Επίσκεψη και ομιλία Δ. Κωνσταντόπουλου στη Κύπρο με την Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων

Επίσημη επίσκεψη Διακομματικής Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής, αποτελούμενη από τον Πρόεδρό της κ. Δημήτριο Σεβαστάκη (ΣΥ.ΡΥΖ.Α) και τα μέλη κα Μαρία Αντωνίου (Νέα Δημοκρατία) και κ. Δημήτρη Κωνσταντόπουλο (Δημοκρατική Συμπαράταξη), πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία στις 16 & 17 Απριλίου 2019, κατόπιν προσκλήσεως του προέδρου της Επιτροπής Παιδείας & Πολιτισμού της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας κ. Κυριάκου Χατζηγιάννη.

Κατά την επίσκεψη, διεξήχθη κοινή συνεδρίαση των δυο Επιτροπών, παρουσία και του Προέδρου της Β.τ.Α κ. Δημήτρη Συλλούρη καθώς και εκπροσώπων του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, φορέων, δημόσιων και ιδιωτικών πανεπιστημίων της Κύπρου και φοιτητών.

Την αντιπροσωπεία της Βουλής των Ελλήνων, συνόδευε επίσης ο Πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο κ. Ηλίας Φωτόπουλος.

Η συνεδρίαση αποτέλεσε τη συνέχεια σειράς συναντήσεων στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου Συνεργασίας μεταξύ της Βουλής των Ελλήνων και της Βουλής των Αντιπροσώπων και της σχετικής συμφωνίας που έγινε τον Φεβρουάριο του 2009 μεταξύ των εν λόγω Επιτροπών, που προνοεί για την ανταλλαγή επισκέψεων μεταξύ τους πάνω σε τακτική βάση.

Ειδικότερα, η ανταλλαγή απόψεων που έγινε αφορούσε, μεταξύ άλλων, στην εκπαίδευση στα όρια της Ευρώπης, στους μορφωτικούς προσανατολισμούς, στις εκπαιδευτικές στρατηγικές, στις κοινές δράσεις για την προστασία της ελληνικής γλώσσας και στην ανάπτυξη του ελληνικού πολιτισμού, στη συνεργασία στους τομείς της έρευνας/καινοτομίας και του ψηφιακού μετασχηματισμού, στα προβλήματα Κυπρίων/Ελλαδιτών φοιτητών που διαμένουν στην Ελλάδα/Κύπρο, στις μεταρρυθμίσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στην Ελλάδα και στον επηρεασμό Κυπρίων φοιτητών.

Επίσης, θίχθηκαν χρόνια και επίκαιρα προβλήματα (εκπαιδευτικά προγράμματα, ακτοπλοϊκή σύνδεση δύο χωρών, Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην Κύπρο, ισοτιμία φοιτητών πάσων στις δύο χώρες, λειτουργία ΔΟΑΤΑΠ) και προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις και κοινές συνέργειες στο μέλλον στο χώρο της εκπαίδευσης και του πολιτισμού.

Οι κ.κ. Δ. Σεβαστάκης, Μ. Αντωνίου και Δ. Κωνσταντόπουλος έθεσαν στις παρεμβάσεις τους τη διαφορά των μοντέλων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε Ελλάδα και Κύπρο, το ισχύον καθεστώς (νομοθεσία και λειτουργία) στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και την ανάγκη συμπόρευσης των δύο χωρών, ώστε να αναδειχθούν από κοινού σε έναν παγκόσμιο εκπαιδευτικό κόμβο.

Μετά το πέρας των εργασιών, υιοθετήθηκε κοινή δήλωση των δύο επιτροπών, όπου μεταξύ άλλων ανακοινώθηκε η απόφαση σύστασης «Μεικτής Συντονιστικής Επιτροπής» για κοινές δράσεις/θεματικές και χάραξη προτεραιοτήτων στον τομέα της εκπαίδευσης.

Επίσης, κατά τη διάρκεια τις παραμονής τους στη Κύπρο οι Έλληνες βουλευτές πραγματοποίησαν επίσκεψη στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, όπου εκεί συναντήθηκαν με τον Πρύτανη κ. Τ. Χριστοφίδης και ξεναγήθηκαν στο Κέντρο Αριστείας για Έρευνα & Καινοτομία «ΚΟΙΟΣ» καθώς και στο κέντρο πληροφόρησης – βιβλιοθήκη «Στέλιος Ιωάννου».

