Γιώργος Καραθάνος – ΣΥ.ΡΙΖ.Α.: Ήττα, αυτοκριτική και ανασυγκρότηση

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στις ευρωεκλογές τις 26 Μαΐου υπέστη μια μεγάλη ήττα και αν θέλει να προχωρήσει χρειάζεται να προβεί σε μια γενναία αυτοκριτική σε επίπεδο πολιτικής ,αντιλήψεων και στάσης.

Εξηγούμαι:

Ο  ΣΥ.ΡΙΖ.Α. κυβέρνησε τη χώρα σχεδόν 4,5 χρόνια και εδώ και αρκετό διάστημα παρουσίαζε μια προβληματική στην εικόνα και τη γενική άσκηση της εξουσίας.

Άνοιξε πολλά παραπάνω μέτωπα από εκείνα που έπρεπε και μπορούσε να αντέξει.

Η άσκηση της διακυβέρνησης ,ειδικά της μακροχρόνιας ,χρειάζεται πέρα από πρόοδο και επιτάχυνση και περιόδους συντήρησης, προσαρμογής, συμβιβασμών και συμμαχιών.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανά διαστήματα επιδόθηκε σε «συγκρούσεις» με σχεδόν όλους τους μηχανισμούς του κράτους ,ενώ δεν είχε την τακτική και το σχέδιο ούτε να τις κερδίσει, ούτε να τις χάσει. Διαιωνίζονταν διαρκώς μια αίσθηση πολέμου και τοξικότητας  μες στην ελληνική κοινωνία.Τα ανοιχτά μέτωπα με τους καναλάρχες, τους δικαστικούς, τα σκάνδαλα, τα συμφέροντα, τους τοπικούς άρχοντες, την εκκλησία και το θρησκευτικό συναίσθημα ,πιο πολύ άρχισαν να φθείρουν παρά να πείθουν την ελληνική κοινωνία για το δίκαιο της μάχης.

Γενικώς, λίγο πολύ, πήγε να  κάνει μέσα σε 4 χρόνια σχεδόν τα πάντα. Να βγάλει τη χώρα από τα μνημόνια, να λύσει το «Μακεδονικό», το Κυπριακό, τις Γερμανικές αποζημιώσεις, τα δικαιώματα ,το Σύνταγμα και το διαχωρισμό εκκλησίας και κράτους και όλα αυτά μέσα σε συνθήκες δημοσιονομικής προσαρμογής και οικονομικής ασφυξίας των μεσαίων στρωμάτων.

Ήταν περισσότερο παρεμβατικός από ότι απαιτούσε η συγκυρία και συχνά με αχρείαστες και ανούσιες για την περίοδο παρεμβάσεις. Στην παιδεία, στη δικαιοσύνη ,στα δικαιώματα και σε άλλους τομείς.

Αυτό το κλίμα διακατείχε τους πάντες μες στη γενική κυβέρνηση. Από την κοινοβουλευτική ομάδα μέχρι τον πρωθυπουργό και τα μέλη.

Αντί να κάνει τα βασικά και να επιμείνει στη διαχείριση της συμφωνίας και να αναδεικνύει ,όντως ,τις πολλές θετικές και φιλολαϊκές πλευρές του έργου του και τις δεκάδες θετικές μεταρρυθμίσεις  ,καθώς επίσης και τα «θαύματα» που πέτυχε στο δημοσιονομικό πεδίο , επιδόθηκε σε έναν ανηλεή πόλεμο εναντίον όλων.

Δημιουργήθηκε έτσι σταδιακά ένα αντι- ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο μες στην κοινωνία και  η κυβέρνηση άρχισε να χάνει την επαφή με τους πολίτες και την πραγματικότητα. Περίπου σχηματίσθηκε η αντίληψη πως είναι «ακροδεξιός» και νεοφιλελεύθερος εχθρός ,όποιος ασκεί κριτική στο κυβερνητικό έργο.

Η διάχυτη αυτή κατάσταση,  συνεπικουρούμενη από τον ορυμαγδό των fake news,  την εφαρμογή του μνημονίου, την επίθεση από τα μίντια, τη δεδομένη πρόθεση της ΝΔ να αποπροσανατολίζει τη συζήτηση και να υπερασπίζεται το αποτυχημένο success story του 10-15 ,η «ρετσινιά» περί προδοσίας  και η γενικότερη σύγχυση που υπάρχει στην κοινωνία εξ αιτίας της κρίσης, οδήγησαν στην γενική αίσθηση ,ότι η «αριστερή» κυβέρνηση βάλει ευθέως εναντίον των ηθών και των παραδόσεων του ελληνικού λαού.

