Σύνδεση ενεργειακής φτώχειας – κορωνοϊού

Ανησυχητικά είναι τα στοιχεία ερευνητικού προγράμματος του ΕΜΠ για την αδυναμία θέρμανσης, τα χρέη από λογαριασμούς ενέργειας και τα προβλήματα στις κατοικίες. Η απειλή της ενεργειακής φτώχειας διευρύνεται ιδιαίτερα προς τα οικονομικά ασθενέστερα νοικοκυριά και τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, κατάσταση που επιβαρύνεται επιπλέον από τις συνθήκες της πανδημίας.

  • Η σύνδεση ενεργειακής φτώχειας – κορωνοϊού είναι προφανής, καθώς αφενός τα περιοριστικά μέτρα σε πολλές περιπτώσεις συνοδεύτηκαν και από μείωση εισοδημάτων και αφετέρου πρακτικά τα περιοριστικά μέτρα σημαίνουν περισσότερες ώρες στο σπίτι, οδηγώντας, κατά βάση, σε μεγαλύτερες ανάγκες κατανάλωσης ενέργειας, που σε πολλές περιπτώσεις δεν ικανοποιούνται επαρκώς ή και καθόλου.

Μια ενδεικτική, αλλά και ανησυχητική, εικόνα της κατάστασης που επικρατεί παρέχουν τα στοιχεία του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος STEP-IN, που ολοκληρώθηκε μετά από συνολικά 34 μήνες και είχε ως αντικείμενο την ανάπτυξη μιας καινοτόμου μεθοδολογίας για την ανάλυση και την αντιμετώπιση των θεμάτων της ενεργειακής φτώχειας μέσω τριών βιωματικών εργαστηρίων στην Ελλάδα (Μέτσοβο), την Ουγγαρία (Νιγιρμπατόρ) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (Μάντσεστερ). Από την ελληνική πλευρά συμμετείχαν το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας και ο Δήμος Μετσόβου.

  • Όπως προκύπτει από τη διερεύνηση στην ελληνική ορεινή περιοχή (Μέτσοβο), περίπου 30% των νοικοκυριών δήλωσαν ότι δεν μπορούν να διατηρήσουν αρκετά ζεστό το σπίτι τους τον χειμώνα, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον μέσο όρο της Ελλάδας σε επίπεδο χώρας (17,9%). Επιπλέον, προβλήματα υγρασίας / μούχλας αναφέρει το 34,2% των νοικοκυριών, που επίσης ξεπερνά τον μέσο όρο σε επίπεδο χώρας (12,5%), ενώ το ποσοστό των νοικοκυριών που ανέφεραν χρέη σε λογαριασμούς ενέργειας είναι στο 10,1% (σημειωτέον, τα καύσιμα για θέρμανση, πετρέλαιο, ξύλα, υγραέριο συνήθως πληρώνονται τοις μετρητοίς, αλλιώς δεν προσφέρονται από τους προμηθευτές).

Βάσει της μεθοδολογίας που ακολουθήθηκε, περίπου 50% των νοικοκυριών έχουν μηδενικό κίνδυνο ενεργειακής φτώχειας, 18,6% έχουν χαμηλό κίνδυνο, 15,5% έχουν μεσαίο κίνδυνο, 13,9% έχουν υψηλό κίνδυνο, ενώ περίπου 3% βρίσκονται σε υπερβολικό κίνδυνο ενεργειακής φτώχειας.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πάνω από 80% των νοικοκυριών δήλωσε ότι δεν έχει τα οικονομικά μέσα για να προχωρήσει σε παρεμβάσεις ενεργειακής απόδοσης, ενώ η συντριπτική πλειονότητα (πάνω από 90%) θεωρεί ότι το κράτος πρέπει να κάνει περισσότερα για να στηρίξει οικονομικά τα ευάλωτα νοικοκυριά ώστε να λάβουν μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας, αναφέροντας την έλλειψη οικονομικών κινήτρων.

Η θέρμανση έχει το μεγαλύτερο μερίδιο στο ενεργειακό κόστος λόγω των σκληρών κλιματολογικών συνθηκών στην ορεινή περιοχή. Το κόστος θέρμανσης αντιπροσωπεύει περίπου 69,5% του συνολικού ετήσιου ενεργειακού κόστους, ενώ το 30,5% αντιστοιχεί στο κόστος ηλεκτρισμού.

Τα μέσα ετήσια ενεργειακά κόστη ανά νοικοκυριό είναι:

  • – Για θέρμανση: περίπου 2.000 ευρώ.
  • – Για ηλεκτρισμό: περίπου 890 ευρώ.

Συνολικά το μέσο κόστος ανέρχεται σε περίπου 2.860 ευρώ ανά νοικοκυριό τον χρόνο. Το 51% ξοδεύει 1.000 – 2.000 ευρώ ετησίως, 29% ξοδεύει 2.000 – 3.000 ευρώ, 9% ξοδεύει κάτω από 1.000 ευρώ και 11% πάνω από 3.000 ευρώ.

Ποσοστό 80% των νοικοκυριών ξοδεύουν πάνω από το 10% του εισοδήματός τους προκειμένου να καλύψουν οικιακές ενεργειακές τους ανάγκες.

Κομμένοι μισθοί, αυξημένα έξοδα

Αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία για τον αντίκτυπο των περιοριστικών μέτρων λόγω Covid-19: το 75% των πολιτών βρίσκονται πλέον περισσότερο χρόνο στο σπίτι, το 60% αύξησε τη χρήση ηλεκτρικών συσκευών, το 40% αύξησε τη χρήση θέρμανσης μεταξύ 1 και 5 ωρών ημερησίως, το 45% είχε αλλαγές στην εργασιακή κατάσταση. Οι μισοί δήλωσαν ότι υπέστησαν μείωση στο εισόδημά τους η οποία για 4 στους 10 έφτασε έως 40%, ενώ υπάρχει και ένα ποσοστό 10% των συμμετεχόντων που δήλωσε μείωση εισοδήματος 80%-100%.


avgi.gr