Η Επιτροπή Περιφερειών αντιστέκεται στην σκλήρυνση των Δημόσιων Συμβάσεων

Στην συνεδρίαση που πραγματοποίησε η Επιτροπή των Περιφεριών της Ευρώπης στο πλαίσιο της διοργάνωσης EURegionWeek επεσήμανε ότι επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να αποφύγει τη θέσπιση νέας νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων, προσθέτοντας ότι η πιο σημαντική απάντηση στις δυσχερείς μεταρρυθμίσεις είναι να αποφευχθούν νέοι ή πρόσθετοι κανόνες.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών ζήτησε να σταματήσει η αναθεώρηση των κανόνων της Ε.Ε. για τις δημόσιες συμβάσεις, με το σκεπτικό ότι οι τελευταίες μεταρρυθμίσεις της Ε.Ε. είναι ακόμα μικρές και υπολείπονται σημαντικά. Στις συστάσεις που εγκρίθηκαν στις 8 Οκτωβρίου, η Συνέλευση της Ε.Ε. για τις τοπικές και περιφερειακές αρχές δήλωσε ότι η Ε.Ε., χωρίς να επιβάλει νέους κανόνες, θα μπορούσε να αντιμετωπίσει σημαντικά προβλήματα διευκολύνοντας την πρόσβαση των μεσαίων επιχειρήσεων και ενθαρρύνοντας την εναρμόνιση μέσω, για παράδειγμα, συστημάτων επισήμανσης.

Οι συστάσεις της ΕτΠ είναι σημαντικές οικονομικά, επειδή οι τοπικές και περιφερειακές διοικήσεις ευθύνονται για το 45% των δημόσιων συμβάσεων στην Ε.Ε. Οι τελευταίες μεταρρυθμίσεις της Ε.Ε, που εγκρίθηκαν το 2014, προκάλεσαν την πεποίθηση ότι οι δημόσιες συμβάσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντικό παράγοντα για την ανάπτυξη και να άρουν τα εμπόδια στις επενδύσεις εντός της ενιαίας αγοράς της Ε.Ε. Οι προτάσεις της ΕΤΠ είναι επίσης σημαντικές θεσμικά, διότι εστιάζουν σε μεγάλο βαθμό στο έργο ενός νέου πιλοτικού σχεδίου που αποσκοπεί να εξασφαλίσει ότι οι τοπικές εμπειρίες θα διοχετευθούν στην πολιτική χάραξης πολιτικής της Ε.Ε.

Η γνωμοδότηση συντάχθηκε από τον Thomas Habermann (DE / EPP), Πρόεδρο της Περιφέρειας Rhön-Grabfeld στη Βαυαρία και μέλος της Χριστιανικής Κοινωνικής Ένωσης. Οι συστάσεις αντικατοπτρίζουν τα πορίσματα μιας κοινής έρευνας της ΕΤΠ και της CEMR σχετικά με την εφαρμογή των κανόνων για τις δημόσιες συμβάσεις στα κράτη μέλη που δρομολογήθηκαν τον Μάρτιο του 2019, καθώς και από την έκθεση του Ιουλίου του 2019 του δικτύου των περιφερειακών κέντρων για την επανεξέταση της εφαρμογής της πολιτικής της Ε.Ε., αυτό το Μάρτιο.

Ο κ. Habermann δήλωσε: “Οι μεταρρυθμίσεις που εισήχθησαν στις οδηγίες της Ε.Ε. για τις δημόσιες συμβάσεις είναι αξιέπαινες – η μεγάλη πλειοψηφία των περιφερειών και των τοπικών αρχών αντιλαμβάνονται τις μεταρρυθμίσεις του 2014 ως θετικές καταρχήν – αλλά στην πράξη υπάρχουν ελλείψεις. Οι μικρές επιχειρήσεις κερδίζουν λιγότερες συμβάσεις από ό, τι ανέμενε η Ε.Ε. και οι διασυνοριακές δημόσιες συμβάσεις δεν προσέφεραν προστιθέμενη αξία στις τοπικές και περιφερειακές αρχές, παρόλο που οι διαδικασίες ανάθεσης συμβάσεων σε επίπεδο Ε.Ε. διεξάγονται τακτικά και κοστίζουν πολύ χρόνο και χρήμα, ενώ οι τοπικές και περιφερειακές αρχές συχνά δεν βλέπουν την ανάγκη εφαρμογής στρατηγικών στόχων για τις δημόσιες συμβάσεις, ιδίως στον τομέα της καινοτομίας».

