Ο «πατέρας» του Δον Κιχώτη και η Ναυμαχία της Ναυπάκτου – Μία άγνωστη ιστορία

Η Ναύπακτος αποτελεί μία από τις αρχαιότερες ελληνικές πόλεις που γνώρισε περιόδους μεγάλης ακμής και συνδέθηκε με σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Αυτό επιβεβαιώνεται από την άρτια οχύρωσή της, η οποία ξεκινά από το λιμάνι, συνεχίζεται με τρία αλλεπάλληλα τείχη και καταλήγει στο κάστρο. Έχει χαρακτηριστεί παραδοσιακός οικισμός.

Η Ναύπακτος υπήρξε μία από τις σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Ελλάδας, καθώς εδώ ναυπηγούνταν τα πλοία των Δωριέων, για να διαπεραιωθούν στην Πελοπόννησο. Άλλωστε στην ναυπηγική της ιστορία χρωστάει και το όνομά της. Με επίζηλη θέση στον πολύ κλειστό κόλπο, τον Κορινθιακό, είναι η πολιτεία που επιβλέπει το πέρασμα από την ανατολή στην δύση και από την Στερεά στην Πελοπόννησο. Αυτή η σημαντική θέση είναι που εξασφάλισε στην Ναύπακτο τόσο όμορφα αξιοθέατα, το κάστρο της, που είναι κτισμένο επάνω στα ερείπια του αρχαίου πύργου, το εκπληκτικό λιμάνι ανάμεσα στους δύο βραχίονες του κάστρου, αλλά και τα σημαντικά της μοναστήρια. Μια πανάρχαια πόλη, που ποτέ δεν έπαψε να ακμάζει. Περιηγητές και ταξιδιώτες την περιγράφουν γεμάτη ζωή στα χρόνια του μεσαίωνα, ενώ σήμερα αποτελεί ένα πραγματικό στολίδι.

 

Η ιστορία της Ναυπάκτου

Η Ναύπακτος είναι πόλη με μεγάλη ιστορία. Λέγεται ότι πήρε το όνομά της από τις λέξεις ναυς και πήγνυμι, που σημαίνει «κατασκευάζω πλοίο». Για πρώτη φορά εμφανίζεται το 1104 π.Χ. με τους Δωριείς, οι οποίοι στην κάθοδό τους, χρησιμοποίησαν τη Ναύπακτο για να κατασκευάσουν υποτυπώδη πλοιάρια (σχεδίες για την ακρίβεια), οπότε και το «Ναύπακτος» έμεινε κληρονομιά. Η πόλη αρχικά ανήκε στους Εσπέριους Λοκρούς.

Το 454 π.Χ. οι Αθηναίοι αφαίρεσαν την Ναύπακτο από την κυριαρχία των Λοκρών. Στην πόλη εγκαταστάθηκαν οικογένειες Μεσσηνίων, που είχαν εκδιωχθεί από τους Σπαρτιάτες. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο η Αθήνα έστειλε τον Φορμίωνα μαζί με πλοία, ενώ η Σπάρτη τον Κνήμο, που τελικά ηττήθηκε στη ναυμαχία που ακολούθησε (429 π.Χ.).

Υπήρξε σημαντική πόλη του Βυζαντίου, καθώς αποτελούσε λιμάνι των ταξιδιωτών προς την Ιταλία και την Κωνσταντινούπολη. Υπαγόταν στην επαρχία Ελλάδος ή Αχαΐας. Το φρούριό της επισκευάστηκε ριζικά τα χρόνια του Ιουστινιανού, αλλά το 553, η πόλη καταστράφηκε από σεισμό. Επίσης, καταστροφές υπέστη από επιδρομές διάφορων λαών, όπως οι Σλάβοι (6ος – 10ος αιώνας). Την εποχή του Κωνσταντίνου Ζ’ του Πορφυρογέννητου έγινε πρωτεύουσα του Πέμπτου Θέματος της Ευρώπης (Ελλάς) ενώ το 10ο αιώνα συνενώθηκε με το Όγδοο Θέμα της Νικοπόλεως και έγινε έδρα του νέου.

Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους, η πόλη έγινε μέρος του Δεσποτάτου της Ηπείρου για περίπου έναν αιώνα (1204-1294). Το 1294 ο Δεσπότης της Ηπείρου, Νικηφόρος Α’ Κομνηνός Δούκας, πάντρεψε την κόρη του, Θαμάρ, και έδωσε την πόλη προίκα στον γαμπρό του Φίλιππο, πρίγκιπα του Τάραντα. Αυτός οχύρωσε την πόλη και έκοψε νομίσματα. Αργότερα όμως η πόλη ήρθε στην επικράτεια του Δουκάτου των Νέων Πατρών και αργότερα πέρασε στην κυριαρχία του Αρβανίτη Μπούα Σπάτα. Την περίοδο εκείνη η πόλη ονομαζόταν από τους Έλληνες Έπακτος ή Επαχτος, από τους Φράγκους Νεοπάντ-Νεπάντ-Λεπάντ ή Λεπάντο. Πέρασε ένα διάστημα Ενετοκρατίας από το 1407 μέχρι πριν πέσει στα χέρια των Τούρκων το 1499.

Τότε έλαβε και την σημερινή του μορφή το κάστρο της πόλης. Το 1458 ο Μωάμεθ Β’ ο Πορθητής πολιόρκησε ανεπιτυχώς την πόλη, που παρέμεινε στα χέρια των Βενετών. Τελικά το 1499 ο Βαγιαζήτ ο Β’ με τον Τουρκικό στόλο ανάγκασε τους Βενετούς να του παραδώσουν την πόλη.

Ναυμαχία Ναυπάκτου

H Ναυμαχία της Ναυπάκτου

Το 1571 έγινε η Ναυμαχία της Ναυπάκτου. Πρόκειται για τη ναυμαχία, που έλαβε χώρα στο στόμιο του Πατραϊκού κόλπου (κόλπος του Λεπάντο), δίπλα στις Εχινάδες νήσους (τότε Κουρτζολάροι), αποτέλεσε δε την πιο εντυπωσιακή φάση του πολέμου για την κατάκτηση της Κύπρου (1570-71). Προκάλεσε μεγάλη εντύπωση στους συγχρόνους, αλλά δεν επέφερε θετικά αποτελέσματα για τους νικητές. Η μεγάλη νίκη των χριστιανών εναντίον των Τούρκων απετέλεσε ορόσημο για την ιστορία της Ευρώπης σε συνδυασμό με τον εορτασμό της Παναγίας της Ναυπάκτου.

Ο συμμαχικός στόλος, που αριθμούσε 6 Γαλεάσσες και Γαλέρες (σύνολο 212 πλοία)απέπλευσε από τη Μεσσήνη για τα ελλαδικά ύδατα, προς συνάντηση του οθωμανικού στόλου, μεταφέροντας δύναμη πεζικού περίπου 28.000 ανδρών: 10.000 Ισπανούς απλού πεζικού άριστης ποιότητας, 7.000 Γερμανούς και Κροάτες, 5.000 Ιταλούς μισθοφόρους πληρωμένους από την Ισπανία και 5.000 Βενετούς στρατιώτες.

Οι οθωμανικές γαλέρες επανδρώνονταν από 13.000 έμπειρους ναύτες, γενικά από ναυτικά έθνη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ονομαστικά από Βέρβερους, Έλληνες, Σύρους και Αιγύπτιους, καθώς και 34.000 στρατιώτες. Έπλεε κι εκείνος προς συνάντηση του χριστιανικού. Αποτελείτο από 222 πολεμικές γαλέρες και 56 γαλιότες και μερικά μικρότερα πλοία.

Με την ονομασία Ναυμαχία της Ναυπάκτου παρέμεινε στην ιστορία η ναυμαχία που έλαβε χώρα στις 7 Οκτωβρίου του 1571, αφ’ ενός μεν μεταξύ των ενωμένων στόλων της Ισπανίας, της Βενετίας, της Γένουας, των Ιπποτών της Μάλτας, του δουκάτου της Σαβοΐας, του δουκάτου του Ουρμπίνο, του μεγάλου δουκάτου της Τοσκάνης και του Πάπα υπό την ονομασία Lega Santa (Ιερή Ένωση), αφ’ ετέρου δε του ενιαίου στόλου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στην είσοδο του Κορινθιακού Κόλπου -κοντά στις νήσους νότιες Εχινάδες και στο Ακρωτήριο Σκρόφα.

