Σύνοδος ΕΕ-Δυτικών Βαλκανίων: Επιπλέον ευρωπαϊκοί πόροι για την Ελλάδα

Θετικός για την Ελλάδα θεωρείται ο απολογισμός των εργασιών της Συνόδου Ε.Ε.-Δυτικών Βαλκανίων, αλλά και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, παρά το γεγονός ότι τα θέματα που βρέθηκαν στο τραπέζι ήταν εξαιρετικά δύσκολα, τόσο από πολιτικής όσο και οικονομικής σκοπιάς. Στη συζήτηση για τη διεύρυνση της Ε.Ε., ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, έθεσε ενώπιον των Ευρωπαίων ηγετών το θέμα της προφυλάκισης του Φρέντι Μπελέρη, καθιστώντας σαφές ότι όσο συνεχίζεται η πολιτική δίωξή του η Αλβανία δεν πρόκειται να πάρει από την Αθήνα το απαραίτητο «πράσινο φως» για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις. Οπως επεσήμανε ο πρωθυπουργός, το πρόβλημα δεν είναι διμερές μεταξύ Ελλάδας και Αλβανίας, αλλά ευρωπαϊκό, γιατί αφορά στη λειτουργία του κράτους δικαίου στη γειτονική χώρα.

Πολιτική δίωξη

Από τη στιγμή που ο εκλεγμένος δήμαρχος Χειμάρρας κρατείται χωρίς δίκη στις φυλακές και εμποδίζεται να αναλάβει τα καθήκοντά του, η υπόθεση λαμβάνει διαστάσεις πολιτικής δίωξης και δεν είναι θέμα Δικαιοσύνης.

Το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός το έθεσε στο υψηλότερο πολιτικά επίπεδο έχει τη σημασία του, γιατί, όταν φτάσει η στιγμή να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις Ε.Ε.-Αλβανίας και η Ελλάδα τις «μπλοκάρει», κανένας δεν θα πει πως αιφνιδιάστηκε από την κίνηση της Αθήνας. Από τους εταίρους εξαρτάται πλέον να κάνουν τις παρεμβάσεις τους προς τα Τίρανα εάν θέλουν να προχωρήσει η ενταξιακή διαδικασία με τη χώρα αυτή. Είναι προφανές ότι κανένας δεν μπορεί να πιέσει την Ελλάδα, γιατί μιλάμε για σοβαρό πολιτικό ζήτημα.

Ναι μεν, αλλά…

Αναφορικά με τα άλλα θέματα της Συνόδου, με δεδομένη την «πειρατική» στάση του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπαν, το γεγονός ότι δεν επιλύθηκαν όλα τα ζητήματα και έμειναν ανοιχτά θέματα, όπως αυτό της αύξησης του κοινοτικού προϋπολογισμού της περιόδου 2024-2027, δεν είναι αρνητικό υπό την έννοια ότι αποφεύχθηκαν τα χειρότερα, δηλαδή μια συνολική αποτυχία της Συνόδου που θα προκαλούσε μείζονα πολιτική κρίση.

Ειδικότερα, αποφασίστηκε με την αποχή του κ. Ορμπαν (είχε βγει σκόπιμα από την αίθουσα) η έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων μεταξύ της Ε.Ε. με την Ουκρανία. Ο Ούγγρος πρωθυπουργός έκανε πίσω σε αυτό το μεγάλο πολιτικό θέμα, ενώ μαζί με την Ουκρανία θα ξεκινήσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις και με τη Μολδαβία.

Η απόφαση αυτή έστειλε ένα μήνυμα στον Πούτιν ότι οι Ευρωπαίοι δεν θα εγκαταλείψουν την Ουκρανία στην τύχη της, άσχετα αν η ένταξή της στην καλύτερη περίπτωση θα γίνει έπειτα από τουλάχιστον 10 χρόνια. Αλλες χώρες, όπως η Τουρκία, διαπραγματεύονται την ένταξη εδώ και 18 χρόνια και δεν έχουν γίνει ακόμη μέλη, και πιθανότατα αυτό δεν θα συμβεί ποτέ.

