Ομιλία Μητσοτάκη στην τελετή για τη θεμελίωση του Ωνάσειου Εθνικού Μεταμοσχευτικού Κέντρου

«Κύριε Πρόεδρε της Δημοκρατίας, Μακαριώτατοι, κυρίες και κύριοι, στη θεμελίωση του Ωνάσειου Μεταμοσχευτικού Κέντρου συγκλίνουν, σήμερα, τρία ρεύματα με πολύ βαθιές ρίζες στην ελληνική κοινωνία:

Η αλληλεγγύη και το αίσθημα ευθύνης της Κοινωνίας των Πολιτών. Η προθυμία της Πολιτείας να συνεργαστεί με ιδιώτες και με ιδρύματα εκεί όπου οι κρατικές δομές δεν επαρκούν. Και, βέβαια κ. Πρόεδρε, μια μακρά παράδοση εθνικής ευεργεσίας, στην οποία ανέκαθεν πρωταγωνιστούσαν Έλληνες που πρόκοψαν και μεγαλούργησαν εντός και εκτός Ελλάδας αλλά δεν ξέχασαν ποτέ την πατρίδα τους.

 Σε αυτή την ξεχωριστή παράδοση εγγράφεται και η δραστηριότητα του Ιδρύματος “Αλέξανδρος Ωνάσης”. Ακολουθώντας το παράδειγμα των μεγάλων ευεργετών του 19ου αιώνα, ο Αριστοτέλης Ωνάσης στη διαθήκη του αφιέρωσε την μισή περιουσία του σε κοινωφελείς σκοπούς. Το μισό του πλούτου του, στους συμπολίτες του. Τώρα αυτές οι πράξεις διαδεδομένης ευεργεσίας είναι συνηθισμένες. Τότε, όμως, ήταν αρκετά ασυνήθιστη και τολμηρή και καινοτόμα η πρωτοβουλία του.  

 Αυτό το όραμά του, το συνεχίζουν πανάξια, οι άνθρωποι του Ιδρύματος. Συνδέοντάς το πάντα με τις ανάγκες των καιρών. Και προσδίδοντας περιεχόμενο σε μια σειρά κρίσιμων τομέων: Στην Υγεία, την Παιδεία και στον Πολιτισμό.

 Το έργο τους διαχέεται, επί χρόνια, σταθερά και πολύπλευρα, στην κοινωνία. Αρκεί να αναλογιστούμε την απήχηση των εκδηλώσεων, του προγράμματος της «Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών». Αρκεί να θυμηθούμε πόσα Ελληνόπουλα, χωρίς οικονομικά μέσα, ξεκίνησαν την διαπρεπή τους σταδιοδρομία με υποτροφίες του Ιδρύματος. Μνημονεύω μόνο δύο παραδείγματα, από την πολυσχιδή δραστηριότητα. Γι’ αυτή, λοιπόν, τη διαρκή προσφορά κ. Πρόεδρε, οφείλουμε θερμές ευχαριστίες. Οφείλουμε, όμως, και θερμά συγχαρητήρια για τη νέα πρωτοβουλία σας, τη δημιουργία του Ωνάσειου Εθνικού Κέντρου Μεταμοσχεύσεων.

 Είναι ένας πυλώνας ολιστικής προσέγγισης ενός σοβαρού και σύνθετου προβλήματος, όπως μας το παρουσίασε ο Πρόεδρος. Ξεκινά από την όσο το δυνατόν μαζική δωρεά οργάνων και φτάνει, βέβαια, στις εξαιρετικά υψηλές απαιτήσεις μιας πολύ δύσκολης εγχείρησης, επέμβασης, που είναι η μεταμόσχευση συμπαγών οργάνων. Μία πολύτιμη προσπάθεια, που έρχεται να συμπληρώσει την σχεδόν 30χρονη κομβική προσφορά του Ωνάσειου Καρδιοχειρουργικού Κέντρου. Η τελευταία, άλλωστε, είναι και η καλύτερη εγγύηση για την επιτυχία του νέου κέντρου που θεμελιώνεται σήμερα.

