Μέρες Καραντίνας

Περάσαμε μέρες απαράλλαχτα ίδιες, εβδομάδες χωρίς Σαββατοκύριακα, μήνες χωρίς γιορτές κι αργίες. Η κάθε νέα μέρα θύμιζε την προηγούμενη, η κάθε επόμενη ήταν απόλυτα προβλέψιμη. «Κυριακή γιορτή και σχόλη ήταν η βδομάδα όλη!» Μείναμε σπίτι! Δε μας άρεσε όμως! Μόνο στην αρχή! Μετά, ήταν σαν να μας σερβίρουν κάθε μέρα το ίδιο φαγητό! Αχνιστό και λαχταριστό και με πλούσιο dressing! Απόλυτα του γούστου μας, αλλά για πόσο να το φάμε; Πέντε, δέκα, είκοσι μέρες; Αρκετά! Το χορτάσαμε! Αγανακτήσαμε και γκρινιάξαμε! Δε μας έπειθαν πια τα μισόλογα, αλλά ούτε και οι ξεκάθαρες εξηγήσεις τους! Οι επιστημονικές αναλύσεις και οι ρεαλιστικές τοποθετήσεις τους. Άλλωστε, εμείς ξέραμε καλύτερα! Διαβάσαμε, ακούσαμε, είδαμε τόσα πολλά… Μας το έλεγαν και τα κανάλια, μέρα-νύχτα! Μέσα στη σύγχυσή μας, είχαμε άποψη και είχαμε δίκιο! Και θέλαμε την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο!

Της Νάντιας Μπούτα

Κάποτε ήταν οι Δευτέρες ο μεγαλύτερος εφιάλτης της εβδομάδας. Λες κι ερχόταν πιο συχνά από τις άλλες μέρες, με παράπονο αναφωνούσαμε κάθε φορά: «Πάλι Δευτέρα αύριο;» Κι ήταν τότε το Σαββατοκύριακο ανεκτίμητο και το περιμέναμε πώς και πώς. Είχαμε κάτι να περιμένουμε! Κάναμε σχέδια για το Σαββατόβραδο με φίλους και συγγενείς, κοιμόμασταν λίγο παραπάνω το επόμενο πρωί και το Κυριακάτικο μεσημεριανό τραπέζι ήταν μεγαλοπρεπές. Στρωμένο με το καλό τραπεζομάντηλο και φορτωμένο με κάθε λογής καλούδια, μάζευε γύρω του όλη την οικογένεια,  έστω για μία και μοναδική φορά την εβδομάδα! Μετά, οι φίλοι έγιναν ατημέλητες φιγούρες στις οθόνες των κινητών μας! Οι επαφές μας «ανέπαφες»! Και οι συγγενείς, ιδίως οι μακρινοί, ακόμη πιο μακρινοί! Και το Κυριακάτικο πρωινό ξύπνημα δε διέφερε από κανένα άλλο ξύπνημα: πρωινό, μεσημεριανό, βραδινό, μεσονύκτιο, μεταμεσονύκτιο… Το κλασσικό, ενδεδειγμένο οχτάωρο ύπνου που κάποτε αποτελούσε πολυτέλεια, είχε γίνει τώρα μια -ευτελούς αξίας- συνήθεια! Με λίγα λόγια, πάψαμε πια να κοιμόμαστε όρθιοι και χορτάσαμε ύπνο! Καλό αυτό βέβαια!

Το άσχημο όμως είναι ότι δε χορτάσαμε μόνο ύπνο! Το -καλά φουλαρισμένο- ψυγείο μας αποδείχθηκε ικανοποιητικά προετοιμασμένο ν’ ανταπεξέλθει και στις πιο δύσκολες συνθήκες πολέμου! Σ’ ένα διαφορετικό πόλεμο, όπου το «ζειν» δε διέφερε και πολύ από το «ευ ζειν», παρόλη την κρίση και το μειωμένο ή μηδαμινό εισόδημά μας! Κι έτσι, δε μας έλειψε τίποτα! Σνακ και αναψυκτικά, κονσέρβες και αλλαντικά, ζυμαρικά -πάνω απ’ όλα- και είδη πρώτης ανάγκης: Χαρτί υγείας, δηλαδή! Κι όσο κι αν το διακωμωδήσαμε, κι όσο κι αν γελάσαμε ο ένας με τον άλλον, η αλήθεια είναι ότι ο καθένας από μας είχε χτίσει ένα μικρό ή μεγάλο καλοζυγισμένο χάρτινο τείχος σε κάποια γωνιά του σπιτιού του, το οποίο θα κρατήσει γερά μέχρι τα βαθιά του γεράματα! Έτσι είναι οι πόλεμοι! Θέλουν τα τείχη τους!

