Οι μέδουσες ήρθαν για να μείνουν – «Το τρολάρισμα πήγε σύννεφο», δηλώνει καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών

Ο λόγος φυσικά για τις μέδουσες και τις τσούχτρες που αναστάτωσαν το 2017 σχεδόν όλη την ακτογραμμή του Κορινθιακού και του Πατραϊκού κόλπου παίζοντας με τα νεύρα των λουόμενων και προκαλώντας μεγάλες οικονομικές βλάβες στους επιχειρηματίες εστίασης και αναψυχής.

Δυστυχώς όμως τα όσα μάθαμε από την περσινή χρονιά, ως κοινωνία αλλά κι επιστημονική κοινότητα, είναι μάλλον ελάχιστα καθώς στον Κορινθιακό απουσιάζει μέχρι σήμερα ένας συστηματικό τρόπος μελέτης του νερού που θα βοηθούσε να βγουν χρήσιμα συμπεράσματα για το μέλλον. Μάλιστα όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο καθηγητής του τομέα βιολογίας ζώων του Πανεπιστημίου Πατρών, Κωνσταντίνος Κουτσικόπουλος, «το τρολάρισμα πήγε σύννεφο».

Ο καθηγητής εκτιμά ότι είτε από σκοπιμότητα είτα από άγνοια υπήρξε το 2017 μια παραπληροφόρηση για το φαινόμενο με αποτέλεσμα να μην σχηματίσει τελικά κανείς μια καθαρή εικόνα για το πώς λειτουργούν οι πληθυσμοί αυτοί μέσα στον Κόλπο.

«Όταν λοιπόν δεν έχει μια καλή ακτινογραφία, δεν μπορείς να περιμένεις καλή διάγνωση ή και θεραπεία», προσθέτει με νόημα ο κ. Κουτσικόπουλος. Η έλλειψη λοιπόν οργανωμένων μελετών-ερευνών δεν επιτρέπει στους επιστήμονες να διαμορφώσουν κι ένα ξεκάθαρο σενάριο για πώς και πότε ξεκίνησε η έκρηξη του πληθυσμού των μεδουσών στην περιοχή μας. Πάντως οι ειδικοί φαίνεται να συμφωνούν ότι η αύξηση είχε αρχίσει από το 2016 χρονιά κατά την οποία το πρόβλημα δεν είχε κάνει αισθητή την παρουσία του στις ακτές αλλά «εκκολαπτόταν» στα βαθειά.

Με τις τελευταίες μεγάλης κλίμακας έρευνες για το κομμάτι του νερού να έχουν γίνει στον Κορινθιακό στις αρχές της δεκαετίας του ’80 εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι επιστήμονες, επί της ουσίας κινούνται και επ’ αυτού του ζητήματος στα τυφλά. Σύμφωνα με την επιστημονική κοινότητα, οι πληθυσμιακές εκρήξεις προκύπτουν κάθε με 10-12 ετών. Πάντως και στην περιοχή μας είχαμε κατά το παρελθόν εκρήξεις στον πληθυσμό των μεδουσών αλλά ποτέ σε αυτή την κλίμακα όπως το 2017.

Ένα ακόμα συμπέρασμα στο οποίο φαίνεται να καταλήγουν οι ειδικοί είναι ότι μάλλον τα τελευταία χρόνια έχουμε μια πιο συχνή εμφάνιση του φαινομένου ξεφεύγοντας μάλιστα από τους κύκλους της 10ετίας-12ετίας. Όπως αναφέρει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών οι παράγοντες που φαίνεται να οδηγούν σε αυτές τις εξάρσεις είναι η κλιματική αλλαγή (αύξηση θερμοκρασίας, αλλαγές στην ποιότητα των υδάτων κ.α..), το φαινόμενο του εκτροφισμού, της αύξησης δηλαδή της παραγωγής του πλαγκτόν στις παράκτιες ζώνες που αποτελεί τροφή για τις μέδουσες και η υπεραλίευση που αλλάζει τη δομή των οικοσυστημάτων και τις τροφικές. Στην περιοχή μας για αυτούς τους βασικούς μηχανισμούς δεν έχουμε στοιχεία.

Τα λίγα που μπορέσαμε να συγκεντρώσουμε προέρχονται από δορυφόρους. Μια ανάλυση έδειξε, ότι το 2016 το δυτικό κομμάτι του Κορινθιακού και του Πατραϊκού ήταν το θερμότερο των 30 τελευταίων ετών και ακολουθεί το 2017 όπου φαίνεται να είναι θερμότερο το ανατολικό κομμάτι του Κορινθιακού.

«Έχουμε δηλαδή μια συγκυρία. Βοήθησε; Σίγουρα ο ρυθμός αύξησης αυτών των οργανισμών εξαρτάται από την θερμοκρασία, όσο υψηλότερη, τόσο πιο γρήγορα γίνεται η αναπαραγωγή τους», υπογραμμίζει ο κ. Κουτσικόπουλος.

