Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας: Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον

Η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας (Διεθνής Ημέρα των δικαιωμάτων των γυναικών) εορτάζεται στις 8 Μαρτίου κάθε έτους.

Έχει τις ρίζες της στις διαμαρτυρίες των γυναικών στις αρχές του εικοστού αιώνα στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, που ζητούσαν ίσα δικαιώματα, καλύτερες συνθήκες εργασίας καθώς και δικαίωμα ψήφου.

Η γέννηση του φεμινιστικού κινήματος θεωρείται το 1848, στη Νέα Υόρκη όταν μία ομάδα γυναικών, με επικεφαλής τη Λουκριτία Μοτ και την Ελίζαμπεθ Κάντυ Στάντον, συγκάλεσαν το πρώτο συνέδριο στην ιστορία του φεμινιστικού κινήματος. Εκεί εκτός από το αίτημα της πολιτικής ως ψήφου παρουσιάζονται οι περιορισμοί που επιβάλλονται στις γυναίκες, στις σπουδές, την εργασία και το γάμο.

Το 1857 εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, διαμαρτυρήθηκαν για τις συνθήκες εργασίας με μια τεράστια εκδήλωση. Λευκοντυμένες, διοργάνωσαν μεγάλη πορεία και πικετοφορία, απαιτώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας, ωράριο 10 ωρών (από τις 16), φωτεινές και υγιεινές αίθουσες εργασίας, κατάργηση των φυλετικών διακρίσεων, άρση της ανισοτιμίας ανδρών και γυναικών, μεροκάματα ίσα με των κλωστοϋφαντουργών και των ραφτών.

Η διαδήλωση αυτή χτυπήθηκε άγρια και βάφτηκε στο αίμα.

Μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία, η φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι έπεισε τον Λένιν να καθιερώσει την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία.

Το Φεβρουάριο του 1909 στην Ν. Υόρκη, έγινε η 2η μεγάλη μακροχρόνια απεργιακή κινητοποίηση με σύνθημα «Ψωμί και Τριαντάφυλλα», που κράτησε 13 βδομάδες και συμμετείχαν σ΄αυτήν περισσότερες από 20.000 εργάτριες. Γυναίκες ξυλοκοπήθηκαν, σύρθηκαν στα δικαστήρια αλλά η απεργία διαλύθηκε όταν έγιναν συμβιβασμοί στις περισσότερες επιχειρήσεις. Ήταν απίστευτος ο ενθουσιασμός και το πείσμα αυτών των γυναικών.

Το 1910 στη 2η Συνδιάσκεψη των Εργαζομένων Γυναικών στο Σοσιαλιστικό Συνέδριο της Κοπεγχάγης, μία σπουδαία γερμανίδα επαναστάτρια η Κλάρα Τσέτκιν (1857-1933), εμπνευσμένη από τους αγώνες των αμερικανίδων εργατριών, ως φόρο τιμής στις 2 ιστορικές διαδηλώσεις του 1857 και του 1909, πρότεινε και αποφασίστηκε να ορισθεί η 8η Μαρτίου σαν Παγκόσμια Ημέρα των Γυναικών. Επίσημα υιοθετήθηκε το 1911 από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.

Θεσμοθετήθηκε το 1977 από τον ΟΗΕ, ο οποίος κάλεσε όλες τις χώρες του κόσμου να γιορτάσουν την ημέρα για τα δικαιώματα των γυναικών.

Είναι μια μέρα κινητοποιήσεων σε όλο τον κόσμο για την υποστήριξη της ισότητας, και την αξιολόγηση της θέσης των γυναικών στην κοινωνία. Παραδοσιακά, ενώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών και ακτιβιστές διαδηλώνουν σε όλο τον κόσμο για να κάνουν γνωστά τα αιτήματά τους για βελτίωση της θέσης των γυναικών, καθώς και να εορτάσουν τις νίκες και τα επιτεύγματα του κινήματος.