Συνέχισε: ”Γιατί συμβαίνει αυτό; Για την τυπική περιφερειακή ή τοπική διοίκηση στην ΕΕ, οι προϋπολογισμοί είναι σφιχτοί, η έρευνα και η ανάπτυξη δεν αποτελούν προτεραιότητα και τα προϊόντα που αγοράζουν είναι τα βασικά. Οι δημόσιες διοικήσεις θεωρούν την οικονομική χρήση των κεφαλαίων ως προτεραιότητα και γενικά αφορούν πτυχές της αειφορίας, αλλά δεν διαθέτουν την αξιόπιστη και σαφή επισήμανση και τα πιστοποιητικά σε επίπεδο Ε.Ε., ιδίως στον τομέα της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας, που θα χρειαζόταν για τη δημιουργία ασφάλειας δικαίου για να μειώσουν τις επιβαρύνσεις για τις αναθέτουσες αρχές στην πράξη.Οι εταιρίες από άλλες χώρες μπορούν να προσφέρουν ελκυστικά προϊόντα και τιμές αλλά με διαφορετικούς νόμους και φορολογικά καθεστώτα και η διοίκηση βάζει εμπόδια που δύσκολα μπορούν να ξεπεραστούν και οι κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις δεν είναι αρκετά απλοί και διαφανείς για να προσελκύσουν μικρές επιχειρήσεις’‘.

”Ωστόσο, πιστεύουμε ότι αυτή η μοναδικά διεξοδική έρευνα έχει ήδη αποκαλύψει σημαντικά βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μαθήματα”, δήλωσε ο κ. Habermann. ”Πρώτον, η Ε.Ε. και οι εθνικές κυβερνήσεις δεν πρέπει να αναμένουν ότι οι συμβάσεις τοπικής αυτοδιοίκησης θα είναι η μοναδική κινητήρια δύναμη όλων των στόχων πολιτικής, είτε πρόκειται για τη βιωσιμότητα είτε για την κοινωνική πολιτική. Οι δημόσιες συμβάσεις χρειάζονται μια ισορροπημένη προσέγγιση που λαμβάνει υπόψη την εύκολη εφαρμογή των κανόνων από όλες τις δημόσιες αρχές, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, καθώς και από τις αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης. Δεύτερον, για την τόνωση των τοπικών οικονομιών, η Ε.Ε. πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στην απόκτηση προσφορών από μεσαίες επιχειρήσεις. Τρίτον, τα κριτήρια υποβολής προσφορών δεν είναι ο καλύτερος τρόπος να προσελκύσει υποψηφίους από άλλες χώρες. Θα ήταν καλύτερο, για παράδειγμα, να προωθηθεί η κοινή επισήμανση και η αναγνώριση των εθνικών πιστοποιητικών”.

Η πλειοψηφία των συστάσεων βασίζεται σε έναν εκτεταμένο μηχανισμό διαβουλεύσεων που αναπτύχθηκε και δρομολογήθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των Περιφερειών λόγω ανησυχιών ότι δεν υπάρχουν διαθέσιμες πληροφορίες σχετικά με τον τοπικό και περιφερειακό αντίκτυπο της νομοθεσίας της Ε’Ε. Η κοινή έρευνα της ΕτΠ και του CEMR, καθώς και το έργο Regional Hubs, το οποίο ξεκίνησε μια πιλοτική φάση δύο ετών τον Μάρτιο, περιλαμβάνει την ΕτΠ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και 36 συνδεδεμένες περιφέρειες σε 16 χώρες και επικεντρώνεται σε τρεις τομείς: τις δημόσιες συμβάσεις, την ποιότητα του αέρα και τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη.

Η έκθεση για τις δημόσιες συμβάσεις και οι πολιτικές συστάσεις του κ. Habermann είναι το πρώτο αποτέλεσμα του Regional Hubs project. Έρχεται τέσσερις εβδομάδες πριν η επόμενος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ursula von der Leyen, αναλάβει τα καθήκοντά της.

Σε μια ξεχωριστή δέσμη συστάσεων που ενέκρινε η ΕΤΠ στις 8 Οκτωβρίου, η ΕΤΠ ζήτησε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προβλέψει χρηματοδότηση για την υποστήριξη του μηχανισμού περιφερειακών hubs, εάν η πιλοτική φάση αποδειχθεί επιτυχής. Η πρωτοβουλία Regional Hubs προέκυψε από μια ομάδα εργασίας που αναζητούσε τρόπους για να εξασφαλίσει ότι η χάραξη πολιτικής της Ε.Ε. είναι πιο ανοικτή και ευαίσθητη στην εμπειρία των τοπικών και περιφερειακών διοικήσεων και των εθνικών κοινοβουλίων. Η ομάδα εργασίας, της οποίας ήταν επικεφαλής ο πρώτου αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Frans Timmermans, εξέδωσε, στα μέσα του 2018, έκθεση που ενέκρινε πολλές από τις θέσεις της ΕΤΠ.

myota.gr