Αναφορικά τώρα με το κατά πόσο υπάρχουν δυνατότητες μείωσης της αφθονίας των μεδουσών στην περιοχή μας ο Καθηγητής Βιολογίας θεωρεί ότι δεν μπορεί ο άνθρωπος να παρέμβει στην κατεύθυνση αυτή. Εκείνο στο οποίο θα πρέπει να στοχεύσουμε, συμπληρώνει, είναι να προσπαθήσουμε να μειώσουμε την πιθανότητα να έρθουν οι τσούχτρες σε επαφή με τους λουόμενους. Θα πρέπει δηλαδή να πάμε, εάν αποφασιστεί και κριθεί σκόπιμο, σε μηχανικά μέσα προστασίας.

«Θα πρέπει να κριθεί και το κατά πόσο είναι αποτελεσματικά, να επιλεγούν περιοχές και να δοκιμαστεί πιλοτικά, αλλά θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η σοβαρή-μελετημένη επιλογή τοποθεσία και η συστηματική παρακολούθηση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη. Η όποια παρέμβαση θα πρέπει να συνοδεύεται από συνεχή παρακολούθηση, για να εκτιμηθεί η αποτελεσματικότητά της αλλά και για να διατηρηθεί αποτελεσματική. Σε όλο τον πλανήτη έχουμε αναπτύξει και μια δομή παρακολούθησης, συντήρησης, επανατοποθέτησης των τεχνητών μέσων, αν με κάποιο καιρό δημιουργηθούν προβλήματα», σημειώνει μεταξύ άλλων.

Μιλώντας προ ημερών στο thebest.gr ο Αντιπρόεδρος του Γεωτεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος και Ιχθυολόγος Σπύρος Σπυρόπουλος, εξήγησε ότι ο πληθυσμός των μεδουσών επηρεάζεται από την περιοδικότητα και κατά συνέπεια είναι απλά «ευχόμαστε η φετινή να είναι η τελευταία χρονιά που θα τις δούμε στις ακτές μας». Σύμφωνα με τον κ. Σπυρόπουλο οι τσούχτρες που μας έχουν επισκεφθεί από πέρυσι ουσιαστικά έχουν εγκλωβιστεί στον Κορινθιακό κόλπο καθώς στην πραγματικότητα είναι πελαγίσιες. «Κανονικά ζουν κάτω από τα 500 μέτρα βάθος, ωστόσο ανεβαίνουν στην επιφάνεια λόγω των ρευμάτων. Το χαρακτηριστικό τους επίσης είναι ότι αναπαράγονται κατευθείαν χωρίς ενδιάμεσο στάδιο γι’ αυτό και η αναπαραγωγή τους είναι πολλή γρήγορη».

Παράλληλα ο κ. Σπυρόπουλος σημειώνει ότι η εμφάνισή τους διευκολύνεται από δύο σημαντικούς παράγοντες που φαίνεται ότι υφίστανται στον Κορινθιακό, την μόλυνση των υδάτων και την υπεραλείυση που έχει μειώσει τον αριθμό των θηρευτών τους. «Είναι απίστευτο όμως για τον Κορινθιακό κόλπο δεν υπάρχουν ολοκληρωμένες μελέτες που να μας δίνουν σαφή εικόνα για το τι ακριβώς συμβαίνει. Είναι μεγάλο βήμα προόδου η ένταξη από το υπουργείο Περιβάλλοντος του κόλπου στο Natura 2000. Η δημιουργία του φορέα διαχείρισης θα μας επιτρέψει να εξετάσουμε σε βάθος τις συνθήκες που επικρατούν και να καταστρώσουμε ένα σχέδιο αντιμετώπισης όλων των προβλημάτων που ανακύπτουν. Αυτό όμως θα μας πάρει χρόνο», τονίζει ο κ. Σπυρόπουλος.

Περίπου στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο επίκουρος καθηγητής Υγιεινής του Πανεπιστημίου Πατρών Απόστολος Βανταράκης ο οποίος υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα ουσιαστικά έρχεται σε μας από το Λουτράκι, είμαστε δηλαδή οι αποδέκτες στο Πατραϊκό. Επίσημης επιβεβαιώνει ότι  στο Λουτράκι δεν έχουν τόσα πολλά ρεύματα οπότε ευνοούνται κατασκευές όπως τα πλωτά δίχτυα. Στην αντίπερα όχθη στις Ακτές τις Πάτρας και της Αχαΐας  υπάρχει  μεγαλύτερη δυσκολία ως προς αυτό σε σχέση με περιοχές που έχουν πιο ήπια νερά.

Εδώ, εκτιμά, θα είναι πιο δύσκολη η συντήρησή τους, πέραν της τοποθέτησής τους. Θα πρέπει να υπάρχει ένας υπεύθυνος στα δίχτυα, να μην φύγουν από τη θέση τους κ.α.. Ωστόσο εξηγεί ότι υπάρχουν κάποια άλλα πλωτά μέσα που έχουν χρησιμοποιηθεί στο εξωτερικό για την συλλογή σκουπιδιών  τα οποία θα μπορούσαν να λειτουργήσουν στην Πάτρα αλλά και αυτά  είναι επίσης άγνωστα.