 

Ολόκληρη η τοποθέτησή μου στην κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών

Αγαπητοί συνάδελφοι, Κυρίες και Κύριοι,

Αισθάνομαι ιδιαίτερη χαρά, συγκίνηση και τιμή που μου δίνεται η ευκαιρία να επισκεφθώ την Κύπρο και να συμμετάσχω σε εργασίες της Κυπριακής Βουλής.

Ελλάδα και Κύπρος έχουν τον ισχυρότερο δεσμό όλων, δεσμό αίματος.

Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, οι λαοί μας δοκιμάστηκαν από την οικονομική κρίση και επακόλουθα από την υψηλή ανεργία και την διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής.

Αντέξαμε, Έλληνες και Κύπριοι. Γι’ αυτό δεν πρέπει να λησμονούμε ότι στο συνεχώς μεταβαλλόμενο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, οι κοινές μας ρίζες, οι σχέσεις φιλίας και συνεργασίες μεταξύ των λαών μας είναι η μεγάλη μας δύναμη. Και πρέπει να είναι και η αφετηρία μας για το πως υπηρετούμε τους μεγάλους στρατηγικούς στόχους μας.

Πρόσφατα, τα δυο Κοινοβούλια, Ελλάδας και Κύπρου μέσα από μια μακρά συνεγασία προχώρησαν στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων τόμων του Φακέλου της Κύπρου.

Σαράντα πέντε χρόνια μετά την τραγωδία του 1974, έχουμε πρόσβαση στην ιστορική αλήθεια για το χουντικό πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή, τις συνέπειες της οποίας υφίσταται ακόμη ο Κυπριακός λαός.

Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, τα μηνύματά μας προς την Τουρκία, τόσο ως αυτάδελφες χώρες αλλά και ως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρειάζεται να είναι ευανάγνωστα και ξεκάθαρα.

Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας εξαρτάται από τέσσερις καταλυτικούς παράγοντες.

Ο πρώτος, είναι η επίλυση του Κυπριακού. Ο τερματισμός της κατοχής και η διαμόρφωση μιας λύσης λειτουργικής και βιώσιμης.

Είναι ζήτημα δημοκρατικής τάξης. Είναι υποχρέωση της διεθνούς κοινότητας για την ειρήνη στην περιοχή.

Να καταστεί η Κύπρος ένα επανενωμένο κράτος, με πλήρη κυριαρχία, πλήρη ανεξαρτησία και εδαφική ακεραιότητα. Απαλλαγμένο από ξένα κατοχικά στρατεύματα και μονομερή «δικαιώματα» επέμβασης τρίτων χωρών. Αποτελεί εθνική θέση ανεξαρτήτως των πολιτικών και ιδεολογικών προτιμήσεων.

Αυτονόητη προϋπόθεση για ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για ένα κράτος-μέλος των Ηνωμένων Εθνών.

Ο δεύτερος καταλυτικός παράγοντας, η εξέλιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων, η άρση των απειλών, η αλλαγή της κατάστασης στο Αιγαίο.

Η Τουρκία, τα τελευταία χρόνια, επιθυμεί να δημιουργήσει μια κρίση στο Αιγαίο.

Να εδραιώσει στη διεθνή κοινότητα ότι η θαλάσσια περιοχή είναι αμφισβητούμενης κυριαρχίας.

Αντιστρατεύεται το Διεθνές Δίκαιο για να δημιουργήσει «τετελεσμένα» στη θαλάσσια οριοθέτηση.

Τόσο στο ζήτημα των ερευνών υδρογονανθράκων στην Κυπριακή ΑΟΖ, όσο και στα ζήτημα των συνόρων της Ελλάδας, που είναι σαφώς καθορισμένα με βάση το Διεθνές Δίκαιο, ιδίως τη συνθήκη της Λωζάνης, της Συνθήκης των Παρισίων του 1947, το Δίκαιο της Θάλασσας, και τη Συνθήκη του Μοντέγκο Μπέυ του 1982.

Αν όμως η Τουρκία συνεχίσει την ίδια τακτική, ο δρόμος είναι ένας και πρέπει να είναι κοινός για τους λαούς μας.

