Ένας πρωθυπουργός στα όρια της «αλήθειας» του. Του Θανάση Σκαμνάκη

Ο πρωθυπουργός βγήκε χθες βράδυ στην ΕΡΤ να εξηγήσει στην ελληνικό λαό τι ακριβώς συμβαίνει. Και δεν εξήγησε σχεδόν τίποτα. Η Αριστερά βέβαια δεν έχει λόγο να επιχαίρει. Δεν μπορεί να πανηγυρίζεις όταν πέφτει η πολυκατοικία επειδή το υπόγειό σου απέκτησε ταράτσα.
Στην πραγματικότητα, ο πρωθυπουργός είπε στη συνέντευξή του πως η συμφωνία είναι μεν κακή αλλά όχι τόσο όσο λένε. Κι ύστερα, με την βοήθεια των δύο δημοσιογράφων (οι οποίοι ή δεν είχαν διαβάσει τι περιέχει το νέο μνημόνιο ή δεν ήθελαν να ενοχλήσουν επί της ουσίας το συνομιλητή τους ή είχαν συμφωνήσει μαζί του εκ των προτέρων το πλαίσιο των ερωτήσεων) δεν ασχολήθηκε με τα αρνητικά, δεν μας εξήγησε σε τι ακριβώς συνίστανται. Μας είπε μόνο τα όσα κατάφερε να αποσπάσει. Κι αν δεν ήταν κάποιος υποψιασμένος, θα νόμιζε πως όσα βασανιστήρια υπέστη στις Βρυξέλλες ο πρωθυπουργός δεν ήταν για να υπογράψει ένα κατάπτυστο μνημόνιο, αλλά για να καταφέρει να αποσπάσει μια συμφωνία που δεν είναι άριστη αλλά δεν είναι και τραγική, ίσως μάλιστα ούτε καν κακή.
Όλος ο πρωθυπουργικός λόγος ήταν μια αντίφαση. Ενώ έλεγε ξανά και ξανά πως πρόκειται για μια εκβιαστική κακή συμφωνία επιχειρηματολογούσε για τα καλά της, ενώ μίλαγε για τα λάθη κατά τη διαπραγμάτευση υπερασπιζόταν το τελικό αποτέλεσμα με τη λογική του μικρότερου κακού, ενώ δημιουργούσε την εικόνα της ΕΕ των εκβιαστών ορκιζόταν, είναι αλήθεια όχι πλέον με τη θέρμη του παρελθόντος, στην Ευρώπη που αλλάζει κλπ., ενώ διατηρούσε κάτι από την αμεσότητα του λόγου της περιόδου πριν το δημοψήφισμα επαναλάμβανε συχνά στερεότυπα του τύπου «θα είμαι ειλικρινής», «δεν θέλω να πω ψέματα στον ελληνικό λαό», έκανε συχνά φραστικά λάθη, αποτέλεσμα εσωτερικής ταραχής και αβεβαιότητας.
Το χειρότερο όλων όμως ήταν πως ταύτισε την έξοδο από την ευρωζώνη με την πρόταση Σόϊμπλε και όσους σήμερα διαφωνούν και καταψηφίζουν πως επιλέγουν την καταστροφή. Αυτό συνιστά αλλαγή ηθικού κώδικα.
Και δεν έπεισε! Πώς ήταν δυνατόν άλλωστε;
Αλλά για να δούμε και την άλλη πλευρά των πραγμάτων. Ήταν η εικόνα ενός ηγέτη ο οποίος βγήκε πριν λίγο από την αίθουσα των ψυχολογικών βασανιστηρίων. Δεν είχε σημάδια από κάψιμο με τσιγάρο στο δέρμα, δεν είχε πληγές να αιμορραγούν, αλλά το βλέμμα και ο λόγος του πυορροούσαν.
Ωστόσο, όσο κι αν συμπονάει κανείς τον πόνο του συγκεκριμένου ανθρώπου, δεν ξεχνάει πως είναι ο πρωθυπουργός της χώρας, που οδηγεί, και τη χώρα και το λαό, σε μια σκοτεινή εποχή. Και την Αριστερά, όλη την Αριστερά σε φοβερούς κινδύνους νέας ιστορικής υποχώρησης.
