Αγωνιστικές Κινήσεις Εκπαιδευτικών: «Οι Εκλογές ποτέ δε δικαίωσαν το Κίνημα!»

«Οι Εκλογές ποτέ δε δικαίωσαν το Κίνημα!», αναφέρουν σε ανακοίνωσή τους οι Αγωνιστικές Κινήσεις Εκπαιδευτικών και συνεχίζουν επισημαίνοντας πως «Ο δικός μας μονόδρομος: Μαζική Αντίσταση στη νέα επίθεση που έρχεται!»

Πιο αναλυτικά:

Πανηγυρίζει η Κυβέρνηση και «λυπάται» η (προς ώρας) Αξιωματική Αντιπολίτευση!

Παράλληλα ένα κλίμα απογοήτευσης και προβληματισμού για τα περαιτέρω διατρέχει το λαό και ιδιαίτερα τον κλάδο των εκπαιδευτικών καθώς είχαν καλλιεργηθεί κάποιες ελπίδες για ανάσχεση της επίθεσης μέσα από το εκλογικό αποτέλεσμα.

1. Δε δικαιώθηκε η αντιλαϊκή-αντιδραστική κυβερνητική πολιτική

Μα είναι δυνατόν να δικαιώθηκε μία πολιτική που στην κοινωνία εξολόθρευσε πάνω από το 0,3% του πληθυσμού με την πανδημία, που έβαλε στο γύψο τα συνδικαλιστικά δικαιώματα, που επιχείρησε να καταργήσει ακόμα και τις διαδηλώσεις για το Πολυτεχνείο, που εκτόξευσε τις τιμές των υπηρεσιών και των ειδών πρώτης ανάγκης στα ύψη, που μετέτρεψε την χώρα σε ορμητήριο και στόχο των ενδοϊμπεριαλιστικών συγκρούσεων;

Μπορεί στ’ αλήθεια να δικαιωθεί μία πολιτική που στην εκπαίδευση έκλεισε σχολεία, πέταξε μαθητές μαζικά έξω από τα Πανεπιστήμια, επέβαλλε (με την συναυτουργία βέβαια δεξιών και «αριστερών») το αίσχος της τηλεκπαίδευσης, έβγαλε σωρηδόν παράνομες τις μορφές αγώνα που εξήγγειλαν κάθε τόσο οι συνδικαλιστικές ομοσπονδίες, προωθεί την αξιολόγηση στους εκπαιδευτικούς και τη «διαφοροποίηση» των σχολικών μονάδων για μαθητές και γονείς, που κατάργησε το πανεπιστημιακό άσυλο;

Μήπως οι εκπαιδευτικοί δεν «καταψήφισαν» και μάλιστα με… συντριπτικά ποσοστά τόσο με την αποχή τους από τις ηλεκτρονικές εκλογές για τα ΠΥΣΠΕ-ΚΥΣΠΕ, με τη μεγάλη απεργία τον Οκτώβρη του 2021 -αλλά και με άλλες απεργίες- αυτή την πολιτική; Δεν ήταν αυτό μαζική συμμετοχή σε μία αγωνιστική… ψηφοφορία των δρόμων;

Όσοι σήμερα έχουν ανακαλύψει και προβάλλουν το «ευκολάκι» της καταγγελίας του λαού για τις επιλογές του, γίνονται υποστηρικτές της θεωρίας της ατομικής ευθύνης από τη δική τους μεριά. Σερβίρουν εκ του ασφαλούς το παραμύθι της ελεύθερης επιλογής -νεοδημοκρατικό εύρημα της πανδημίας!- σε ένα ταξικό σύστημα όπου οι πιο αντιδραστικές δυνάμεις του κεφαλαίου έχουν την πρωτοβουλία. Και όπου όλοι οι υπόλοιποι δεν έχουν στην ουσία να προτείνουν μία άλλη προοπτική και σέρνονται στις ίδιες… ράγες.