Η Παγκόσμια Ημέρα των Γυναικών ξεκίνησε ως ένας εορτασμός στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, της Ρωσίας, καθώς και του πρώην σοβιετικού μπλοκ. Σήμερα, σε πολλές περιοχές, η ημέρα έχει χάσει το πολιτικό της νόημα, και έχει γίνει απλώς μια ευκαιρία για τους άνδρες να εκφράσουν την αγάπη τους για τις γυναίκες όπως συμβαίνει και με τη γιορτή της μητέρας και την ημέρα του αγίου Βαλεντίνου. Σε άλλες περιοχές, ωστόσο, η αρχική παραμένει ισχυρή η αρχική πολιτική σημασία της ημέρας για την υποστήριξη της ενδυνάμωσης και της ισότητα των γυναικών.

Μακρύς ο δρόμος προς την ισότητα των φύλων 

*Της Στέλλας Κάσδαγλη (Συνιδρύτρια «Women On Top», Συγγραφέας)

Ο δείκτης ισότητας των φύλων, που δημοσίευσε την Πέμπτη το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο για την Ισότητα των Φύλων (EIGE), βαθμολόγησε την Ε.Ε. με 68 στα 100 και την Ελλάδα με 52,5 στα 100, τοποθετώντας τη χώρα μας, για μία ακόμη χρονιά, στην τελευταία θέση της κατάταξης. Από το 2010, αναφέρει η έκθεση του EIGE, η Ελλάδα παραμένει λίγο πολύ στάσιμη σε ό,τι αφορά την έμφυλη ισότητα στους τομείς χρόνος, χρήμα, υγεία, εξουσία, εκπαίδευση και απασχόληση.

Οι βαθμολογίες του φετινού δείκτη βασίζονται, ως επί το πλείστον, σε στοιχεία του 2019. Παρότι δεν αποτυπώνει πλήρως τον αντίκτυπο της πανδημίας στον τομέα της έμφυλης ισότητας, η έκθεση περιλαμβάνει στοιχεία που τεκμηριώνουν ορισμένες από τις επιπτώσεις αυτές.

Την καλύτερη επίδοσή της η χώρα μας παρουσιάζει στον τομέα της υγείας – και εκεί, όμως, η Ελλάδα καταλαμβάνει την 20ή θέση στην Ε.Ε. και είναι 3η στη λίστα με τα ποσοστά γυναικών που υποφέρουν από ψυχικές διαταραχές, μετά την Ισπανία και την Πορτογαλία. Συρρικνωμένο εμφανίζεται επίσης το χάσμα ανάμεσα στην απασχόληση ανδρών και γυναικών – συρρίκνωση, ωστόσο, που οφείλεται κυρίως στη μεγάλη μείωση της απασχόλησης των ανδρών στην Ελλάδα από το 2010 έως το 2019.

makrys-o-dromos-pros-tin-isotita-ton-fylon0Οι μεγαλύτερες ανισότητες εντοπίζονται στη χώρα μας στον τομέα της εξουσίας, όπου η Ελλάδα καταλαμβάνει την 26η θέση στην Ε.Ε. – ο υποτομέας στον οποίο έχουμε τη χαμηλότερη βαθμολογία είναι εκείνος της λήψης οικονομικών αποφάσεων. Και στον χώρο της πολιτικής, όμως, φαίνεται ότι η πρόοδος έχει ανασταλεί, με τα ποσοστά γυναικών υπουργών, για παράδειγμα, να έχουν μειωθεί από 20% στο 16%. Νότα αισιοδοξίας αποτελεί η γυναικεία εκπροσώπηση στα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών, που δείχνει να αυξάνεται: λίγο πριν από την εισαγωγή του μέτρου των ποσοστώσεων για τις εισηγμένες επιχειρήσεις, η παρουσία γυναικών στα συμβούλια υπολογίστηκε, βάσει του δείκτη, στο 15% (από 6% το 2010).

Αλλά η πραγματική ελπίδα έρχεται από αλλού: ακόμα και πριν από την εισαγωγή του νομοσχεδίου για τις άδειες πατρότητας και φροντίδας, η Ελλάδα έδειξε να βελτιώνεται σε ό,τι αφορά την ισότητα στη χρήση χρόνου από άνδρες και γυναίκες. Παραμένει μεν 26η ανάμεσα στις χώρες της Ε.Ε., ωστόσο από το 2007 το έμφυλο χάσμα στον τομέα αυτό έχει μειωθεί από τις 29 στις 18 μονάδες, με τους άνδρες να αναλαμβάνουν πλέον περισσότερες ευθύνες φροντίδας. Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι στα ζευγάρια με παιδιά το χάσμα παραμένει πολύ υψηλό, με το 85% των γυναικών και μόνο το 46% των ανδρών να φροντίζουν άλλα άτομα στην καθημερινότητά τους. Αντίστοιχα, το 2016, το 85% των γυναικών και μόνο το 16% των ανδρών ανέφεραν ότι ασχολούνται με τις δουλειές του νοικοκυριού στην καθημερινότητά τους. Το χάσμα αυτό παραμένει το υψηλότερο σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε.

