Αλλαγή Οικονομικού Υποδείγματος

Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ανέδειξε δομικές αδυναμίες και προβλήματα που σχετίζονται με την διάρθρωση της παραγωγικής μας βάσης, την λειτουργία των διοικητικών δομών, την ποιότητα των θεσμών και γενικότερα με την οργάνωση του κράτους. 

Η παραγωγική βάση της ελληνικής οικονομίας, η οποία συγκροτείται σχεδόν αποκλειστικά από μικρομεσαίες επιχειρήσεις, χαρακτηρίζεται από την έλλειψη επενδυμένου κεφαλαίου στην βιομηχανική παραγωγή και την υψηλή τεχνολογία, την απουσία διασύνδεσης του εκπαιδευτικού συστήματος με την αγορά εργασίας και  την υποχρηματοδότηση σε έρευνα και καινοτομία. 

Οι κρατικές δομές λειτουργώντας ως πελατειακά δίκτυα, διατηρούν υψηλό κόστος λειτουργίας, χαμηλή παραγωγικότητα και μέτριας ποιότητας υπηρεσίες. 

Οι θεσμοί διέπονται από μια εθιμική χαλαρότητα και είναι προσαρμοσμένοι στο «δίκαιο» της προσωπικής σχέσης, της συμπάθειας και της ανταλλαγής συμφερόντων. 

Σε αυτό το πλαίσιο, είναι αυτονόητο, ότι η μικρομεσαία επιχείρηση από μόνη της, όταν αυτή μάλιστα δραστηριοποιείται σε συμβατικούς τομείς της οικονομικής δραστηριότητας, δεν μπορεί να διαμορφώσει μακροπρόθεσμα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε μια εθνική οικονομία.

Το αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω, είναι ένα χρεοκοπημένο αναπτυξιακό υπόδειγμα. 

Το χρεοκοπημένο αυτό αναπτυξιακό υπόδειγμα, παρέτεινε χρονικά την οικονομική κρίση στην Ελλάδα και ταυτόχρονα την εμβάθυνε ποιοτικά.

Η υψηλή ανεργία, το τραπεζικό σύστημα που αδυνατεί να χρηματοδοτήσει την αγορά, η έλλειψη ρευστότητας σε επιχειρήσεις, επιχειρηματίες, μισθωτούς και συνταξιούχους, το υψηλό δημόσιο χρέος που δεν επιτρέπει αυξημένες δημόσιες επενδύσεις και δαπάνες και φυσικά η αδυναμία άσκησης νομισματικής πολιτικής, έχουν δημιουργήσει στην μικροοικονομία, δηλαδή τη ζώσα επιχειρηματική και καταναλωτική καθημερινότητα, ένα οικονομικό έμφραγμα το οποίο δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με δράσεις και μέτρα που υπεραποδίδουν μόνο στον τομέα της επικοινωνίας.

Η βελτίωση του οικονομικού κλίματος και η θετική ψυχολογία της αγοράς από τα πρώτα φορολογικά μέτρα και την εμφατική ρητορική περί ανάπτυξης, θα εξαντλήσει γρήγορα τα όρια της, χωρίς νέα ρευστότητα.

Η τόνωση της αγοράς, η οποία περνάει κυρίως μέσα από την χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας και της κατανάλωσης, μοιάζει βραχυπρόθεσμα πολύ δύσκολη, καθώς τόσο το τραπεζικό σύστημα όσο και το Ελληνικό δημόσιο, δεν έχουν την απαιτούμενη ρευστότητα, καθώς και την ελευθερία κινήσεων να το πράξουν.

Τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού του ελληνικού δημοσίου, το σχέδιο Ηρακλής για την χρηματοδότηση των τραπεζών, οι προσπάθειες να ξεκινήσουν άμεσα συμβολικές επενδύσεις όπως το Ελληνικό, οι συζητήσεις για την επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα και την μείωση των πλεονασμάτων του προϋπολογισμού, διαμορφώνουν ένα θετικό πλαίσιο, το οποίο όμως θα χάσει την όποια δυναμική του, εάν μείνει ανέγγιχτο το υπόδειγμα της οικονομικής μας ανάπτυξης, η λειτουργία των θεσμών και η οργάνωση του κράτους.

Αυτή άλλωστε είναι και η μεγάλη πρόκληση.

Δομικές αλλαγές που θα αλλάξουν ταυτόχρονα, τις άυλες και υλικές υποδομές, διαμορφώνοντας το νέο υπόδειγμα μιας οικονομίας ισχυρής, ανθεκτικής και βιώσιμης.  

 

Νίκος Καραγιάννης

Λογιστής  

MBA Διοίκηση Επιχειρήσεων