Η Κυβέρνηση θα μπορούσε απλά να είναι συνεπής ως προς την τήρηση του μνημονίου ,να πραγματοποιήσει τα θετικά που πραγματοποίησε, να τα επικοινωνήσει στον κόσμο ,ώστε να σπάσει το γενικευμένο κλίμα απαισιοδοξίας και να είναι εξαιρετικά ήπια και λιγότερο αλαζονική στη διαχείριση ,στη δημόσια εκφορά και τη γενική εικόνα. Το ηθικό πλεονέκτημα αν το έχεις δεν το επικαλείσαι.

Δυστυχώς επικράτησε η λογική της αριστερής «ανωτερότητας» και των ανούσιων διχασμών.(πολλοί-λίγοι, Ελιτ-φτωχοί, αριστερά –δεξιά)

Σε επικοινωνιακό επίπεδο πέρα από τον Τσίπρα , ο οποίος είναι και ο μοναδικός ηγέτης που έχει μια προσωπική σχέση με το λαό, δεν υπήρξε δεύτερος και καλλιεργήθηκε η εντύπωση πως η υπεροχή του από τον πολιτικό του αντίπαλο, Κυριάκο Μητσοτάκη, θα ήταν τέτοια,   που θα έδινε ένα καλό αποτέλεσμα στις ευρωεκλογές, λες και ο μέσος πολίτης παρακολουθεί τη Βουλή ή το νομοθετικό έργο. Οι εκλογές όμως σίγουρα δεν είναι one man show.

Ταυτόχρονα ,η κυβέρνηση δεν προετοίμασε το πρόγραμμα της επόμενης ημέρας μετά την έξοδο από τα μνημόνια και δεν προσπάθησε να ανοίξει το κόμμα και την πολιτική συμμαχιών στο μεσαίο χώρο ,όχι τόσο με μια λογική «παραγόντων» και κορυφής, αλλά με λογική βάσης ,ανοιχτών αυτοδιοικητικών σχημάτων, συλλόγων ,φορέων, πολιτών ,επιστημόνων και επιχειρηματιών.

Ο  ΣΥΡΙΖΑ ,δυστυχώς,  φοβάται για την «αριστεροσύνη» του και έτσι δεν ανοίγεται. Ακόμη και οι επιλογές της προοδευτικής συμμαχίας προσεγγίζονται με καχυποψία από διάφορες τάσεις και παλιά “αριστερά” μέλη ,ενώ θα έπρεπε με θάρρος και τόλμη να γίνει άνοιγμα στο μεσαίο χώρο και την κοινωνία των πολιτών.

Το άγχος του «αριστερού» αποτυπώματος και η εμμονή στο να «τα αλλάξουμε όλα» ήταν αυτό που τελικά αποτέλεσε και το μεγαλύτερο πρόβλημα.

Δεν ξέρω αν το αντιλαμβάνονται τα κυβερνητικά στελέχη, αλλά ο κόσμος δεν έγινε «αριστερός»(και καλά έκανε) με τον τρόπο που τo έχουν στο νου τους. Οι πολίτες δεν συμπαθούν την εμφυλιο-πολεμική ρητορική και δεν καθορίζει τη συνείδησή τους η ταξική –ταξικίστικη απλοϊκή προσέγγιση.

Στην ελληνική πραγματικότητα , ευτυχώς, η διαταξική κινητικότητα έχει κατακτηθεί εδώ και δεκαετίες ,ενώ σημαντική βαρύτητα  στην αξιολογική προσέγγιση των ανθρώπων παίζουν ρόλο τα ποιοτικά στοιχεία των συνανθρώπων τους και όχι τα κοινωνιολογικά -ιδεολογικά. Με λίγα λόγια ,τι άνθρωπος είσαι, τι χαρακτήρα έχεις.

Αυτά είναι στοιχεία που δυστυχώς δεν πάρθηκαν υπόψη και έτσι κυριάρχησε η «συντροφολογία» και η «ταξικολογία» λες και η ελληνική κυβέρνηση απευθύνεται σε μια μικρή κάστα πεφωτισμένων πρωτοπόρων.

Η σπουδαιότερη όμως αιτία για την ήττα των ευρωεκλογών ,πέρα από την επίλυση του «Μακεδονικού» και τις αναμενόμενες συνέπειες(ωστόσο μικρότερες του αναμενόμενου) ,ήταν η αδυναμία του οικονομικού επιτελείου να ορθώσει πειστικό οικονομικό αφήγημα για τη μετα-μνημονιακή εποχή και την επόμενη μέρα. Σε αυτό το πεδίο άρχισε σταδιακά να ανακτά την πρωτοβουλία και την ηγεμονία το επιτελείο  της ΝΔ ,το οποίο υποτίμησε εξαιρετικά ο ΣΥΡΙΖΑ.

Ο  ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε με οικονομική γραμμή για παραγωγική ανασυγκρότηση (ορθώς),την εγκατέλειψε για τη δίκαιη ανάπτυξη και στο τέλος το έκανε μόνο αναδιανομή για τους αδύναμους και επιδοματική λογική.

