Η Μάγδα Κατσιπάνου στο AgrinioTimes.gr: «Το απόστημα που έσπασε, θα καθαρίσει το πρόσωπο του θεάτρου μας»

Αρκεί κανείς, να την ακούσει να μιλάει για το θέατρο, για να καταλάβει το δυναμισμό και την ευαισθησία αυτής της γυναίκας, που με πολύ σαφή και ιδιαίτερο τρόπο καταφέρνει να σου μεταλαμπαδεύει τον έρωτα και το πάθος για την δουλειά της. Έναν έρωτα και ένα πάθος που όση λογοτεχνική γοητεία και αν επιστράτευσης, για να τα αποδώσεις θα φαντάζει πάντα εξαιρετικά ελλιπής η προσπάθεια της περιγραφής του δυναμισμού και της ευαισθησίας που την διακρίνει.

Σήμερα λοιπόν, σε μια περίοδο που το θέατρο παραμένει κλειστό, με τις κουΐντες του να παρασύρονται από έναν εφιαλτικό ανεμοστρόβιλο προβληματικών και κακουργηματικών συμπεριφορών, φιλοξενούμε στη συνέντευξη της Δευτέρας μια συντοπίτισσα μας, που επιμένει να μην φοβάται σκοτάδι, γιατί γνωρίζει πολύ καλά, πως λίγο πριν ανοίξει η αυλαία και το φως έρθει να αναδείξει τη μυθολογία των υποκειμένων, ο ηθοποιός πρέπει να διασχίσει το σκοτάδι των παρασκηνίων και να σταθεί μετέωρος εκεί που θα τον συναντήσει η πιο βαθιά του αλήθεια.

Μαζί μας σήμερα η Μάγδα Κατσιπάνου.

Λευτέρης Τηλιγάδας


Η Μάγδα Κατσιπάνου γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αγρίνιο.

Είναι αριστούχος απόφοιτος της σχολής του Θεάτρου των Αλλαγών, στην οποία σπούδασε δωρεάν, με την τριετή υποτροφία «Ανδρέας Βουτσινάς», καθώς και του τμήματος Μουσικών Σπουδών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, όπως και κάτοχος πτυχίων πιάνου και ανωτέρων θεωρητικών (Αρμονία – Αντίστιξη – Φούγκα), από το Εθνικό Ωδείο Αθηνών με βαθμό παμψηφεί άριστα.

Η ειδίκευση της είναι στη «Μουσικοκινητική Αγωγή» μέσω του συστήματος Carl Orff και έχει παρακολούθησης μαθήματα στο International Acting Summer School στο Λονδίνο ως μεταπτυχιακή υπότροφος

Έχει παρακολουθήσει τα σεμινάρια: Ρούλα Πατεράκη, Αρχαίων Δράμα. Σύγχρονες μέθοδοι προσέγγισης του αρχαίου δράματος. Τρωάδες του Ευριπίδη, Παλιά Βουλή. • Θοδωρής Αμπαζής, Μουσικό Θέατρο, Μελέτη πάνω στους Δαιμονισμένους του Ντοστογιέφσκι, Εθνικό Θέατρο. • Μιχαήλ Μαρμαρινός, Αρχαίων Δράμα. Σύγχρονες μέθοδοι προσέγγισης του αρχαίου δράματος. Λυσσιστράτη του Αριστοφάνη, Ανώτατη Σχολή Καλών Τενών. • Κέντρο Κλασσικού Δράματος και Θεάματος του Παντείου Πανεπιστημίου και το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης , Το Αρχαίο Δράμα Σήμερα. • Θωμάς Μοσχόπουλος, Η τέχνη του θεάτρου ή μήπως η τεχνική του, Θέατρο Πόρτα • Bijoux de Kant – Ηλέκτρα Ελληνικιώτη, Η υποκριτική τέχνη πάνω στη Γέρμα του Φ. Γ. Λόρκα • Bijoux de Kant – Γιάννης Σκουρλέτης, Η υποκριτική τέχνη πάνω στη Μήδεια του Ευριπίδη.
Άρης Μπινιάρης, Υποκριτική με όχημα το τραγούδι, Χώρος Τέχνης Quilombo • Τσέζαρις Γκραουζίνις, Η ανάλυση των δράσεων ως πηγή έμπνευσης για τον ηθοποιό, Μικρό Θέατρο Αγρινίου

Παράλληλα ασχολείται επαγγελματικά με το θέατρο.