Βρέθηκε αντιμέτωπος με μια ιστορική ευκαιρία. Πήρε το 62% του ελληνικού λαού και την έγκριση ενός ακόμα μεγαλύτερου ποσοστού. Και τρόμαξε με αυτό που πήρε. Δεν μπόρεσε να σηκώσει το βάρος του. Δεν μπορεί κανείς να υποτιμήσει, θα ήταν ανόητος, τον μεγάλο όγκο της γερμανικής και ευρωπαϊκής συμμορίας. Αλλά τα μεγάλα γεγονότα ορίζονται από τη σύγκρουση μεγάλων δυνάμεων. Όποιος ονειρεύεται συγκρούσεις σε ήπιους ιπποτικούς τόνους, με αβρές δέσποινες να επευφημούν από τον εξώστη, ονειρεύεται απλώς…
Οι ιστορικοί ηγέτες ξεχωρίζουν (και αναδεικνύονται) από την ικανότητά τους να ξεχωρίζουν την ιστορική στιγμή, τότε που χρειάζονται αποφάσεις οι οποίες ορίζουν την έκβαση των γεγονότων, ποια είναι τα πραγματικά και ουσιαστικά διλήμματα και ποια τα πλαστά ή δευτερεύοντα.
Ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε στα δευτερεύοντα που του έθεσαν οι ανακριτές του και αρνήθηκε, δεν μπόρεσε να δει, το ουσιαστικά που του έθετε ο λαός του. Και ηττήθηκε. Όχι ως διαπραγματευτής αλλά και ως ηγέτης. Ηγέτης του κόμματός του, ηγέτης της χώρας του, ηγέτης της Αριστεράς. Και δεν δικαιούται τώρα να ζητά από το κόμμα του, το λαό και την Αριστερά να τον υποστηρίξει, καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Έκλεισε ουσιαστικά τον κύκλο του ως πολιτικός.
Η ΕΕ, η ευρωζώνη, οι Γερμανοί, υπέστησαν μια ανεπανόρθωτη φθορά (κι αυτό θα το αποδώσουμε στον Αλέξη Τσίπρα και στους χειρισμούς του, ανεπιτυχείς ως προς το αποτέλεσμα αλλά αποκαλυπτικούς ως προς τη διαδικασία).
Υποχρεώθηκαν να αποκαλύψουν την πραγματική εγκληματική τους φύση μπροστά σε όλη την ανθρωπότητα. Και δεν το ξεχνούν. Ο έλληνας πρωθυπουργός έχει καταχωριστεί στο είδος προς εξόντωση. Θα κάνει τη βρώμικη δουλειά για την οποία υπέγραψε. Θα συρθεί πιθανώς σε συμφωνίες, τυπικές ή άτυπες, με την τρόικα εσωτερικού, με τον φίλο του Γιούνκερ Στ. Θεοδωράκη, με τον ρέηντζερ της ΝΔ που ζητούσε να υπογραφεί οποιαδήποτε συμφωνία, με την κόρη του λίγου ΠΑΣΟΚ, με όλον τον πολιτικό εσμό που χλεύασε – ήδη αποσπά λόγια συμπάθειας από τον Άδωνι, τον Ευρ. Στυλιανίδη, τα κανάλια κ.α. Κι όταν τελειώσει το παιχνίδι θα τον “αποχωρήσουν” απογυμνωμένο από κάθε κύρος και πολιτική υπόσταση. Στη μαφία δεν ξεχνούν όσους δεν υποτάσσονται. Ακόμα περισσότερο εκείνους που κάνουν το λάθος να υποχωρήσουν και να χάσουν έτσι την όποια δύναμη αντίστασης διαθέτουν και το ηθικό κύρος.
Αν δεις τα γεγονότα πιο ψύχραιμα και πιο γενικά, θα εκτιμήσεις πως επί του προκειμένου έχουμε να κάνουμε με έναν ηγέτη και ένα κόμμα που έφτασε στο όριό του.
