Φθάνει το παγουρίνο και οι μάσκες;

Τα σχολεία μας είναι έτοιμα (;) να ανοίξουν την προσεχή Δευτέρα σε συνθήκες πρωτόγνωρες. Είχαμε το παράδειγμα του περασμένου Μαϊου και Ιουνίου και θεωρητικά έπρεπε να ήταν όλα έτοιμα να ανοίξουν τα σχολεία μας, χωρίς προβλήματα στο πλαίσιο ενός ευρύτερου σχεδιασμού λόγω του covid-19.

Τα μηνύματα που φθάνουν από πολλές περιοχές της χώρας, αλλά και από σχολεία της Αττικής, είναι ότι υπάρχουν σημαντικές ελλείψεις, παρά την ανάγκη να είχαν δρομολογηθεί έγκαιρα οι διαδικασίες για να ανοίξουν τα σχολεία χωρίς προβλήματα.

Επικεντρωνόμαστε σχεδόν όλοι εάν το παγουρίνι είναι μικρό ή μεγάλο, για το εάν θα πάνε ή όχι μάσκες στα σχολεία που και αυτά είναι θέματα, αλλά υπάρχουν και άλλα πιο σημαντικά.

Υπάρχουν σχολεία που είναι ανέτοιμα να υποδεχτούν τους μαθητές. Υπάρχουν τάξεις μικρές που ο αριθμός τους ανά τμήμα, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, κινείται μεταξύ 20-25 μαθητών. Το πρόβλημα του χώρου είναι ένα από τα πιο σημαντικά, ειδικά σε μια εποχή που λόγω των συστάσεων από τους ειδικούς, πρέπει να υπάρχουν και οι αναγκαίες αποστάσεις στην τάξη. «Είναι πρόβλημα χώρου» μου έλεγε προ ημερών πανεπιστημιακός, εξηγώντας μου πόσο δύσκολο είναι να υπάρχει φυσική παρουσία στα πανεπιστήμια, αφού τα περισσότερα αμφιθέατρα είναι μικρά και δεν επαρκούν σε μια εποχή που υπάρχει μεγάλη επιστροφή και συμμετοχή των φοιτητών στα μαθήματα. Πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με δημοτικά σχολεία ή γυμνάσια και λύκεια.

Οι τάξεις μικρές χωροταξικά και μεγάλες σε μαθηματικό πληθυσμό, μια εξίσωση που δεν λύνεται αυτή τη στιγμή, αν και θα μπορούσε να βρεθεί λύση, καθώς χάθηκε χρόνος πολύτιμος.

Σε πολλά σχολεία δεν επαρκεί το προσωπικό καθαριότητας, προληπτικοί έλεγχοι -δειγματοληπτικά- δεν έχουν γίνει σε εκπαιδευτικούς και μαθητές. Τα κενά, όπως και κάθε χρονιά είναι πολλά, ενώ υπάρχουν σχολεία που δεν θα έχουν δασκάλους ένταξης, δασκάλους για παιδιά δυσλεκτικά, κ.α. Οι προσλήψεις αναπληρωτών καθυστερούν, ενώ έπρεπε φέτος να τρέξουν όλα πιο γρήγορα και λόγω των αυξημένων αναγκών να γίνουν επιπλέον προσλήψεις.

Η δυνατότητα χρόνου για να εξευρεθούν περισσότερες αίθουσες υπήρχε, όπως και να μειωθούν οι μαθητές σε κάθε τάξη. Αλλά αυτό για να γίνει έπρεπε να υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός έγκαιρα με αυξημένη χρηματοδότηση.

Πολλά μπορούν να ειπωθούν για το τι έπρεπε να γίνει και έχουν επισημανθεί από τους πιο αρμόδιους, αλλά ο ρόλος του δημοσιογράφου είναι να μεταδίδει τα μηνύματα της κοινωνίας, όπως αυτά φθάνουν. Και αυτή τη στιγμή, δυο εικοσιτετράωρα πριν ανοίξουν τα σχολεία, τα προβλήματα είναι πολλά και δεν θα έπρεπε.

Θέλει κανείς να είναι προβληματική η κατάσταση και να μην λειτουργούν κανονικά τα σχολεία; Προφανώς και όχι. Είναι αυτονόητο ότι όλοι οι λογικοί άνθρωποι θέλουμε όλα να κυλήσουν ομαλά.

Όμως, οφείλει και το υπουργείο να κινηθεί, έστω και τώρα, πιο γρήγορα, πιο αποφασιστικά και πιο άμεσα και βέβαια, πιο ευέλικτα και ρεαλιστικά και σε αυτές τις έκτακτες συνθήκες να πάρει και έκτακτες αποφάσεις. Μπορεί και πρέπει να το κάνει, χωρίς υποδείξεις.

Η εύρυθμη λειτουργία των σχολείων δεν είναι απαίτηση των γονιών, των εκπαιδευτικών, της συμπολίτευσης και της αντιπολίτευσης, ούτε στοίχημα της κυβέρνησης. Eίναι αυτονόητη διαδικασία σε ένα κανονικό Κράτος, το οποίο τουλάχιστον οφείλει να εγγυάται την ασφάλεια και να προασπίζεται την Υγεία και την Παιδεία.

Δεν είναι όλα θέμα παγουρίνου και μάσκας.

Άρης Ραβανός – in.gr