 Το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, στα 27 χρόνια λειτουργίας του, έσωσε -στην κυριολεξία- χιλιάδες ζωές. Παρείχε υπηρεσίες πρόνοιας και πρόληψης σε αμέτρητους Έλληνες, ασχέτως εισοδηματικής κατάστασης, από το κέντρο μέχρι και την περιφέρεια. Ανέκοψε μια χρόνια αιμορραγία ασθενών προς νοσοκομεία του εξωτερικού, αλλά και Ελλήνων γιατρών και νοσηλευτών που δεν έβρισκαν εδώ πρόσφορο έδαφος για να παρέχουν τις υπηρεσίες τους.

 Υπήρξε, τέλος, το Ωνάσειο, κ. Πρόεδρε, ένα φυτώριο για εκατοντάδες νέους και νέες που ανδρώθηκαν επιστημονικά στις κλινικές του. Έγινε, έτσι, ένα κύτταρο πρωτοπόρας έρευνας που διαχέεται, πλέον, σε ολόκληρη την Ελλάδα. Και στο Εθνικό Σύστημα Υγείας, αλλά και στον ιδιωτικό τομέα. Στην κατεύθυνση αυτή θα κινηθεί και το νέο Εθνικό Μεταμοσχευτικό Κέντρο. Εξυπηρετώντας τους ίδιους στόχους, αλλά καλύπτοντας ταυτόχρονα, ένα κρίσιμο κενό στην αλυσίδα των υπηρεσιών Υγείας: Τη δυνατότητα οι μεταμοσχεύσεις συμπαγών οργάνων σε ενήλικες και σε παιδιά να πραγματοποιούνται πλήρως εντός Ελλάδας. Με οργάνωση, ασφάλεια και με τις πιο σύγχρονες τεχνικές.

 Είναι ένα κρίσιμο στοίχημα διότι, όπως λέτε και στο έντυπό σας, η μεταμόσχευση αποτελεί την μόνη ιατρική λύση σε περιστατικά ανεπάρκειας καρδιάς, ήπατος, πνευμόνων. Αλλά και την αποτελεσματικότερη απάντηση στην νεφρική ανεπάρκεια. Θυμάμαι, κ. Πρόεδρε, ήμουν απλός βουλευτής όταν ασχολήθηκα για πρώτη φορά με το ζήτημα των μεταμοσχεύσεων και είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ το νοσοκομείο και μίλησα λίγο με τους ασθενείς σε τελικό στάδιο καρδιακής ανεπάρκειας, οι οποίοι κάθε μέρα ξυπνούσαν και κοιμόντουσαν με την ελπίδα, με την προσμονή να βρεθεί ένας συμβατός δότης για να τους κρατήσει στη ζωή. Και θέλω να αναλογιστείτε εσείς, να μπούμε όλοι μας στη θέση αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι αντιμετωπίζουν τον θάνατο γνωρίζοντας ότι η μόνη σωτηρία τους θα είναι η καλή πράξη κάποιου συμπολίτη τους και βέβαια η τεχνική δυνατότητα να μπορέσει η μεταμόσχευση να γίνει και να ολοκληρωθεί επιτυχημένα. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, γιατί αυτός ο στόχος αποτελεί και για εμένα προσωπικά μία ύψιστη εθνική προτεραιότητα. Στην Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν επιτρέπεται μεταμοσχεύσεις που αφορούν παιδιά, πολλές μεταμοσχεύσεις που αφορούν τον πνεύμονα, να πραγματοποιούνται στο εξωτερικό.

