Γιώργος Βλασσόπουλος περί βασικού εισοδήματος

Το ζητούμενο είναι η πραγματική βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης όλων των πολιτών με έμφαση στους οικονομικά ασθενέστερους, αλλά και με αναπτυξιακή δυναμική για το σύνολο της κοινωνίας.

Η ιδέα του ελάχιστου ή του βασικού εισοδήματος επανέρχεται κατά καιρούς στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης σε παγκόσμια κλίμακα. Η συζήτηση αυτή αναζωπυρώνεται σε περιόδους οικονομικής η υγειονομικής κρίσης, διότι ακριβώς τότε αναδεικνύεται ακόμη πιο επιτακτική η ανάγκη αντιμετώπισης φαινομένων φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού. Πάντως το ζητούμενο είναι η πραγματική βελτίωση του επιπέδου διαβίωσης όλων των πολιτών με έμφαση στους οικονομικά ασθενέστερους, αλλά και με αναπτυξιακή δυναμική για το σύνολο της κοινωνίας.

Στην παρούσα φάση στη Γερμανία προγραμματίζεται πειραματικά από την Ένωση για το Βασικό Εισόδημα η χορήγηση ποσού 1200 ευρώ τον μήνα για 3 χρόνια σε 120 πολίτες(επί συνόλου 1500 ατόμων που θα συμμετάσχουν στην έρευνα) χωρίς να εργάζονται και χωρίς κριτήρια. Η κίνηση αυτή στηρίζεται από ιδιώτες δωρητές και εντάσσεται σε ερευνητικό πιλοτικό πρόγραμμα (2020-2024) υπό την καθοδήγηση του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών (DIW) με την επιστημονική συνεργασία του Ινστιτούτου Max Planck και του Πανεπιστημίου της Κολωνίας. Σκοπός είναι η ανίχνευση της συμπεριφοράς των επιδοτούμενων, ώστε να διαπιστωθεί αν θα γίνουν παραγωγικοί ή αν θα επαναπαυθούν στο επίδομα. Επιπλέον θα ερευνηθεί αν θα λειτουργήσουν ατομιστικά η με κοινωνική αλληλεγγύη (βλ. www.pilotprojekt-grundeinkommen.de).

Βεβαίως διαχρονικά οι απόψεις επί του όλου θέματος διίστανται: οι υπέρμαχοι υποστηρίζουν ότι η θέσπιση βασικού εισοδήματος θα συμβάλλει στην αντιμετώπιση της φτώχειας και στη μείωση των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων διαμέσου της στήριξης όλων των πολιτών άμεσα και γρήγορα. Οι πολέμιοι αντιτείνουν ότι θα μειωθεί η παραγωγικότητα με δυσμενείς συνέπειες στην οικονομική ανάπτυξη Η μέση λύση φαίνεται ορθότερη. Η επιδότηση της εργασίας είναι γενικά προτιμότερη από την επιδότηση της ανεργίας μεσομακροπρόθεσμα. Όμως η πρόβλεψη ενός εισοδήματος μαζί με βασικές παροχές (όπως διατροφής, στέγασης, τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής) που θα διασφαλίζουν ένα ελάχιστο αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για κάθε πολίτη είναι κορυφαία προτεραιότητα σε παγκόσμια κλίμακα για την ενίσχυση της κοινωνικής ειρήνης ως θεμέλιου λίθου της υγιούς οικονομικής ανάπτυξης. Υπό το πρίσμα αυτό ο ρόλος διεθνών οργανισμών όπως η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας, ο ΟΟΣΑ, η Παγκόσμια Τράπεζα ,η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι κομβικός πλέον και για την επόμενη φάση: το Βασικό Εισόδημα.

Προφανώς κάθε χώρα έχει τη δυνατότητα να αναλάβει σχετική πρωτοβουλία προσαρμοσμένη στην αγορά εργασίας της. Η Ελλάδα ως κράτος- μέλος και της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει θεσπίσει και αναπροσαρμόσει το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα (κατ΄επιταγήν και αρθρ. 21 Συντάγματος σε συνδυασμό με σχετική εθνική, ενωσιακή και διεθνή νομοθεσία).Άλλες χώρες, όπως οι σκανδιναβικές (π.χ. Φινλανδία) έχουν παράδοση δεκαετιών σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες. Όμως οι δράσεις αυτές παρουσιάζουν τις ιδιαιτερότητες τους από χώρα σε χώρα , συνδέονται με κριτήρια (εισοδηματικά, περιουσιακά και άλλα) , ενώ έχουν περιορισμένο γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής. Επίσης αναφέρονται, κατά κανόνα, σε ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα ως προνοιακό μέτρο αντιμετώπισης της ακραίας φτώχειας. Το Βασικό Εισόδημα αποσκοπεί στην κάλυψη μεγαλύτερων πληθυσμιακών ομάδων η ακόμη και όλων των πολιτών με αναπτυξιακό πρόσημο. Έχουν προταθεί διάφορες παραλλαγές βασικού εισοδήματος με προοπτική να μην στερηθεί εισοδήματος οποιοδήποτε ανεξαιρέτως άτομο η νοικοκυριό το έχει πραγματικά ανάγκη χωρίς γραφειοκρατία και καθυστερήσεις. Η μεγαλύτερη δυσκολία έγκειται στον τρόπο χρηματοδότησης του που παραλλάσσει από χώρα σε χώρα ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες της.

Σε μια εποχή, λοιπόν, διεθνούς υγειονομικής κρίσης με τεκτονικές συνέπειες στην ανάπτυξη, αλλά και στον τρόπο ζωής των κοινωνιών, ο ανοιχτός διάλογος για ένα Παγκόσμιο Βασικό Εισόδημα ως ελάχιστο δίχτυ ασφάλειας όλων όσων το έχουν ανάγκη, ιδίως για την στήριξη όλων όσων ανήκουν πραγματικά σε ευάλωτες ομάδες πληθυσμού (π.χ. μακροχρόνια άνεργοι, ΑΜΕΑ, χαμηλόμισθοι και χαμηλοσυνταξιούχοι, πολύτεκνοι, μονογονεϊκές οικογένειες , ηλικιωμένοι) είναι ύψιστη προτεραιότητα για τη διεθνή κοινότητα.

Ο διάλογος αυτός μπορεί να είναι ωφέλιμος, εφόσον τεκμηριωθεί με μια ολιστική και όχι μονοδιάστατη προσέγγιση, βασισμένη σε σχετικά πορίσματα και έρευνες διαφόρων επιστημονικών κλάδων (νομικής, οικονομικών, κοινωνιολογίας, ψυχολογίας, πληροφορικής κλπ.). Η συμβολή των κοινωνικών εταίρων (εκπροσώπων εργοδοτών και εργαζομένων), αλλά και της κοινωνίας των πολιτών είναι ιδιαίτερα χρήσιμη, ώστε να εξασφαλιστεί η αναγκαία κοινωνική συναίνεση. Μεγάλο ζητούμενο παραμένει η ουσιαστική άμβλυνση των ανισοτήτων διαμέσου της καινοτόμας και κοινωνικά δίκαιης ανάπτυξης, μέρισμα από την οποία θα μπορούν να λαμβάνουν όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες με έμφαση στους οικονομικά ασθενέστερους, εξασφαλίζοντας ένα κοινά αποδεκτό ελάχιστο αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για όλους.

Γιώργος Βλασσόπουλος – Διδάκτωρ Νομικής, Μέλος Ερευνητικού Εργαστηρίου Κοινωνικής Διοίκησης του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.

ieidiseis.gr