              • Έχει συμμετάσχει στις παρακάτω παραστάσεις:
              • «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» Ρ. Μοσχοχωρίτη  το 2005,
              • «Όπερα της πεντάρας» σε σκηνοθεσία, Ρ. Μοσχοχωρίτη, 2006
              • «Κόμης Δράκουλας» σε σκηνοθεσία  Κ. Καραδήμας, 2012
              • «The Man Who» σε σκηνοθεσία  Κ. Καραδήμα, 2010
              • «Φρεναπάτη» σε σκηνοθεσία  Δ. Μαυρίκιος, 2013
              • «Εγώ γιατρέ μου», σε σκηνοθεσία  Κ. Κωνσταντόπουλος, 2014
              • «Πέντε ψέμματα στο φως», σε σκηνοθεσία  Γ. Στυλιανόπουλος, 2016
              • «Κρυφτό στο χρόνο», σε σκηνοθεσία  Γ. Στυλιανόπουλος, 2016
              • «Ηλέκτρα Project», σε σκηνοθεσία  Π. Μοσχολιδάκης 2018
              • «A Midsummer… », σε σκηνοθεσία Ε. Τσολακίδης 2018
              • «Διάφανη», σε σκηνοθεσία Π. Μοσχολιδάκης, 2017-2019
              • «Το σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», σε σκηνοθεσία Ν. Καραγέωργου, 2018
              • «Mom maid mermaid» σε σκηνοθεσία, Κ. Σιώζου, 2019-2020
              • «Πίστη, Αγάπη, Ελπίδα» σε σκηνοθεσία, Ρ. Μοσχοχωρίτη, 2019-2020

Παράλληλα από το 2003 διδάσκει το μάθημα της Μουσικής στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, όπως επίσης σε Ωδεία και Μουσικές Σχολές πιάνο και ανώτερα θεωρητικά .

 

Μάγδα Κατσιπάνου:
«Το απόστημα που έσπασε, θα καθαρίσει το πρόσωπο του θεάτρου μας»

 

 

Λ.Τ. Συναντιόμαστε Μάγδα, σε μια περίοδο κατά την οποία και η κοινωνία και ο δημιουργικός χώρος του θεάτρου περνάει τη δική του κρίση όχι μόνο με τα πρόσφατα γεγονότα του φαινομένου «#metoo», που είδαν το φως της δημοσιότητας, αλλά κυρίως την αγωνία των ανθρώπων του θεάτρου να μπορέσουν να κρατηθούν «όρθιοι» ψυχικά και βιολογικά μέσα σε αυτό το δύσκολο για την δουλειά τους υγειονομικό και οικονομικό περιβάλλον και να λειτουργήσουν την τέχνη τους μέσα στα καθηλωτικά πλαίσια των μέτρων που εφαρμόζει η πολιτεία για τον περιορισμό της μετάδοσης του Covid-19.
Τι κάνεις αυτή την περίοδο; Υπήρχαν πράγματα που είχαν ξεκινήσει και σταμάτησαν;

Μ.Κ. Τα πράγματα είναι αρκετά δύσκολα, όλοι το γνωρίζουμε αυτό, Λευτέρη. Εδώ και ένα χρόνο τα θέατρα είναι κλειστά με άδειες καρέκλες και άδεια καμαρίνια, με τον κόσμο του θεάτρου να είναι σε απραγία και να δυσκολεύεται να εξυπηρετήσει ακόμα και τις καθημερινές του ανάγκες. Πέρσι το Μάρτιο ετοιμαζόμασταν για μια παράσταση στην Αθήνα, στο Bios Main. Πηγαίναμε για πρεμιέρα στις 19 Μαρτίου με ένα έργο εξαιρετικά ταυτόσημο με την σημερινή πραγματικότητα της πανδημίας και της καραντίνας, που κανείς μας, εκείνη την εποχή των προβών, δεν φανταζόμασταν το πόσο πολύ επίκαιρο θα ήταν. Μιλάω για το έργο του Έντεν Φον Χόρβατ, «Πίστη, Αγάπη, Ελπίδα», το οποίο δεν ανέβηκε ποτέ, γιατί στις 11 Μαρτίου είχαμε το lockdown. Κλειστήκαμε όλοι μέσα, ακυρώθηκαν οι παραστάσεις μας ακυρώθηκε και η ανάγκη μας να δείξουμε τη δουλειά μας. Είχαμε πάνω στο σώμα μας, μέσα στη θεατρική μας συνείδηση και το μυαλό μας ένα έργο που αναγκαστήκαμε να μην το δείξουμε ποτέ, αλλά να το ζήσουμε στην καθημερινότητα μας. Οπότε κι εγώ όπως και όλοι οι συνάδελφοι μου στο θέατρο βρίσκομαι σε μια καλλιτεχνική απραγία.