 Το Εθνικό Μεταμοσχευτικό Κέντρο είναι η κατάληξη μιας προετοιμασίας η οποία συντελείται εδώ και χρόνια από το Ίδρυμα Ωνάση. Με ένα πρόγραμμα υποτροφιών, πενταετούς διάρκειας, που εγκαινίασε το 2018, Έλληνες γιατροί εκπαιδεύτηκαν στη Βιέννη, ώστε το πρόγραμμα να μπορέσει να ξεκινήσει άμεσα. Ενώ η εξειδίκευση στον συγκεκριμένο τομέα θα αφορά το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό όχι μόνο του Καρδιοχειρουργικού Κέντρου, αλλά και όλων των γενικών νοσοκομείων τα οποία πρέπει να συνεργάζονται για τις μεταμοσχεύσεις.

 Η χώρα, άλλωστε, έχει σήμερα περισσότερο παρά ποτέ την ανάγκη ενός ενιαίου πλαισίου δράσης σε αυτόν τον τομέα. Δεν αρκούν μόνο τα κτίρια. Το είπατε πολύ καλά κ. Πρόεδρε, χρειάζονται και δότες, χρειάζεται και σύστημα, χρειάζεται και διαδικασία και γι’ αυτό και εκτιμώ ως ιδιαίτερα σημαντική την εκπόνηση ενός Εθνικού Σχεδίου Μεταμοσχεύσεων, υπό την εποπτεία των καθηγητών, του κ. Μόσιαλου, του κ. Παπαλόη, που θα εξοπλίσει την πολιτεία με έναν ασφαλή οδηγό ανάπτυξης του Συστήματος. Θέλω να τηρήσετε το χρονοδιάγραμμά σας για τον Ιούνιο του 2020. Και θέλω να γνωρίζετε ότι κι εγώ προσωπικά, αλλά και το Υπουργείο Υγείας, θα εφαρμόσουμε τις προτάσεις σας για να μπορέσουμε να αντιστρέψουμε την αρνητική εικόνα η οποία επικρατεί σήμερα στη χώρα. Θέλω να σταθώ, επίσης, στην πρωτοβουλία που αναλαμβάνετε για να χρηματοδοτήσετε επτά Συντονιστές Μεταμοσχεύσεων σε ισάριθμα νοσοκομεία επί ένα χρόνο. Μέχρι, δηλαδή, η Πολιτεία να διαθέτει ένα συνεκτικό σχέδιο το οποίο να μπορεί να θέσει σε εφαρμογή. 

 Εδώ, ακριβώς, βρίσκεται και το δικό μας μερίδιο ευθύνης. Και στην προσπάθεια που εγκαινιάζουμε σήμερα, έχουμε -όπως είπατε- αντίπαλο τον πολύ μικρό αριθμό διαθέσιμων μοσχευμάτων. Έχετε, εδώ σε αυτόν τον πίνακα, τα συγκριτικά στοιχεία που αφορούν, δυστυχώς, την κατάσταση στην Ελλάδα. Το 2018, 45 δωρεές οργάνων, ενώ στο Βέλγιο και στην Πορτογαλία 344 δωρεές οργάνων. Οκτώ φορές περισσότερες για χώρες που έχουν περίπου τον ίδιο πληθυσμό. Η κατάσταση αυτή είναι απαράδεκτη και είναι ευθύνη όλων μας να αντιστραφεί. 

Ξέρουμε τι έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Ένα κατακερματισμένο σύστημα μεταμοσχεύσεων, έλλειψη στρατηγικού σχεδίου, έλλειψη κατάλληλων υποδομών, μειωμένη εμπιστοσύνη των πολιτών στο σύστημα υγείας, πολύ συχνά προκαταλήψεις, αντιλήψεις που μπορεί να έρχονται από μία άλλη εποχή, γι’ αυτό και χαιρετίζω ως ιδιαίτερα σημαντική την παρουσία των δύο ιεραρχών μας σήμερα σε αυτήν την εκδήλωση. Όλα αυτά κρατούν σε πολύ χαμηλό επίπεδο τη μεταμοσχευτική δραστηριότητα στη χώρα μας. Αυτό θα το αλλάξουμε. Είναι μία προσωπική μου δέσμευση και γι’ αυτό θα προχωρήσουμε και στη διοικητική αναδιοργάνωση του Εθνικού Οργανισμού Μεταμοσχεύσεων, με πρώτο στόχο την ανάπτυξη της δωρεάς ιστών και οργάνων.    

