Η Ιστορία του Παναιτωλικού, του Βασίλη Σταρακά – Το Δεύτερο Μέρος (Photos)

Από τον Βασίλη Σταρακά, Παλαίμαχο Ποδοσφαιριστή του Παναιτωλικού.

Στο 1ο μέρος έγινε αναφορά στην ίδρυση του Παναιτωλικού μας – 9/3/1926 – από μια ομάδα επώνυμων Αγρινιωτών με «φωτισμένα» μυαλά, με στόχο να στρέψουν την προσοχή της νεολαίας στον αθλητισμό. Το πρώτο και κυριότερο τμήμα του Παναιτωλικού ήταν το ποδοσφαιρικό, συγχρόνως όμως λειτούργησαν και άλλα τμήματα όπως του στίβου αλλά και του βόλεϊ ανδρών και γυναικών.

Επίσης στο 1ο μέρος έγινε εκτενής αναφορά στην ανεπανάληπτη κοινωνική προσφορά  – επί 60 περίπου χρόνια – στην πόλη και την περιοχή μας με την ίδρυση και τη λειτουργία της νυχτερινής σχολής υπό την αιγίδα του συλλόγου μας, προς αντιμετώπιση του κοινωνικού αναλφαβητισμού που την εποχή εκείνη βρίσκονταν σε δυσθεώρητα ύψη στην περιοχή μας. Ανεκτίμητη κοινωνική προσφορά από ένα αθλητικό σωματείο. Αξεπέραστη ακόμη!

Πάμε όμως στο αγωνιστικό μέρος του Παναιτωλικού. Με τη λειτουργία του σωματείου, ο σκοπός των ιδρυτών για άθληση της νεολαίας επετεύχθη στο ακέραιο. Το γήπεδο γέμισε από νεαρούς που αντιπροσώπευαν όλες τις γειτονιές της πόλης. Πολλοί από αυτούς που ξεχώριζαν στις αλάνες για τα ποδοσφαιρικά τους προσόντα ήρθαν με τη φιλοδοξία να φορέσουν και να τιμήσουν τη κίτρινη φανέλα, στην οποία προς το μέρος της καρδιάς δέσποζε ο ΤΙΤΟΡΜΟΣ. 

Τα πρώτα χρόνια του Παναιτωλικού δεν έχουν ιδιαίτερο ποδοσφαιρικό ενδιαφέρον, αφού όλοι οι αγώνες του είχαν φιλικό χαρακτήρα. Εποπτεύουσα αρχή δεν υπήρχε – η Ε.Π.Ο. ιδρύθηκε έξι μήνες αργότερα από τον Παναιτωλικό – αλλά και τα οργανωμένα σωματεία ήταν ελάχιστα. Να σημειωθεί ότι από την ήπειρο έως την Πελοπόννησο μόνο η Πάτρα ήταν πολύ μπροστά – Παναχαϊκή, Αχιλλέας, Αστέρας Θύελλα, Ολυμπιακός και λίγο μετά τον Παναιτωλικό έκαναν τα πρώτα ποδοσφαιρικά τους βήματα οι ομάδες των Ιωαννίνων Ατρόμητος και Αβέρωφ, όπως και ο Παναιγιάλειος στο Αίγιο, η Αναγέννηση Άρτας και η Α.Ε. Μεσολογγίου.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 άρχισαν στην επαρχία τα τοπικά περιφερειακά πρωταθλήματα χωρίς όμως να εξασφαλίζουν κανένα προβιβασμό. Ακόμη και στην Αθήνα την εποχή αυτή – την προπολεμική – 4-5 ομάδες των Αθηνών συν τον Άρη Θεσσαλονίκης αγωνίζονταν για το πρωτάθλημα Ελλάδος με κανόνες που σχεδόν όριζαν οι παράγοντες των διαγωνιζομένων σωματείων.

Ο Παναιτωλικός, ως επί το πλείστων μέχρι το τέλος της 10ετίας του 1930 που ξεκίνησε ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, μόνο φιλικές συναντήσεις είχε, αλλά όπως λένε οι παλιοί, πολύ ενδιαφέρουσες που συγκέντρωναν χιλιάδες φιλάθλους μας.

Για την ποδοσφαιρική δραστηριότητα του Παναιτωλικού μας κατά την προπολεμική περίοδο μας ενημερώνει ένα βασικό στέλεχος της ομάδας εκείνης ο ΣΠΥΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΡΑΚΙΤΣΟΣ (1920 – 2018) με τον οποίο ανταμώναμε συχνά – όσο ήταν στη ζωή.