 

 

Φωτογράφηση της ακυρωμένης λόγω του lockdown παράστασης του έργου του Έντεν Φον Χόρβατ, «Πίστη, Αγάπη, Ελπίδα»

 

Λ.Τ. Στην περίπτωση εκείνη, που θα αλλάξουν τα δεδομένα της καραντίνας, υπάρχει η προοπτική αυτή η παράσταση να ανέβει;

Μ.Κ. Δεν το ξέρουμε ακόμη. Η παράσταση αυτή ήταν επιδοτούμενη από το υπουργείο πολιτισμού και η επιδότηση ήταν μέχρι το Μάη του 2021, Πήραμε μία παράταση, γιατί έπρεπε να γίνει η παράσταση, έγινε μία βιντεοσκόπηση, δώσαμε το υλικό μας στο υπουργείο πολιτισμού, αλλά κανείς μας δεν ξέρει ακόμα, αν θα γίνει για να μπορέσει ο κόσμος να ‘ρθει να το δει ή αν θα προβληθεί σε live streaming.

Λ.Τ. Αυτή την εποχή πάρα πολλές παραστάσεις προβάλλονται σε live streaming. Πόσο θεωρείς ότι αυτή η λειτουργία μπορεί εκτός από αναγκαία επιλογή στη σημερινή συγκυρία να διατηρήσει τα σχήματα αλλά και την θεατρική τέχνη στο πολιτιστικό περιβάλλον;

Μ.Κ. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί μία streaming παράσταση να αντικαταστήσει την διαδραστική σχέση του ηθοποιού με το κοινό. Το θέατρο είναι ένα γεγονός αναπνοής «ζώσας» που «μιλάει» κατευθείαν στη ψυχή του ανθρώπου σε πραγματικό χώρο και χρόνο. Ο ηθοποιός πάνω στην σκηνή παίρνει τις ταλαντεύσεις της πλατείας και τις επιστρέφει. Πότε μια παράσταση δεν είναι η ίδια. Κάθε φορά το γεγονός είναι διαφορετικό…όχι άλλο… διαφορετικό, γιατί το κοινό είναι διαφορετικό. Δεν είναι δυνατόν να μην υπάρχει αυτή η διάδραση ανάμεσα στον ρόλο, τον ηθοποιό και τον θεατή, που τον παρακολουθεί. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό που κάνει αυτή την τέχνη τόσο μοναδικά ξεχωριστή. Είναι τόσο μαγική η υποκριτική τέχνη. Είναι τόσο μαγικό να βρίσκεσαι πάνω στη σκηνή και να έρχεσαι σε επαφή με την ψυχή του θεατή, του κάθε θεατή, έτσι ώστε αυτός να φύγει με έναν προβληματισμό με μία αναζήτηση. Πώς μπορείς να επικοινωνήσεις, άραγε, μέσα από μία οθόνη.

Βέβαια στις εποχές που ζούμε και που χαρακτηρίζονται τόσο πολύ από την τεχνολογία, ένα live streaming μας δίνει μια εικόνα θεάτρου. Εγώ δεν σου κρύβω ότι σαν ηθοποιός αρνούμαι να δω παραστάσεις από την οθόνη. Ακόμα και παραστάσεις συναδέλφων που τόσο πολύ θέλω να τις δω, δεν μπορώ να το κάνω, γιατί την ελπίδα και την πεποίθηση ότι θα τις δω ζωντανά δεν την έχω απεμπολήσει.

 

 

 

 

Λ.Τ. Απ’ ό,τι αντιλαμβάνομαι, και διόρθωσε με αν κάνω λάθος, τα «θεατρικά εργαλεία» του χτισίματος ενός ρόλου η μιας παράστασης, έχουν αλλάξει σημαντικά τα τελευταία 50 με 60 χρόνια. Φαντάζουν πιο σύνθετα, πιο περίπλοκα. Ποια είναι η άποψη σου και η βιωματική σχέση σου με αυτά;

Μ.Κ. Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον αυτό που λες. Όντως υπάρχει εξέλιξη στα «εργαλεία» που έχουμε ως ηθοποιοί, που έχει στα χέρια του ένας σκηνοθέτης, καθώς και όλοι οι συντελεστές μιας παράστασης. Υπάρχει ένα ζήτημα, όμως εδώ: πόσο αυτά τα «εργαλεία» συμβάλουν στο να μην χαθεί η ουσία της υπόστασης μιας παράστασης;

Και η ουσία της κάθε θεατρικής πράξης είναι να φωτιστεί η ψυχή των ανθρώπων. Για μένα το θέατρο είναι φώτιση. Η δική μου αγωνιώδης αναζήτηση του φωτός, να γίνει φως και να λάμψει μέσα στις ψυχές των άλλων.