Αλήθεια, πόσο ελεύθερα ψήφισαν οι πολίτες της χώρας μας το 1974 σε αντίθεση με το πολιτικό γεγονός ότι οι δρόμοι και οι πλατείες συνταράζονταν από τις λαϊκές διαδηλώσεις, τότε… με το περίφημο «Καραμανλής ή τανκς»; Πόσο ακόμα ελεύθερα δήθεν ψήφισαν αργότερα «Ανδρέα» για να μη έρθει η… δεξιά; Και για να μην πάμε πιο μακριά το 2012 που εξαφανίστηκαν τα φάρμακα, και το 2015 που κλείσανε από τους ιμπεριαλιστές οι τράπεζες, πόσο ελεύθερα επέλεγε ο λαός;

2. Αλλά και στην περίπτωση-λέμε τώρα- που «δικαιώνονταν» ο λαός;

Αλλά και στην περίπτωση που το εκλογικό αποτέλεσμα ήταν ευνοϊκό για το Σύριζα (και τους πιθανούς συνοδοιπόρους) πόσο πραγματικά θα δικαιώνονταν ο λαός και ο κλάδος των εκπαιδευτικών;

Ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. προηγήθηκε της Ν.Δ. στην καθιέρωση της «αυτοαξιολόγησης», στην αύξηση του υποχρεωτικού εργασιακού ωραρίου, στο κλείσιμο σχολών και την καθιέρωση διάφορων μεταπτυχιακών «επαρκειών» για να βρεις δουλειά, συνέχισε και… αναβάθμισε το αίσχος της πολιτικής απέναντι στους αναπληρωτές με το περίφημο προσοντολόγιο και το διαφορετικό καθεστώς αδειών.

Και αν έπαιρνε την κυβερνητική εντολή θα συνέχιζε και θα ενέτεινε αυτή την πολιτική.

Γι`αυτό εξάλλου παρέα με τις άλλες δύο καθεστωτικές συνδικαλιστικές δυνάμεις και στις δύο εκπαιδευτικές ομοσπονδίες (πιο ύπουλα στην πρωτοβάθμια, πιο ανοιχτά στην δευτεροβάθμια) έκανε κοινό μέτωπο και καταψήφιζε κάθε απόφαση που προωθούσε παραπέρα τον συνδικαλιστικό αγώνα, ειδικά σε κεντρικές απεργιακές μάχες! Βέβαια λάβαινε πολύτιμη βοήθεια σε αυτή την υψηλή συστημική του αποστολή από την αδράνεια και άλλων δυνάμεων -όπως το ΠΑΜΕ- που αναφέρονται στην αριστερά που δεν είχαν ξεκάθαρες αγωνιστικές θέσεις στο ζήτημα της τηλεκπαίδευσης: Έθαβαν το κύριο μέτωπο της αξιολόγησης πίσω από τα υπόλοιπα αιτήματα, σύρθηκαν στις ίδιες μορφές πάλης με τις ομοσπονδίες και βιάζονταν να κλείσουν τους αγώνες εν όψει των εκλογών που θα δυνάμωναν το «κόμμα της εργατικής τάξης».

Συναδέλφισσες και συνάδελφοι,

Το γεγονός ότι το κυβερνητικό εκλογικό «αφήγημα» δείχνει να πείθει και κομμάτια ανθρώπων του λαού οφείλεται στο ότι προβλήθηκε ως ο αυθεντικός μονόδρομος για τη διαχείριση του συστήματος της εκμετάλλευσης και της εξάρτησης απέναντι στις… ιμιτασιόν εκδοχές του, που δοκιμάστηκαν εξάλλου πρόσφατα. Από την άποψη αυτή η αρνητική εμπειρία του 2015 και η ζημιά που έχει προκληθεί στις συνειδήσεις εξακολουθεί να είναι ενεργή.

Εντάθηκε όμως αυτή η -προσωρινή- ισχύς της καθεστωτικής πολιτικής από την ανυπαρξία ενός άλλου πραγματικού αγωνιστικού πόλου, ενός μετώπου αντίστασης και διεκδίκησης απέναντι στην αντιλαϊκή πολιτική.