Ο Κυρ Σπύρος αποτελούσε μια ιδιαίτερη Αγρινιώτικη προσωπικότητα, ήταν πολύ ευχάριστος στις συζητήσεις, είχε δε άριστη πνευματική διαύγεια μέχρι το τέλος της ζωής του. Δραστηριοποιήθηκε επαγγελματικά στην Πάτρα (γενικός αντιπρόσωπος της αυτοκινητοβιομηχανίας ΠΕΖΩ Πελοποννήσου και Δυτικής Στερεάς). Μέχρι το τέλος της ζωής του, όταν οι καιρικές συνθήκες το επέτρεπαν παρακολουθούσε τους εντός έδρας αγώνες του Παναιτωλικού συνοδευόμενος πότε από τον γιο του πότε από τον ανιψιό του, Χρίστο Χαρίλαου Καρακίτσο (φανατικός Παναιτωλικός και αυτός). Λόγω της σωματικής του ρώμης οι φίλοι του κυρ Σπύρου του είχαν δώσει από την παιδική του ακόμη ηλικία το ψευδώνυμο «γορίλας».

Το 2014 η Π.Α.Ε. με εισήγηση του τότε διευθύνοντος συμβούλου Μάκη Μπελεβώνη, μέσα σε μια λαμπρή φιέστα που δημιούργησαν οι χιλιάδες φίλαθλοι μας στο γήπεδο, γιορτάζοντας τα 88χρονα του Παναιτωλικού, ο Πρόεδρος και Ιδιοκτήτης του Συλλόγου Φώτης Κωστούλας τίμησε τον κυρ Σπύρο εκ μέρους της οικογένειας του Παναιτωλικού απονέμοντάς του τιμητική πλακέτα.

Από φωτογραφικό αρχείο Βασίλη Σταρακά. Παναιτωλικός (γηπεδούχος) – Ολυμπιακός Πατρών. Με τα σκούρα σορτς οι παίκτες του Παναιτωλικού. Όρθιος άκρη αριστερά, ο Αγρινιώτης έμπορος ξυλείας και μέλος του Δ.Σ. Χρήστος Κασσάρας. Ξαπλωμένος στο έδαφος δεξιά, με δεμένο τον καρπό του αριστερού του χεριού, ο 17χρονος Σπύρος Καρακίτσος. Στο βάθος ο «οχθος», η σημερινή μικρή εξέδρα, γεμάτη φιλάθλους.

Με τον κυρ Σπύρο ανταμώναμε συχνά όπως προείπα και στην τελευταία μας συνάντηση – το Deck καφέ στην Πάτρα ήταν το στέκι του – μου χάρισε μερικές ανέκδοτες ποδοσφαιρικές φωτογραφίες της εποχής του.

Στις 9-3-2018 ανταλλάξαμε – τηλεφωνικά – ευχές για τα 92α γενέθλια του Παναιτωλικού και τα 98α δικά του. Μετά από 20 ημέρες η φλογερή του καρδιά που για έναν αιώνα περίπου χτυπούσε για το Αγρίνιο και τον Παναιτωλικό  – κατά δήλωσή του – έπαψε να χτυπά. Παρακάτω ένα μέρος από τις ποδοσφαιρικές του αναμνήσεις:

«Μέχρι το 1937 στην επαρχία δεν υπήρχε πρωτάθλημα ή κύπελλο. Παρ’ όλα αυτά, το Δ.Σ. του Παναιτωλικού εξ’ αρχής έβαλε φιλόδοξους και υψηλούς στόχους και με μεθοδικότητα και προγραμματισμό σχεδίαζε την υλοποίησή τους. Το 1929 το Δ.Σ. προσέλαβε προπονητή ποδοσφαίρου για δύο χρόνια, τον έμπειρο Ανδρέα Κεχαγιά, πρόσφυγα από το Αϊβαλή, ο οποίος την προηγούμενη χρονιά ήταν στην ΑΕΚ Αθηνών. Το 1931 τον διαδέχτηκε ένας άλλος μεγάλος προπονητής, ο Αθηναίος Δημήτρης Τζαμτζής ο οποίος ασχολήθηκε πολύ με νεαρούς ταλαντούχους ποδοσφαιριστές τους οποίους προώθησε στη μεγάλη ομάδα. Η μεγάλη όμως επιτυχία ήταν η πρόσληψη για τις σαιζόν – 1937-38 και 1938-39 – ενός φημισμένου Ούγγρου προπονητή – γυμναστή με το όνομα Ζίγγερ