Με υπευθυνότητα και μετριοπάθεια να επιλέξουμε λύσεις μέσα από τον ευρωπαϊκό δρόμο και μέσα από τη συμμετοχή μας στους διεθνείς οργανισμούς.

Ο τρίτος παράγοντας για να έχει ευρωπαϊκή προοπτική η Τουρκία είναι η προώθηση της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου στο εσωτερικό της.

Έχει σημασία για τον Δυτικό πολιτισμό, για την προοπτική και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προστατεύσουμε το πιο σημαντικό ευρωπαϊκό κεκτημένο: Το κράτος δικαίου που βασίζεται στη δημοκρατία, την ελευθερία και την προστασία των ατομικών δικαιωμάτων.

Τα όσα συμβαίνουν τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου του 2017, δείχνουν ότι η Τουρκία απομακρύνεται ολοένα και περισσότερο από τις καταστατικές αρχές και αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Παρά το γεγονός ότι αποτελεί μια προς ένταξη χώρα.

Το αποτέλεσμα των δημοτικών εκλογών στην Τουρκία δείχνουν ότι ένα μεγάλο κομμάτι της τουρκικής κοινωνίας επιθυμεί τη δημοκρατική αλλαγή.

Έχει μεγάλο ενδιαφέρον η αποτίμηση που θα κάνει ο Ερντογάν και η απόφαση που θα πάρει.

Αν, δηλαδή, επιλέξει μια επαναπροσέγγιση με τη Δύση μιας και η Τουρκία βασίζεται στις ευρωπαϊκές επενδύσεις ή θα επιλέξει τη συσπείρωση του εθνικιστικού τουρκικού ακροατηρίου μέσα από κινήσεις που ευνοούν την όξυνση των σχέσεων της με το διεθνές περιβάλλον και επακόλουθα με την Ελλάδα και την Κύπρο.

Τέλος, ο τέταρτος παράτοντας αφορά στη συνέχιση της συνεργασίας της Τουρκίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση στις πολιτικές για την αντιμετώπιση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών.

Οι λαοί μας με περίσσια αλληλεγγύη, γνωρίζοντας την προσφυγιά έχουν αγκαλιάσει δεκάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες.

Όμως και η Ελλάδα και η Κύπρος εξαιτίας της γεωγραφικής τους θέσης, έχουν αυξημένες ροές. Στην Κύπρο οι ροές παρατηρούνται από τα κατεχόμενα προς τις ελεύθερες περιοχές. Στην Ελλάδα από τις τουρκικές ακτές προς τα νησιά του Αιγαίου.

Η Λέσβος έχει μετατραπεί σε ένα νησί-φυλακή για περισσότερο από 7.000 πρόσφυγες. Τίθεται θέμα προστασίας ατομικών δικαιωμάτων, καθώς ο τεράστιος όγκος πληθυσμού αλλά και οι συνεχιζόμενες ροές υπονομεύουν το δικαίωμα σε αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης, σε επαρκή πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική φροντίδα και περίθαλψη και βεβαίως στερείς σε χιλιάδες παιδιά το δικαίωμα εκπαίδευσης.

Η ενημέρωση που έχουμε από το Κυπριακό Υπουργείο Εξωτερικών είναι ότι στην Κύπρο το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αύξηση στις αφίξεις παράνομων μεταναστών και αιτούντων άσυλο-περίπου 14.000-, προερχόμενων κυρίως από τη Συρία και τα αφρικανικά κράτη.

Το πρόσημο των πολιτικών για το μεταναστευτικό και το προσφυγικό στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπει βεβαίως μετά το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.

Αν θα είναι προοδευτικό, θα μπορέσουμε να διαπραγματευτούμε βιώσιμες λύσεις που βασίζονται στην αλληλεγγύη μεταξύ των λαών της Ευρώπης.

Έχει κάνει σπουδαία δουλειά ο Επίτροπός σας ο κ.Στυλιανίδης. Ένας υπερβατικός ουμανιστής Ευρωπαίος που κατά γενική ομολογία στη θητεία του βρέθηκε σε κάθε περιοχή της υφηλίου που είχε πρόβλημα. Αλλά πέρα από αυτό που έπρεπε να αποτελεί την κανονικότητα, ότι έκανε με υπευθυνότητα και πάθος τη δουλειά του.