Η Ναύπακτος και ο Θερβάντες

Στη Ναυμαχία της Ναυπάκτου έλαβε μέρος ως υπαξιωματικός της γαλέρας Μαρκέσα (Marquesa) ο μετέπειτα διάσημος Ισπανός συγγραφέας Μιγκέλ ντε Θερβάντες. Αν και άρρωστος με πυρετό την ημέρα εκείνη, ο Θερβάντες πολέμησε και πληγώθηκε τρεις φορές από σφαίρα, δύο στο στήθος και μία που του άφησε μόνιμη αναπηρία στο αριστερό του χέρι. Στο «Ταξίδι στον Παρνασσό» (1614) αναφέρει ότι στη Ναύπακτο αχρηστεύτηκε το αριστερό του χέρι «προς δόξαν του δεξιού» (υπαινισσόμενος την κατοπινή επιτυχία του πρώτου μέρους του Δον Κιχώτη).

Ο Θερβάντες πάντα ένοιωθε υπερήφανος για τη συμμετοχή του στη Ναυμαχία και πίστευε ότι είχε λάβει μέρος στην πιο ένδοξη μάχη που είδαν ή θα δουν οι αιώνες (που όπως αποδείχθηκε ιστορικά δεν είχε άδικο), ενώ συμπλήρωνε σε κείμενό του γι’ αυτήν: «Την ημέρα εκείνη διαλύθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο η μέχρι τότε υφιστάμενη πεποίθηση ότι οι Τούρκοι ήταν στη θάλασσα αήττητοι». Δυστυχώς, όμως, οι τότε Ηγεμόνες άργησαν πολύ να επωφεληθούν των νέων αυτών δυναμικών, που παρουσίασε εκείνη η ναυμαχία, σε αντίθεση με τη ναυτική τέχνη και βεβαίως τη ναυπηγική, που έσπευσαν αμέσως να προσαρμοστούν επ’ αυτών.

 

Η αποτίμηση της Ναυμαχίας

Η Ναύπακτος απέχει από την Πρέβεζα περίπου 100 χιλιόμετρα σε ευθεία γραμμή. Όμως η απόσταση ανάμεσα στη ναυμαχία της Πρέβεζας του 1538 και σε αυτήν της Ναυπάκτου του 1571 ισοδυναμούσε με την κλιμάκωση της ανόδου και την αρχή της πτώσης της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Το γεγονός ότι ο Οθωμανικός στόλος υπέστη ένα καίριο πλήγμα στη Ναύπακτο και η περαιτέρω οθωμανική επέκταση προς την Αδριατική και τις βόρειες ακτές της Δυτικής Μεσογείου εμποδίστηκε χαιρετίστηκε στη Δύση ως νίκη των χριστιανικών δυνάμεων επί του Ισλάμ, παίρνοντας μια κοσμοϊστορική σημασία. Στην ουσία, βέβαια, ήταν μια νίκη δίχως συνέχεια.

Οι δυνάμεις της Ιερής Συμμαχίας σύντομα έχασαν ξανά τη συνοχή τους, μη μπορώντας να εκμεταλλευθούν τη νίκη τους για να καταλάβουν κτήσεις των Οθωμανών στην ανατολική Μεσόγειο. Αντίθετα, οι Οθωμανοί ανέκαμψαν γρήγορα από την ήττα τους και κατόρθωσαν να θέσουν οριστικά στον έλεγχό τους τις ναυτικές βάσεις των ακτών της Τυνησίας. Την επαύριο της μάχης όμως, οι Δυτικοί, με επικεφαλείς τους Βενετούς, ξεκίνησαν να αναζητούν, ο καθένας για λογαριασμό του, τρόπους να συνδιαλλαγούν με τους Οθωμανούς, επιτυγχάνοντας τα μέγιστα δυνατά οικονομικά οφέλη. Σε τελική ανάλυση, παρά το γεγονός ότι η ναυμαχία επενδύθηκε ιδεολογικά με το μανδύα της σύγκρουσης Χριστιανισμού-Ισλάμ, πολιτισμού-βαρβαρότητας και άλλων τέτοιων διανοητικών κατασκευών, από καθαρά πολιτικής άποψης η ναυμαχία δεν χρησίμευσε παρά ως μέσο για να αρχίσουν οι δυτικές δυνάμεις να επιβάλλουν πια και τους δικούς τους όρους στις διαπραγματεύσεις με το “Μεγάλο Τούρκο”.

newsit.gr