Τα πράγματα παραμένουν δύσκολα και στον τομέα των χρημάτων, όπου η χώρα μας εμφανίζει μεγαλύτερες έμφυλες ανισότητες απ’ ό,τι εμφάνιζε το 2010. Το χάσμα αυτό συνδέεται, φυσικά, και με τις επιδόσεις μας στον τομέα της εκπαίδευσης: μπορεί η Ελλάδα να έχει γεφυρώσει το έμφυλο χάσμα στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ωστόσο δείχνει παγιδευμένη στο ζήτημα του κάθετου διαχωρισμού στην εκπαίδευση και την εργασία. Το 2018, περίπου 36% των γυναικών (και μόλις 16% των ανδρών) που φοιτούσαν σε ελληνικά πανεπιστήμια έκαναν σπουδές σε –λιγότερο επικερδή και αναγνωρισμένα– «θηλυκοποιημένα» επαγγέλματα, όπως η εκπαίδευση, η υγεία και οι ανθρωπιστικές επιστήμες, αυξάνοντας έτσι το επίπεδο του έμφυλου διαχωρισμού και στην αγορά εργασίας.

Εκτός από τους έξι παραπάνω τομείς, ο δείκτης περιλαμβάνει κάθε χρόνο μια ξεχωριστή ενότητα που αφορά την έμφυλη βία στην Ε.Ε. Καθώς όμως τα κράτη-μέλη δεν έχουν ακόμα εναρμονίσει τη μεθοδολογία με την οποία υπολογίζουν την έκταση και τη σοβαρότητα του φαινομένου, δεν υπάρχουν προς το παρόν ενιαία αριθμητικά δεδομένα στην αναφορά του EIGE. Η εναρμόνιση αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2023 και τα συγκρίσιμα στοιχεία να συμπεριληφθούν στον δείκτη του 2024.

Δεν είναι, βέβαια, μόνον ο δείκτης του EIGE που ανέδειξε την τελευταία εβδομάδα τον δρόμο που έχουμε ακόμα ως χώρα να κάνουμε. Στον πρόσφατα δημοσιευμένο δείκτη με τίτλο Γυναίκες, Ειρήνη και Ασφάλεια (Women, Peace, and Security Index) από το Georgetown Institute for WomenPeace and Security (GIWPS) και το Peace Research Institute του Οσλο (PRIO), η Ελλάδα καταλαμβάνει την 45η θέση μεταξύ των 170 χωρών που συμμετέχουν στην έρευνα και την τελευταία στο γκρουπ των αναπτυγμένων χωρών. Και εδώ η χώρα μας παρουσιάζει τις χειρότερες επιδόσεις στον τομέα της απασχόλησης και της οικονομικής συμπερίληψης.

Εχουν γίνει τα τελευταία χρόνια βήματα που να υποστηρίζουν μια κάποια αισιοδοξία σε σχέση με την πρόοδο της χώρας μας στα ζητήματα της έμφυλης ισότητας; Εχουν γίνει. Ομως, αν μας υπενθυμίζουν κάτι οι δείκτες που αποτυπώνουν τη συλλογική μας πρόοδο, είναι αφενός ότι οι αλλαγές στα ζητήματα της κοινωνικής ισότητας αργούν να δείξουν τα αποτελέσματά τους. Κι επίσης ότι, ενώ η Ελλάδα προχωράει αργά σε ό,τι αφορά την ισότητα των φύλων, ο υπόλοιπος κόσμος προχωράει πιο γρήγορα. Και η διαφορά μας, ακόμα και στην κατανόηση του προβλήματος, αναδεικνύεται ολοένα και περισσότερο.