Όρθωσε το ανάστημα του δημιουργικού Ελληνισμού και με το έργο του, τις πρωτοβουλίες του για τον κοινό ευρωπαϊκό μηχανισμό πολιτικής προστασίας δείχνει τον δρόμο για το που πρέπει να πάει η Ευρώπη. Στην περαιτέρω συνεργασία, στην ολοκλήρωση.

Αν υπάρξει όμως μια ενίσχυση των ακραίων φωνών, τότε θα μπούμε σε περιπέτειες.

Αγαπητοί συνάδελφοι,

Πέρα από αυτά τα μείζονα εθνικά μας θέματα, ο δεσμός αίματος που έχουμε, η κοινή μας γλώσσα, η κοινή πνευματική και πολιτισμική μας κληρονομιά, η ορθόδοξη πίστη μας, μας υπαγορεύουν δύο βασικούς κοινούς στόχους.

Πρώτος στόχος, να προστατεύουμε τον Ελληνισμό, τιμώντας και προστατεύοντας τη γλώσσα και την ιστορία του, τις τέχνες και τα γράμματα, τη λαογραφία του.

Έχοντας κατά νου ότι οι ευρωπαϊκές αξίες και αρχές στηρίχθηκαν στον πνευματικό πλούτο του Ελληνισμού.

Αλλά και ότι μέσα από τον πολιτισμό προβάλλεται η ιστορία μας, τα πάθη μας και οι αγωνίες μας.

Θα χρησιμοποιήσω τα λόγια του καθηγητή του Πανεπιστημίου Κύπρου κ. Γιώργου Γεωργή για τον Γιώργο Σεφέρη και τον Αντώνη Σαμαράκη. «Ο Σεφέρης έφερε την Κύπρο πιο κοντά στον Ελληνισμό. Την έκανε πιο οικεία. Και ο Σαμαράκης έγινε μετά το 1974 ένας άτυπος πολιτιστικός πρεσβευτής του νησιού για το δράμα και τις αγωνίες του λαού της.»

Πράγματι, το έργο των πνευματικών ανθρώπων συνομιλεί με τη διεθνή κοινότητα και πολλές φορές φωτίζει με ευαισθησία τις πτυχές που η ιστορία διστάζει να καταγράψει.

Σπουδαίο έργο παρέχει και το Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας στην έρευνα της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, στην πιστοποίηση επάρκειας της ελληνομάθειας αλλά και στη γλωσσική στήριξη και αρωγή του απόδημου ελληνισμού.

Αναφέρθηκα, πριν, στον καθηγητή κ.Γιώργο Γεωργή και δεν μπορώ να μην αναφέρω την πολύτιμη συμβολή του στην προαγωγή της φιλίας και συνεργασίας των λαών μας.

Ως ο πρώτος Διευθυντής του Σπιτιού της Κύπρου στην Αθήνα εργάστηκε με όραμα να αποτελέσει ένα κέντρο πνευματικής και πολιτιστικής διπλωματίας.

Από το 1986 έως σήμερα, το Σπίτι της Κύπρου λειτουργεί ως μια γέφυρα διαρκούς και άμεσης συνεργασίας και διαλόγου των πνευματικών ανθρώπων και των δημιουργών του Ελληνισμού. Αυτό αποτελεί μια κατάκτηση των λαών μας και μια πυξίδα για το μέλλον των σχέσεών μας στους τομείς αυτούς.

Δεύτερος στόχος, να εμβαθύνουμε τις σχέσεις συνεργασίας μεταξύ των υπουργείων Παιδείας Ελλάδας και Κύπρου, αλλά και τη συνεργασία μεταξύ των κοινοβουλευτικών επιτροπών μας στους τομείς της Παιδείας, του Πολιτισμού και της Έρευνας και Καινοτομίας.

Μια συνεργασία που άρχισε το 1993 από την κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με τον τότε υπουργό Παιδείας Γιώργο Παπανδρέου.

Προερχόμενος από τον εκπαιδευτικό χώρο και παρακολουθώντας τις εξελίξεις του τις τελευταίες δεκαετίες, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι η Κύπρος έχει πετύχει κάτι αξιοθαύμαστο.

Μολονότι είναι μια μικρή χώρα, κατάφερε να γίνει πρότυπος εκπαιδευτικός κόμβος.