Κι ύστερα, εγένετο ανακωχή! Η τεχνολογία τέθηκε στην υπηρεσία της ανθρωπότητας και …μας έφερε πιο κοντά! Ξαφνικά μάθαμε όλοι να χρησιμοποιούμε τα tablet μας, τους υπολογιστές μας και τα «έξυπνα» τηλέφωνά μας! Να φλυαρούμε στο chat, να φλερτάρουμε ψηφιακά, να βλεπόμαστε μέσω κάμερας! Να ψωνίζουμε και να πληρώνουμε τους λογαριασμούς μας μέσω διαδικτύου, να παραγγέλνουμε το φαγητό μας ηλεκτρονικά, να ενημερωνόμαστε online, να διδάσκουμε τα παιδιά μας σε διαδραστικές σχολικές οθόνες-πίνακες! Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μας …έσωσαν(!) από την απομόνωση και την κοινωνική αποχή, τα συνδρομητικά κανάλια γέμισαν τις άδειες ώρες της μοναξιάς μας με περιπέτειες μιας άλλης εποχής που τόσο είχαν λείψει από την –πάλαι ποτέ- πολυτάραχη ζωή μας! Και τα sms… Αχ αυτά τα sms!!! Αξιόπιστα και λειτουργικά! Δεν απογοήτευσαν ποτέ κανέναν απ’ όλους εμάς, τους απελπισμένους Έλληνες «καραντινιώτες», που διεκδικήσαμε τίμια και με απόλυτη ειλικρίνεια την έξοδό μας με το κατοικίδιό μας ή το δικαίωμά μας στην άθληση. Σε μια Ελλάδα που αυτο-αναδείχτηκε σαν μια από τις πιο φιλόζωες και φίλαθλες χώρες του κόσμου!

Κι ενώ όλοι εμείς, οι μόνιμα αδικημένοι Έλληνες πολίτες με την άδεια τσέπη και το γεμάτο αμφιβολία μυαλό αγωνιζόμασταν για την επιβίωσή μας, τα πάντα γύρω μας άλλαζαν με μεγάλη ταχύτητα. Εντυπωσιαστήκαμε όταν είδαμε φωτογραφίες με πάπιες να κολυμπούν στα καθαρά νερά της Βενετίας και ζωγραφισμένες πατούσες κατά μήκος των πεζοδρομίων της πόλης μας, μπερδευτήκαμε όταν ακούσαμε τις συζητήσεις των «ειδικών» στα media που μια μας έλεγαν έτσι και μια αλλιώς, νιώσαμε αμηχανία και ενοχή όταν, ως «εξοδούχοι», απεφύγαμε να χαιρετήσουμε το γνωστό που συναντήσαμε τυχαία στο δρόμο, θυμώσαμε όταν αναγκαστήκαμε να γιορτάσουμε το Πάσχα στο «καστρόσπιτό» μας! Ποτέ δεν περιμέναμε να δούμε τον εαυτό μας να περιμένει υπομονετικά τη σειρά του, στην ουρά! Ποτέ δεν καταλάβαμε πώς ακριβώς και πότε θα πρέπει να χρησιμοποιούμε το πιο «trendy» αξεσουάρ μας, τη μάσκα μας και ποια είναι τα μέρη στα οποία μπορούμε να κινούμαστε με ασφάλεια. Ποτέ δε φανταστήκαμε το πώς θα μπορούσαν να υπάρξουν τόσοι «μασκοφόροι» μέσα σε μία τράπεζα, κάνοντάς μας να νιώθουμε μεγαλύτερη σιγουριά. Ποτέ δε διανοηθήκαμε ότι η αγκωνιά θα αντικαθιστούσε τη ζεστή και αυθόρμητη ελληνική χειραψία και αγκαλιά. Ποτέ δε φανταστήκαμε ότι θα ζητωκραυγάζαμε, θα χτυπούσαμε παλαμάκια ή θα ψέλναμε τον εθνικό μας ύμνο στο μπαλκόνι του σπιτιού μας! Κι ίσως ποτέ δε θα είχαμε την ευκαιρία να εξασκήσουμε τις ιντερνετικές μας ικανότητες, να μάθουμε να πλέκουμε, να λύνουμε σταυρόλεξα, να διαβάζουμε βιβλία, να γυμναζόμαστε, να περνάμε ατέλειωτες ώρες με την οικογένειά μας, συχνά βέβαια με την online βοήθεια του ψυχολόγου μας!

Κι έτσι, βγήκαμε κερδισμένοι από την πρώτη μάχη! «Ελαφρώς» βαρύτεροι, αλλά και -κατά πολύ- σοφότεροι! Δεν αποτελούμε πια την καλότυχη γενιά που δεν πέρασε τίποτα στη ζωή της! Θα μπορούμε με περηφάνια να διηγούμαστε στα εγγόνια μας ιστορίες για τις φρικτές Μέρες της Καραντίνας, την ένδοξη Μάχη του Καναπέ και την ιστορική Συνθήκη της Μάσκας!