Από την ημέρα της εκλογής του πήγε σε μια διαπραγμάτευση χωρίς ισχύ, με αυταπάτες, με όρκους πίστης στα φαντασιακό ευρωπαϊκό οικοδόμημα στο οποίο μόνο αφελείς και πρώην στελέχη του “εσωτερικού” πιστεύουν, χωρίς εναλλακτικό σχέδιο, χωρίς διαπραγματευτικά ατού. Η προσέγγισή του ήταν πιο κοντά στην αστική τάξη και την πολιτική της, μια πολιτική κατευνασμού και απόσπασης κάποιων παραχωρήσεων, και πολύ μακρυά από τις ανάγκες των εργαζομένων.
Βρέθηκε αντιμέτωπος με ωμούς εκβιασμούς, υψώθηκε για μια στιγμή στο ύψος μιας εθνικής αξιοπρέπειας, έδωσε την ευκαιρία στον ελληνικό λαό να εκφράσει τη διάθεση του να αντισταθεί και να παλέψει, αλλά τρόμαξε από αυτό που είδε.
Αυτό είναι εξάλλου και το όριο μιας ρεφορμιστικης λογικής και πολιτικής που αναζητά εναγωνίως το έδαφος του κάθε φορά συμβιβασμού και όχι την προοπτική μιας απελευθερωτικής σύγκρουσης. (Άσχετα αν αυτή η νεοφιλελελυθερη Ευρώπη δεν ανέχεται ούτε τους ρεφορμιστικούς συμβιβασμούς και κάνει τις παρόμοιες πολιτικές να δείχνουν ως επανάσταση).
Περίμενε ένα αποτέλεσμα μισό-μισό, το οποίο θα μπορούσε να διαχειριστεί πολιτικά με τη γραμμή που ήδη είχε, ο ελληνικός λαός δεν θέλει ανατροπές άρα και εγώ όποιο συμβιβασμό κάνω, με “ρεαλισμό” “υπευθυνότητα” και άλλα σχετικά, θα ανταποκρίνεται σε αυτή την επιθυμία του λαού.
Αλλά η επιθυμία του λαού ήταν άλλη. Κι αυτό το μεγάλο ΟΧΙ είναι που σήμερα δημιουργεί τους σεισμούς στο ΣΥΡΙΖΑ και την κυβέρνηση, αυτό είναι που εκθέτει ανεπανόρθωτα τον πρωθυπουργό, αυτό είναι που δημιουργεί τα νέα δεδομένα.
Το ΟΧΙ αυτό δεν είναι ένα συμπτωματικό γεγονός. Ο Αλέξης Τσίπρας έχασε την ιστορική ευκαιρία, και συμπαρασύρει προς την κατολίσθηση την Αριστερά. Αλλά ο λαός που ξεπέρασε τις ολιγωρίες των ηγετών του, έδωσε ένα συγκλονιστικό παρόν που δεν διαγράφεται, ούτε από τη συλλογική μνήμη ούτε από τις αγωνιστικές παρακαταθήκες της Αριστεράς.
Η Αριστερά βέβαια δεν έχει λόγο να επιχαίρει. Δεν μπορεί να πανηγυρίζεις όταν πέφτει η πολυκατοικία επειδή το υπόγειο σου απέκτησε ταράτσα. Θα χρειαστεί μεγάλη προσπάθεια ανάταξης από αυτή την απογοήτευση που σκορπάει η κυβερνητική υποχώρηση.
Ωστόσο, οι ανακατατάξεις που συντελούνται σε όλους τους χώρους των αριστερών κομμάτων και κινήσεων, του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου, οι ανακατατάξεις κυρίως που συντελούνται στη συνείδηση του ελληνικού λαού, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για ανασυγκρότηση και αναγέννηση του λαϊκού κινήματος, των ριζοσπαστικών και επαναστατικών ρευμάτων, κινήσεων και κινημάτων, τη δυνατότητα μιας ενωτικής πολιτικής διεξόδου, από την κρίση της Αριστεράς αλλά και από την κρίση της χώρας. Με όλες τις δυσκολίες.
Είμαστε, και πάλι, όλοι ενώπιον των ευθυνών μας. Και θα κριθούμε.