 Ο εμπλουτισμός του Μητρώου Δωρητών, εφόσον μας υποδείξει η μελέτη η οποία γίνεται ότι αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση, αν δεν θέλουμε να πάμε σε άλλα συστήματα που έχουν δοκιμαστεί σε άλλες χώρες με αρκετή επιτυχία. Σε κάθε περίπτωση, το Μητρώο Δωρητών θα πρέπει να εμπλουτιστεί. Καταλαβαίνω ότι ο αριθμός σήμερα είναι ακόμα εξαιρετικά χαμηλός, γύρω στις 4.000. Ίσως πρέπει να το αλλάξουμε αυτό με μία πρωτοβουλία που θα αναλάβουμε πρώτα απ’ όλα εμείς οι ίδιοι οι βουλευτές, μετά τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, να εγγραφούμε στο Μητρώο των Δωρητών. Αλλά και με ενημερωτικές καμπάνιες να ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες. Και βέβαια, κομβικό ρόλο θα αναλάβουν οι γιατροί, νοσηλευτές -κυρίως αυτοί που βρίσκονται σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Που βρίσκονται αντιμέτωποι και πρέπει να διαχειριστούν το δράμα ενός εγκεφαλικού θανάτου, την οικογένεια, η οποία πρέπει να διαχειριστεί αυτήν την τραγική κατάσταση, ταυτόχρονα, όμως, και την υποχρέωση και την ευθύνη που απορρέει από ένα τέτοιο τραγικό γεγονός που μέσα από τον θάνατο μπορεί να οδηγήσει και πάλι στη ζωή.

 Κυρίες και κύριοι, θέλω να κλείσω με μερικά λόγια που ίσως σας αιφνιδιάσουν: «Η μάνα μου με γέννησε, πρώτη φορά το 1958, στο χωριό μου. Με ξαναγέννησε, όμως, το 1999 στην Αθήνα. Όταν μου δώρισε για μεταμόσχευση το νεφρό της. Και, μετά, ξαναγεννήθηκα, στο Νανσύ της Γαλλίας, το 2011. Όταν μία άλλη μάνα δώρισε τα όργανα της νεκρής κόρης της, σώζοντας εμένα και άλλους επτά ανθρώπους». Είναι η συγκλονιστική εμπειρία ενός γνωστού πολιτικού μου αντιπάλου, του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ και στελέχους σήμερα της Λαϊκής Ενότητας Δημήτρη Στρατούλη. Την επικαλούμαι γιατί περιγράφει ανάγλυφα πόσο σημαντικό είναι το θέμα που μας απασχολεί.

 Το θέμα αυτό έχει τόσο μεγάλες διαστάσεις, που δεν χωρούν αντιπαλότητες, διαφορές, εσωκομματικές αντιπαραθέσεις. Χαιρετίζω τη διακομματική παρουσία σήμερα και τους εκπροσώπους όλων των κομμάτων. Οι διαφορές μας μπορεί να είναι πολιτικές, δεν επιτρέπεται όμως να είναι πάνω στο επιστημονικό αυτό ζήτημα. Γιατί -απλούστατα- όλες τις διαφορές τις σκεπάζει το μέγα ζητούμενο της ζωής και της υγείας του συνανθρώπου. Αυτό πρέπει να μας ενώνει, παντού και πάντα.

Με αυτό το μήνυμα, λοιπόν, θα ήθελα και πάλι να συγχαρώ τους ανθρώπους του Ιδρύματος Ωνάση. Και να τους βεβαιώσω ότι, θα είμαστε αρωγοί σας, ακολουθώντας τις αξίες που εσείς πρώτοι έχετε χαράξει με ευθύνη, με τόλμη και με ανθρωπιά.

Σας ευχαριστώ πολύ».