Ήταν η πρώτη φορά – 1937 – που προκηρύχτηκε κύπελλο Ελλάδας αλλά με γεωγραφικά κριτήρια για να αποφεύγονται οι μεγάλες μετακινήσεις. Μέχρι τότε παίζαμε μόνο φιλικούς αγώνες με Παναιγιάλειο, Μεσολόγγι, Άρτα, Γιάννενα και με ομάδες της Πάτρας η οποία είχε πάνω από 10. Και στην πρωτεύουσα όμως δεν υπήρχαν επίσημες διοργανώσεις, παρά μόνο τουρνουά πόλεων Αθηνών – Πειραιά – Θεσσαλονίκης – Πάτρας – Βόλου πάντα φιλικού χαρακτήρα. Ήταν μια εποχή του ρομαντικού ποδοσφαίρου χωρίς ιδιαίτερα συστήματα και τακτικές».

 Και συνεχίζει ο Κυρ Σπύρος: «Παίζαμε ελεύθερα, ανοιχτά και μόνο για τη νίκη αφού δεν θυμάμαι αγώνα να έληξε 0-0. Ας γυρίσουμε όμως στην διοργάνωση του κυπέλλου το 1937-1938. Εμείς αποκλείσαμε τον Παναγιάλειο και τον Απόλλωνα Πατρών με πρώτο σκόρερ το Βασίλη Κοσκινά εμάς όμως μας απέκλεισε ο Γηπεδούχος Ολυμπιακός Πατρών, πολύ καλή ομάδα που οι περισσότεροι παίκτες του ήταν πρόσφυγες από τη Σμύρνη. Τη σαιζόν 1938-39 ξεκίνησε το πρωτάθλημα της Ε.Π.Σ. Πατρών στην οποία είχε ενταχθεί και ο Παναιτωλικός. Η ομάδα μας με τις οδηγίες του Ζίγγερ είχε ανέβει επίπεδο, εγώ είχα ήδη καθιερωθεί στην ενδεκάδα και ενώ βρεθήκαμε μια ανάσα από τη στέψη μας σαν πρωταθλητές,  αφού προηγούμαστε μέχρι τα τελευταία λεπτά του αγώνα 2-1 (και τα δύο γκολ ο Θανάσης Ζούρκας), ένας Πατρινός διαιτητής παραχώρησε δύο ανύπαρκτα πέναλτι υπέρ των γηπεδούχων αντιπάλων μας, που ήταν πάλι ο Ολυμπιακός Πατρών, και χάσαμε 3-2». 

Από φωτογραφικό αρχείο Βασίλη Σταρακά: Η γυναικεία ομάδα βόλεϊ του Παναιτωλικού (1933). Διακρίνονται από αριστερά: Μπαρχαμπά Χαρίκλεια, Σταθοπούλου Βασιλική, Βαϊνά Γεωργία, Ραππακούλια, Γραμμένου – Κατσίμπα Σταυρούλα, Κανή Μαρία.

Στον αγώνα αυτό – ήταν Κυριακή – έκανε τρομερή εντύπωση στους Πατρινούς ο αρκετά μεγάλος αριθμός φιλάθλων που μας ακολούθησε. Παρ’ όλο που τα Ι.Χ. επιβατηγά ήταν ελάχιστα, πολλοί από αυτούς ταξίδεψαν με τον «καρβουνιάρη» – το τρένο της εποχής -μέχρι το Κρυονέρι και πέρασαν στην Πάτρα με το μοναδικό μεταφορικό μέσο που υπήρχε τότε το φέρρυ μποτ «Καλυδώνα». Άλλοι ταξίδεψαν με τα λεωφορεία – ταξί των 12 θέσεων που έκαναν τακτικά δρομολόγια από και προς Πλατεία Μπέλλου – Άγιος Κωνσταντίνος μεταφέροντας καπνεργάτες πρόσφυγες. Κάποιοι άλλοι νεαρής ηλικίας ταξίδεψαν όρθιοι στις καρότσες επαγγελματικών αυτοκινήτων που μετέφεραν υλικά οικοδομών. Απίστευτη ταλαιπωρία από τους επικίνδυνους χωματόδρομους. Μου αρέσει που αυτό το πάθος του κόσμου για τον Παναιτωλικό συνεχίζεται».