Λ.Τ. Ο θεατρικός λόγος στο επίπεδο της συγγραφής, Μάρθα, έχει αλλάξει μορφή, είναι ένα από τα εργαλεία που είπαμε προηγουμένως ότι έχουν εξελιχθεί. Υπάρχει μια διαδικασία αναζήτησης της μορφής του, άλλες φορές αρκετά ενδιαφέρουσα, άλλες φορές όχι και τόσο. Πόσο πρόβλημα μπορεί να είναι αυτό; Θεωρείς ότι ένα κείμενο πέρα από τις γνωστές φόρμες ανοίγει νέους δρόμους στη θεατρική παραγωγή μιας παράστασης;

Μ.Κ. Όχι δεν το θεωρώ πρόβλημα. Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι έχουμε ανάγκη από ένα θεατρικό λόγο που θα ακολουθεί την ανάγκη της εξέλιξης της θεατρικής τέχνης. Δεν μπορεί η ζωή να αλλάζει και το θέατρο να μένει στάσιμο. Το θέατρο είναι τέχνη ζωντανή. Διαμορφώνεται από τη ζωή και τη διαμορφώνει. Ακολουθεί την εξέλιξη των καθημερινών πραγμάτων και εμπεριέχει τις δυναμικές της αλλαγής των ανθρώπων. Όταν οι ρυθμοί αυξάνουν το θέατρο δεν μπορεί να μην τους ακολουθεί. Είναι πολύ σημαντικό για το θέατρο η αναζήτηση σε αυτό το επίπεδο. Βέβαια πολλά κλασσικά έργα εξακολουθούν να είναι σύγχρονα. Θέλουμε να βλέπουμε νέους συγγραφείς, θέλουμε να βλέπουμε νέα έργα, γιατί μέσα από αυτά εξελίσσεται και η υποκριτική τέχνη και η σκηνοθεσία.

 

 

 

 

Λ.Τ. Είναι τέτοια η στιγμή, η συγκυρία θα έλεγα καλύτερα, που δεν μπορώ να μην σε ρωτήσω για το πως αντιλαμβάνεσαι τη συνέχεια της θεατρικής ζωής στη χώρα μας μετά από αυτά που συμβαίνουν σήμερα στο θεατρικό κόσμο με όλες αυτές τις αποκαλύψεις που αφορούν στο κοινωνικό φαινόμενο που καθορίζεται από τον αγγλικό όρο «#metoo». Θεωρείς ότι όλες αυτές οι αποκαλύψεις μπορούν να πλήξουν και να υποβαθμίσουν τη λειτουργία και την συνέχεια του θεάτρου.

Μ.Κ. Είμαι από αυτούς που πιστεύουν πραγματικά στο moto «κάθε εμπόδιο για καλό». Αυτή τη στιγμή το θέατρο πονάει, το θέατρο υποφέρει, αυτή τη στιγμή το θέατρο κουβαλάει το δικό του βάρος. Με θέατρα κλειστά εδώ και ένα χρόνο, με ηθοποιούς άνεργους, που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν με αξιοπρέπεια στα καθημερινά τους βιοποριστικά ζητήματα, η θεατρική κοινωνία βρίσκεται εκτεθειμένη και με τα πιο σκοτεινά της «τέρατα» στην επιφάνεια. Θεωρώ όμως ότι μόνο καλό θα βγει από όλο αυτό. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία που δίνεται σε όλους μας να πλησιάσει ο ένας τον άλλον και να στηρίξουμε ο ένας τον άλλον. Για να συμβεί όμως αυτό, απαιτεί σεβασμό, ήθος, αξιοκρατία κι αξιοπρέπεια. Νομίζω, ότι το απόστημα που έσπασε, θα καθαρίσει το πρόσωπο της θεάτρου μας, θα εξυγιάνει το χώρο μας, που σήμερα νοσεί. Νοσεί από την κατάργηση της άσκησης του επαγγέλματος του ηθοποιού, από τις ατελείωτες απλήρωτες πρόβες, από τα πισώπλατα μαχαιρώματα, από τις οντισιόν που δεν γίνονται πια, γιατί ο κάθε σκηνοθέτης και ο κάθε θεατρικός επιχειρηματίας θα πάρει τους δικούς του… Ναι, νομίζω, ότι μόνο σε καλό θα μας βγει όλο αυτό.

