαήλ, Χολέβας Ν. Γεώργιος.

Ριγάνι: Γουπιος Λ. Κωνσταντίνος, Καλογερής Κ. Βασίλειος, Μεσίρης Ν. Βασίλειος, Πολύδωρος Κ. Αγησίλαος, Σακκούλης Ι. Κωνσταντίνος, Σακκούλης Α. Παναγιώτης, Σταυρόπουλος Στ. Χρήστος, Ταμπάκης Αθ. Δημήτριος.

Ρίζα: Γίδας Ι. Κωνσταντίνος.

Σίμου: Ζωιτάκης Αν. Γεώργιος, Τσούμαρης Κ Λεωνίδας.

Σιτίστα(Γραμμένη Οξυά): Μήτσου ή Μητσόπουλος Β. Δημήτριος.

Σκάλα: Ρήγας Παντ. Παναγιώτης.

Στύλια: Ζησιμόπουλος Σπ. Αθανάσιος.

Στράνωμα: Κουρελής Κ. Νικόλαος, Λάμπος Κ. Αθανάσιος, Πασπαλιάς Ι. Αθανάσιος, Τσόρτσης Β. Κωνσταντίνος.

Τερψιθέα: Τσαντίλης Χρ. Βασίλειος, Τσελέκης Χρ. Βασίλειος, Φινινής Αριστ. Ηλίας.

Φαμήλα: Ζάκας Αριστ. Σωτήριος, Παπαδημητρίου Κ. Ανδρέας, Σίνης Δ. Χαράλαμπος.

Από το βιβλίο του Γιάννη Ράπτη: »Συμβολή στην Ιστορία της Ναυπακτίας»

Φωτο:Άνοιξη 1941. Στρατιωτική καρτ-ποστάλ των Ές-Ές με θέμα το λιμάνι της Ναυπάκτου. Η λεζάντα στα γερμανικά, «Postcard Waffen SS, Der Sprung über den Golf von Patras, Ionisches Meer, II. WK». Πηγή, δημοπρασία παλαιοπωλείου στο ebay.(ΑΛΕΞΙΟΣ ΚΑΤΕΦΙΔΗΣ)

e-nafpaktia.gr