«Είναι πάρα πολύ σημαντικός θεσμός Natura για όποια περιοχή έχει τέτοιου είδους ζητήματα. Αλλά να μην είναι μόνο μια ταυτότητα. Για παράδειγμα ο Αμβρακικός είναι Natura αλλά πέφτουν μέσα λήμματα. Εάν γίνει πραγματική είναι πάρα πολύ σημαντικό, θα την αναβαθμίσει πολύ την περιοχή, όμως θα αλλάξει και το ύφος της.

Εμείς τον Κορινθιακό δεν ξέρουμε γιατί τον θέλουμε. Τον θέλουμε για τουριστικό κόλπο, για βιομηχανικό, αστικό, το θέλουμε για ψάρεμα; Άρα να στηρίξουμε αυτή τη δραστηριότητα ή τις πολλαπλές δραστηριότητες μέσα από κανόνες. Θα βάλουμε τους κανόνες; Αν ναι θα είναι πολύ -πολύ χρήσιμο το Natura. Δεν θα βάλουμε τους κανόνες; Θα είναι απλά ένα όνομα», ανέφερε μεταξύ άλλων μιλώντας «Στο Κόκκινο Πάτρας 107,7 ο κ. Βανταράκης.

 

ΜΟΝΟ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΛΥΣΗ

Η οικολογική ισορροπία είναι ο δρόμος περιορισμού των μεδουσών επισημαίνει μεταξύ άλλων ο Σύνδεσμος Περιβαλλοντικών Οργανώσεων Ευρύτερης Περιοχής Πάτρας, σε ανακοίνωση που εξέδωσε. Αναλυτικά αναφέρει τα εξής:

«Το φαινόμενο του υπερπληθυσμού των μεδουσών (τσούχτρες) -ιδιαίτερα στον Κορινθιακό Κόλπο τα τελευταία χρόνια- έχει πράγματι σοβαρές επιπτώσεις στη χρήση των παραλιών μας για αναψυχή αλλά και οικονομικές για τον ευρύτερο κλάδο του τουρισμού.

Σύμφωνα με τις περισσότερες επιστημονικές μελέτες ο υπερπληθυσμός αυτός και η προσέγγιση στις ακτές ιδίως του είδους pelagia noctiluca, ενός είδους, όπως λέει και το όνομά του κανονικά πελαγικού, το οποίο είναι αυτό που προκαλεί τα επώδυνα τσιμπήματα στους κολυμβητές, πιθανότατα σχετίζεται με την υπεραλίευση ψαριών που καταναλώνουν τα αυγά της ή και την αλιεία με καταστροφικά συρόμενα εργαλεία. Άλλες απόψεις μιλούν για «κύκλο προσέγγισης και απομάκρυνσης από τις ακτές» του είδους αυτού. Επίσης εκτιμάται ότι η κλιματική αλλαγή ευνοεί αυτά τα είδη που θέλουν θερμότερα νερά.

Η θέση των οργανώσεων του ΣΠΟΕΠΠ είναι ότι στην αντιμετώπιση του σοβαρού αυτού προβλήματος είναι ανάγκη να προταχθεί η μακροχρόνια λογική της αποκατάστασης των ισορροπιών του θαλάσσιου οικοσυστήματος με καταπολέμηση της καταστροφικής αλιείας, κάτι που ευνοείται και από την ένταξη του Κορινθιακού Κόλπου στο Δίκτυο Natura 2000.  Αυτό σημαίνει ότι θα έχει Φορέα διαχείρισης που παρακολουθεί σταθερά την κατάστασή του και θα προωθεί τη συστηματική επιστημονική του παρακολούθηση.

Σε ότι αφορά το θέμα της λήψης μέτρων τύπου διχτυών προστασίας των πολυσύχναστων κολυμβητικών παραλιών η θέση μας είναι: Τέτοιου τύπου μέτρα έχουν επιτραπεί, με το άρθρο 19 του νόμου 4519/2018 για τους Φορείς Διαχείρισης.

Θεωρούμε ότι η λελογισμένη χρήση τους, μετά όμως από λεπτομερή ενημέρωση σχετικά με τη χρήση τους, τα οφέλη και τις επιπτώσεις της σε άλλες χώρες, μπορεί να δοκιμαστεί με προσοχή και, προφανώς, σε περιορισμένη κλίμακα (πολυσύχναστες κολυμβητικές παραλίες και μόνο). Στο κόστος, θεωρούμε, πρέπει να συμβάλουν οι σημαντικότερες από τις τουριστικές παράκτιες επιχειρήσεις που θα ωφεληθούν. Επίσης μπορούν να δοκιμαστούν επιλεκτικά εργαλεία συλλογής των τσουχτρών.

Καμιά αυταπάτη όμως για συνολική αντιμετώπιση δεν πρέπει να υπάρχει: μόνο η ισορροπία του θαλάσσιου οικοσυστήματος μπορεί να περιορίσει τους πληθυσμούς των μεδουσών στα συνήθη τους επίπεδα. Προς τα εκεί πρέπει να κινηθούμε αντιμετωπίζοντας πρώτα από όλα την παράνομη αλιεία με συρόμενα εργαλεία.