Από την απουσία του μόνου πραγματικού όρου που θα μπορούσε να την ανακόψει και να ανοίξει το δρόμο για πραγματικές ανατροπές που σήμερα φαίνονται «μακρινές», ακριβώς χάρις σε αυτόν τον καταθλιπτικό συσχετισμό δύναμης. Της μόνης ουσιαστικής προϋπόθεσης που μπορούσε να μετακινήσει πραγματικά συνειδήσεις, να μετασχηματίσει στάσεις ζωής, να μετατρέψει αδράνειες χρόνων σε δράση.

Και ακριβώς πίσω από την βαριά σκιά του εκλογικού αποτελέσματος μπορούμε να διακρίνουμε-τολμούμε να το… προφέρουμε!– την θετική πλευρά, την πιο βαθιά και απαιτητική συνειδητοποίηση ότι η αντιλαϊκή κυβερνητική πολιτική αντιμετωπίζεται μόνο με αγώνες. Ότι ο μονόδρομος της επίθεσης αντιμετωπίζεται με τον άλλον μονόδρομο: με τη δημιουργία εστιών αντίστασης και οργάνων μαζικής πάλης, με το συντονισμό όλων των λαϊκών δυνάμεων που μπορούν να συντονιστούν σε αυτή την προοπτική.

Αυτό ισχύει πρωτίστως για την εκπαίδευση καθώς η νέα Κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει το εκλογικό αποτέλεσμα για να εντείνει την επίθεση της. Ορθά οι συνάδελφοι και οι συναδέλφισσες ανησυχούν για αυτό. Δεν έχουν κανένα λόγο όμως να λυπούνται για το κατάντημα των συνδιαχειριστών της αντιλαϊκής επίθεσης και να τους αφήσουν να «θάψουν τους εαυτών νεκρούς».

Η Κυβέρνηση γνωρίζει ότι τα ρήγματα της μεγάλης απεργίας του Οκτώβρη του 2021, των νεολαιίστικων κινητοποιήσεων για το άσυλο που άφησαν την πολιτική της με κάποιες σοβαρές «εκκρεμότητες», οι επίμονοι εργατικοί αγώνες αυτής της περιόδου και πάνω απ` όλα οι μεγαλειώδεις λαϊκές και νεολαιίστικες κινητοποιήσεις για το έγκλημα στα Τέμπη, όλα αυτά είναι ενεργά. Και θα μεγαλώσουν καθώς η επίθεση θα εντείνεται.

Εξάλλου μέσα στην ίδια τη «μαυρίλα» του εκλογικού αποτελέσματος μπορεί κανείς να διακρίνει τα στίγματα μιας άλλης πορείας: το ποσοστό της αποχής που εξακολουθεί να είναι μεγάλο καθώς μεγάλα κομμάτια του λαού γυρίζουν την πλάτη στο παραμύθι των εκλογών, τα ποσοστά αύξησης των οργανώσεων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς ακόμη και η αύξηση στους ψήφους του Κ.Κ.Ε. (όσο και αν αυτό το κόμμα θα τους «επενδύσει» στην κοινοβουλευτική του λογική).

Η κριτική του Μητσοτάκη στις εκδηλώσεις αλαζονείας δεν κρύβουν μόνο κοινοβουλευτικές τακτικές, αλλά το φόβο ότι από δω και μπρος η κυβέρνηση θα είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίζει άμεσα και κατάματα την «αντιπολίτευση» των δρόμων, τους λαϊκούς αγώνες χωρίς μάλιστα αξιόπιστη δήθεν εναλλακτική λύση για να εκτονώσει και να εκτρέψει την μαχητική τους προοπτική!

Μπορεί όμως να αρνηθεί τον εαυτό της; Μπορεί να ανακόψει την ήδη εξαγγελθείσα κλιμάκωση της επίθεσης; Μπορεί να αποκρύψει την πικρή αλλά περιεκτική αλήθεια ότι «δε θα σταματήσουν αν δεν τους σταματήσουμε»;

 

Διαβάστε επίσης: Νικόλαος Χρ. Ταφιάδης: «Η Γενοκτονία των Ελλήνων στον Πόντο αποτέλεσμα της απόφασης των Τούρκων εθνικιστών»