 

 

 

 

Λ.Τ. Ο θεατρικός χώρος διακρίνεται από έναν καλλιτεχνικό πληθωρισμό από θεατρικές σκηνές. Το ερώτημα είναι στερεότυπο, αλλά θεωρώ πως χαρακτηρίζεται έτσι, γιατί παραμένει ουσιαστικό, όσες φορές και αν τεθεί. Πόσο η ποσότητα επηρεάζει την ποιότητα;

Μ.Κ. Είναι πάρα πολύ ωραίο να βλέπεις ανθρώπους νέους, να θέλουν να εκφραστούν. Το ζήτημα όμως παραμένει: Δυστυχώς στην Ελλάδα έχουμε φτάσει στο σημείο εκείνο που έχουμε πολύ περισσότερες θεατρικές σκηνές, πολύ περισσότερες θεατρικές ομάδες, πολύ περισσότερες δραματικές σχολές, από πολύ μεγαλύτερες θεατρικές χώρες με πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό. Θεωρώ ότι αυτό θέλει μία ισορροπία. Όταν έχεις τόσο πολλές θεατρικές σχολές και κάθε χρόνο βγάζεις τόσους πολλούς ηθοποιούς πρέπει να μπορούν να εκφραστούν. Σαφώς και θα δημιουργηθούν πολλές ομάδες, πολλά θεατρικά σχήματα… Και ναι… Λίγοι θα είναι εκείνοι που θα ξεχωρίζουν και θα ανταποκριθούν στις προκλήσεις της τέχνης τους με μια ποιότητα. Το θέμα είναι να οικοδομηθεί μια ισορροπία, όπως είπα και προηγουμένως. Είναι αναγκαιότητα πια το θεατρικό μας στερέωμα να ξαναφτιαχτεί από τη βάση του, για να μπορέσουμε να οικοδομήσουμε ένα θέατρο ζωηρό και φωτεινό, έτσι όπως το έχουμε ονειρευτεί.

 

 

 

 

Λ.Τ. Συνεργάστηκες σχετικά πρόσφατα με το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο του Αγρινίου, στο έργο του Λόρκα, «Το σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα». Ποιο είναι το αποτύπωμα μέσα σου, που άφησε αυτή η συνεργασία και πως βλέπεις γενικότερα το θεσμό των ΔΗΠΕΘΕ στη χώρα;

Μ.Κ.  Ήταν η πρώτη μου συνεργασία με ΔΗΠΕΘΕ και ήταν εξαίρετη. Εκτιμώ πολύ τον Νίκο τον Καραγέωργο, γιατί είναι δάσκαλος, είναι θεατράνθρωπος, είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης και θεωρώ, ότι είναι ένας άνθρωπος, ο οποίος μπορεί να προσφέρει πολλά πράγματα στο Αγρίνιο. Είχα πολύ ωραία συνεργασία μαζί του, καθώς και με όλους τους συντελεστές της παράστασης.

Θεωρώ ότι τα ΔΗΠΕΘΕ πρέπει να στηριχθούν γιατί η επαρχία διψάει για τέχνη και θέατρο. Και φυσικά εννοείται ότι πρέπει να στηρίξουμε ακόμα περισσότερο τα περιφερειακά θέατρα, γιατί βλέπω την ανάγκη του κόσμου για μια προσεγμένη παράσταση. Αυτό όμως απαιτεί τους κατάλληλους ανθρώπους στις κατάλληλες θέσεις.

Λ.Τ. Κλείνοντας αυτή τη συνέντευξη Μάρθα θα ήθελα να σου ζητήσω ένα λόγο καταληκτικό τον οποίο θα ήθελες ο αναγνώστης της να κρατήσει από σένα.

Μ.Κ. Χρειαζόμαστε το σκοτάδι για να δούμε το φως. Να αγαπήσουμε τα σκοτάδια μας, να μη φοβηθούμε τα σκοτάδια μας, γιατί μόνο αυτά μπορούν να μας οδηγήσουν στην πιο βαθιά αλήθεια της ύπαρξης μας.

 


«Agrinio 365» Media Group | AgrinioTimes.gr, Antenna-Star.gr