Εδώ ο «Γορίλλας» με κοίταξε με ένα πλατύ χαμόγελο, πίνει δύο – τρεις γουλιές τσάι και συνεχίζει χαριτολογώντας: «Δυστυχώς διάφορα κυκλώματα έχουν ζώσει για τα καλά αυτό το δημοφιλέστατο άθλημα. Είναι κρίμα που ισχύει ο δικός μου νόμος». Των ρώτησα τι εννοεί και μου απάντησε: «Γορίλλα δεν με φωνάζανε όλοι; Ε, λοιπόν ο δικός μου νόμος είναι ο νόμος της ζούγκλας. Υπάρχουν 2-3 δυνατοί στο Ποδόσφαιρο – όπως στη ζούγκλα – και οι υπόλοιποι είναι θύματα. Ένα από αυτά βέβαια, το καμάρι μας, ο Παναιτωλικός που κοσμεί το Ελληνικό Ποδόσφαιρο».

Από φωτογραφικό αρχείο Βασίλη Σταρακά: Παναιτωλικός 1936 – 37: Ζούρκας, Χαϊτος (Σαμιώτης), Κασσάρας, Κοσκινάς, Δομοζόπουλος, Παντούλας, Καραθανάσης, Καρακίτσος, Παπαϊωάννου, Παγώνης, Μπούτας.

Στη συνέχεια ο Κυρ Σπύρος μίλησε για τους συμπαίκτες του. «Ο καλύτερος όλων ήταν ο Βασίλης Κοσκινάς, μεγάλος σέντερ φορ, τον οποίο απέκτησε ο Ολυμπιακός Πειραιώς την περίοδο 1939-40. Έγινε μεγάλη βεντέτα αμέσως με τους πρώτους αγώνες αλλά ήταν άτυχος αφού σε λίγο ξέσπασε ο πόλεμος. Άλλοι που ξεχώριζαν ήταν: ο Βασ. Καραθανάσης, Χρ. και Δημ. Κασσάρας, Δ. Μαυροδημόπουλος, Σπ. Μπάθας, Ακύλλας και Χρ. Παπαιωάννου, Ν. Σαμιώτης, Ανδρ. Τσιχριτζής, Πάνος Αλεξάς, Κώστας Καμζέλης, Νικ. Γιαννούλης, Σπ. Δομουζόπουλος, Σπ. Καμποσιώρας, Γ. Κιτσοπάνος, Σπ. Παγώνης, Αλέκος Δημόπουλος και οι τερματοφύλακες Χρήστος Αντωνάτος και Μιχάλης Παντούλας.

Από φωτογραφικό αρχείο Βασίλη Σταρακά: Ο Πρόεδρος της Π.Α.Ε. Παναιτωλικός Κος Φώτης Κωστούλας – δεύτερος από δεξιά – απονέμει τιμητικές πλακέτες κατά τον εορτασμό των 88χρονων στους παλαίμαχους του συλλόγου: Μιχάλης – Λάκης – Αλεξόπουλος 1ος από δεξιά, Θανάσης Σπανόπουλος 3ος από δεξιά, Σπύρος Καρακίτσος 4ος από δεξιά. Στο αριστερό άκρο ο πρόεδρος παλαίμαχων του Παναιτωλικού Βασίλης Σταρακάς.

Στα τέλη του 1940 η Ελλάδα ενεπλάκη ουσιαστικά στον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο δίνοντας μάχες για να αποκρούσει την εισβολή της φασιστικής Ιταλίας στη χώρα μας. Σε λίγους μήνες έχουμε την περίοδο της μαύρης κατοχής μέχρι το τέλος περίπου του 1944. Όπως όλοι οι Ελληνικοί σύλλογοι σταμάτησαν κάθε αθλητική δραστηριότητα έτσι και εμείς εδώ σκορπίσαμε και «άλλος για …Χίο τράβηξε και άλλος για… Μυτιλήνη πήγε». Αμέσως μου εξήγησε και τους δύο.. προορισμούς. Χίος: Ο δρόμος που πήραν τα παλικάρια  που επιστρατεύτηκαν. Μυτιλήνη: Ο δρόμος που ακολουθήσαμε εμείς οι μικρότεροι που δεν είχαμε την ηλικία των στρατεύσιμων αλλά δηλώσαμε παρόντες στο κάλεσμα της πατρίδας για τη λευτεριά και πήραμε το δρόμο για «το βουνό».