Στις 26 Μαίου ένα μέρος της μεσαίας τάξης και των πολιτών απέρριψε διά της ψήφου του την οικονομική πολιτική δια μέσω επιδομάτων. Πρέπει να γίνει κατανοητό αυτό. Όχι πως αυτά δεν είναι χρήσιμα και δεν εκμηδένισαν σχεδόν την ανθρωπιστική κρίση ,που δημιούργησαν τα κόμματα της  ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, αλλά χρειάζονταν δίπλα σε αυτό το αφήγημα να υπάρχει ένα αξιόπιστο σχέδιο για την οικονομία που θα δημιουργεί εθνική αυτοπεποίθηση και νέες θέσεις εργασίας.

Ο μέσος πολίτης έχει την πεποίθηση, πως καλά είναι τα επιδόματα ,αλλά χρειάζεται δουλειά ,ιδιωτικός τομέας, παραγωγή και θέσεις εργασίας.

Όταν έλεγε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ότι πλέον οι άνθρωποι    δεν  παίρνουν σύνταξη από την ίδια δουλειά ή ότι οι νέοι δε γίνεται να εξαρτώνται από το επίδομα ή ότι η εργασία έχει αλλάξει στις μέρες μας και χρειάζεται επαναπροσδιορισμός, είτε μας αρέσει είτε όχι ,έλεγε πράγματα τα οποία  έχουν μια βάση.

Σε πολύ κόσμο    ,ειδικά κόσμο του μόχθου και μικροεπιχειρηματίες ισχύει το «εγώ δουλεύω πασχίζω είμαι εργατικός και ο άλλος, ζει με τα επιδόματα  και κάθεται». Δημιουργήθηκε δηλαδή μια αίσθηση αδικίας, ειδικά σε στρώματα της μεσαίας κατηγορίας που υπερφορολογήθηκαν.

Για αυτό άλλωστε καταψηφίστηκε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. στους ελεύθερους επαγγελματίες, τους μισθωτούς και τους αγρότες.

Τι έλεγε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.: Ανάπτυξη για όλους μέσω  αναδιανομής   όσων έχουμε.

Τι έλεγε η  Ν.Δ.: Ανάπτυξη και ανταγωνισμός, νέες δουλειές ,μεγάλωμα της πίτας και όχι μοίρασμα φτώχειας.

Αν στον   αδύναμο οικονομικά δίνεις διαρκώς επίδομα τότε πράγματι μαθαίνει να νιώθει και αδύναμος και εξαρτώμενος.Δεν είναι τόσο ξένα προς την πραγματικότητα αυτά.

Πρέπει να αποκωδικοποιήσουμε σωστά  τα μηνύματα για να συμπεράνουμε το τι έγινε.

 

Όχι  με τον Μητσοτάκη, αλλά με έναν καλύτερο ΣΥ.ΡΙΖ.Α.

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. είναι γεγονός ,πως  τα κατάφερε εκεί που οι άλλες κυβερνήσεις απέτυχαν. Ο κεντρικός στόχος του να βγει η χώρα από τη χρεοκοπία επετεύχθη  και αυτό πρέπει να χρεωθεί προσωπικά στον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Η χώρα που παραδίδει ο Αλέξης Τσίπρας δεν είναι τέλεια ,αλλά είναι απείρως καλύτερη από εκείνη που άφησε ο Σαμαράς το 2015. Μην τα υποτιμάμε αυτά γιατί μαρτυρούν σκληρή δουλειά και προσπάθεια.

Έπειτα από τις ευρωεκλογές είναι ορατό το ενδεχόμενο να επιστρέψει η διακυβέρνηση σε εκείνους που χρεοκόπησαν την Ελλάδα και αυτό δεν πρέπει να λησμονείται .Η οικογενειοκρατία ,τα τζάκια και η κληρονομική δημοκρατία δεν είναι στοιχεία που ταιριάζουν σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα. Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. όμως πρέπει να μιλήσει για το αύριο χωρίς στερεότυπα και κομματικές αγκυλώσεις. Χρειάζεται να εκπονήσει σχέδιο για τη μεσαία τάξη και τα στελέχη του χρειάζεται να μιλήσουν με ειλικρίνεια για τα λάθη τους.Να συναντηθούν ξανά με τους πολίτες και να ακούσουν προσεκτικά τι έχουν να πουν σε μια πορεία προς την κοινωνία και το λαό, που θα αναζωογονήσει και θα συμπαρασύρει το κυβερνών κόμμα στην ίδια τη μετεξέλιξη και την αλλαγή του.

Στις εθνικές εκλογές τις 7 Ιούλη είναι εφικτό να εμπεδωθεί και να ξαναγίνει πλειοψηφική άποψη ,πως αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα δεν είναι η επιστροφή του Μητσοτάκη, αλλά ένας αναβαθμισμένος, σύγχρονος, πιο προσγειωμένος και καλύτερος ΣΥ.ΡΙΖ.Α.