Ο χώρος της εκπαίδευσης είναι σαφώς οριοθετημένος σε δομές, προσωπικό και μαθητές-φοιτητές. Με συγκεκεκριμένο προϋπολογισμό, στόχους και χρονοδιάγραμμα. Αυτό διαπίστωσα από την τελευταία κοινή μας συνεδρίαση.

Έτσι στην Κύπρο σήμερα παρέχονται σπουδές με υψηλή προστιθέμενη εκπαιδευτική αξία.

Κι ενώ μέχρι πριν λίγες δεκαετίες, οι Κύπριοι έρχονταν στην Ελλάδα για να σπουδάσουν, σήμερα πολλοί Έλληνες επιλέγουν να σπουδάσουν και να σταδιοδρομήσουν στην Κύπρο.

Στο πλαίσιο αυτό και προσπαθώντας παράλληλα να αντιμετωπίσουμε τις συνέπειες που θα έχει το Brexit για τους Έλληνες και Κυπρίους φοιτητές, οφείλουμε να επιλύσουμε άμεσα ζητήματα που αφορούν στην αναγνώριση τίτλων.

Το είπαμε και την προηγούμενη φορά. Χρειάζεται να άρουμε τα εμπόδια ώστε οι Κύπριοι που φοιτούν στην Αγγλία σήμερα να προτιμήσουν αν έρθουν στην Ελλάδα και αντιστοίχως οι Έλληνες φοιτητές να έρθουν στην Κύπρο. Υπάρχει η πολιτική βούληση, έχει εκφραστεί και σε προηγούμενη κοινή συνεδρίαση. Μένει να αναληφθούν οι κατάλληλες νομοθετικές πρωτοβουλίες. Αυτό ομως, αφορά ένα διαδικαστικό ζήτημα.

Η συνεργασία μας χρειάζεται να πάει πέρα από τα αυτονόητα που υπαγορεύει ο δεσμός Ελλάδας Κύπρου.

Να εστιάσουμε σε τομείς εκπαίδευσης και καινοτομίας, να ενώσουμε τις δυνάμεις μας και μέσα από τις συνέργειες των πανεπιστημίων μας, των ερευνητικών μας κέντρων και ιδρυμάτων να καταστήσουμε την ευρύτερη περιοχή μια παγκόσμια εκπαιδευτική δύναμη.

Στον τομέα, για παράδειγμα, της Έρευνας και Τεχνολογίας υπάρχει διμερής συνεργασία βασισμένη σε 6 πρωτόκολλα. Με συγκεκριμένο αριθμό ερευνητικών έργων και συγκεκριμένο προϋπολογισμό. Ανέφερε κάποια σημαντικά στοιχεία η κα Αντωνίου.

Προσωπικά, κλείνοντας, θα ήθελα να σας θέσω κάποια ερωτήματα με σκοπό να ακούσουμε τη δική σας εμπειρία από το επιτυχημένο σας εγχείρημα:

Πως μπορούν τα δύο εκπαιδευτικά συστήματα να ευθυγραμμιστούν ώστε να συνεργάζονται αποδοτικότερα;
Ποια είναι τα βασικά κριτήρια ποιότητας που πρέπει να χαρακτηρίζουν τις εισροές των εκπαιδευτικών μας συστημάτων;
Ποια η μέθοδος διδασκαλίας και αξιολόγησης των εκπαιδευόμενων και ποια τα κύρια διδακτικά υλικά και μέσα;
Ποιος ο βαθμός ελευθερίας και τι ρόλο διαδραματίζει η αριστεία στο σύστημα εκπαίδευσης;
Ποιο είναι το σύστημα προσλήψεων των εκπαιδευτικών;
Ποιο είναι το προτιμητέο σύστημα αξιολόγησης δομών διαδικασιών και παραγόμενων αποτελεσμάτων;
Τι ρόλο παίζουν η βιωματική εκπαίδευση και οι νέες τεχνολογίες στο εκπαιδευτικό σας σύστημα;
Ποιες είναι οι βασικές παράλληλες εκπαιδευτικές δομές (πχ. βιβλιοθήκες, εργαστήρια) και πως αυτές λειτουργούν για τη στήριξη του εκπαιδευτικού έργου;
Ποια είναι η διαδικασία υλοποίησης μιας μεταρρύθμισης στον εκπαιδευτικό τομέα;
Οι απαντήσεις σας θα φωτίσουν δρόμους και για τις δικές μας μεταρρυθμίσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά και για την ευρύτερη συνεργασία μας.