Σχετικά με τον κοινοτικό προϋπολογισμό, όπου η Ελλάδα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τελικά δεν λήφθηκε απόφαση, γιατί ο Ορμπαν έβαλε βέτο, συνδέοντας την άρση του με την προηγούμενη εκταμίευση των κονδυλίων προς τη χώρα του που έχουν «παγώσει» επειδή παραβιάζει τους κανόνες του κράτους δικαίου. Αλλωστε, ο Ούγγρος πρωθυπουργός δεν φημίζεται για τις δημοκρατικές του ευαισθησίες, έχει καταστήσει τη χώρα του τακτικό πελάτη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, αφού επιχειρεί να αναλώσει βασικές δημοκρατικές λειτουργίες στην Ουγγαρία.

Η Ε.Ε. «καίγεται» για την έγκριση του προϋπολογισμού, γιατί έχει προγραμματίσει να δώσει 50 δισ. ευρώ στην Ουκρανία, εκ των οποίων 33 δισ. ευρώ σε δάνεια και 17 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις. Η Κομισιόν πρότεινε στον Ορμπαν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής να αποδεσμεύσει υπό προϋποθέσεις 10 δισ. ευρώ, ωστόσο απαιτούσε να δοθούν όλα, κάτι που δεν μπορούσε να γίνει.

Οπως διευκρίνισε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα επανέλθουν στις αρχές του επόμενου έτους στο θέμα του προϋπολογισμού με στόχο να ολοκληρώσουν τη διαπραγμάτευση. Στο πλαίσιο αυτό, διαβεβαίωσε ότι όλα τα κράτη-μέλη, με εξαίρεση την Ουγγαρία, συμφωνούν με την τελευταία συμβιβαστική πρόταση που βρέθηκε στο τραπέζι της Συνόδου, η οποία καλύπτει πλήρως τις ανάγκες για πρόσθετες δαπάνες στη μετανάστευση, την αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών, καθώς και το πρόσθετο κόστος δανεισμού της Ε.Ε.

Οφέλη

Η Ελλάδα θα βγει κερδισμένη από τη συμφωνία, γιατί εξασφαλίζονται πρόσθετες χρηματοδοτήσεις για το σύνολο της Ε.Ε., της τάξης των 2 δισ. ευρώ για τη μετανάστευση και 1,5 δισ. ευρώ ετησίως για τις φυσικές καταστροφές. Από τις δύο αυτές πηγές χρηματοδότησης η Ελλάδα θα επωφεληθεί, δεδομένου ότι είναι χώρα πρώτης γραμμής στη μετανάστευση, ενώ θα λάβει πρόσθετα κονδύλια για τις πλημμύρες στη Θεσσαλία από το Ταμείο Φυσικών Καταστροφών.

Επιπλέον, φαίνεται ότι ικανοποιείται και ένα αίτημα αρκετών χωρών προς την Επιτροπή για ευελιξία στην απορρόφηση καθυστερημένων χρηματοδοτήσεων από την περίοδο 2014-2020. Η απορρόφηση είχε καθυστερήσει, μεταξύ άλλων, και λόγω πανδημίας, ενώ από την ευελιξία αυτή η Ελλάδα μπορεί να σώσει χρηματοδοτήσεις που κινδυνεύουν ύψους άνω των 300 εκατ. ευρώ.

Ικανοποίηση

Αναφερόμενος στο θέμα του κοινοτικού προϋπολογισμού, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι θα υπάρξει μια νέα Σύνοδος Κορυφής για το θέμα αυτό πιθανότατα στα τέλη Ιανουαρίου, ενώ υπογράμμισε ότι η χώρα μας είναι ικανοποιημένη από το τελικό κείμενο, που βρέθηκε στο τραπέζι, γιατί λαμβάνονται υπ’ όψιν όλοι οι προβληματισμοί μας τόσο στο θέμα της μετανάστευσης, όπου είμαστε χώρα της πρώτης γραμμής, όσο και στα άλλα ζητήματα.