Η συνέντευξη της Ειρήνης Φαναριώτη στο AgrinioTimes.gr: «Χωρίς τους ανθρώπους μου δεν μπορώ να υπάρξω»

Δεν είμαι ένας άνθρωπος που κουράζεται εύκολα όταν έχει έναν στόχο, έναν σκοπό. Δεν πτοήθηκα ποτέ από σχόλια τύπου «τι πάτε και κάνετε σ’ αυτά τα υπόγεια θέατρα και παίρνετε τρεις κι εξήντα» ή από ανθρώπους που πίστευαν ότι πρέπει να έχω «άλλα μέσα» για να πετύχω.

Γνωρίζοντας την Ειρήνη Φαναριώτη, συνειδητοποίησα αμέσως ότι έχω να κάνω με ένα ξεχωριστό κορίτσι. Μ’ εντυπωσίασε με την ευθύτητά της, την οξυδέρκειά της, την αλήθεια της. Μου έδωσε την εντύπωση ότι είναι πάντα έτοιμη να πει τα πράγματα με το όνομά τους, σπάζοντας τα στενά όρια του «καθωσπρεπισμού», με απόλυτο σεβασμό στους γύρω της και στον εαυτό της.

Συζητώντας μαζί της, προσπάθησα να ξεδιπλώσω πτυχές του χαρακτήρα της, του πολύπλευρου ταλέντου της και της κοινωνικής ευαισθησίας της, και ανακάλυψα ότι πίσω από το λαμπερό χαμόγελό της βρίσκεται ένας πολύ δραστήριος και ευρηματικός άνθρωπος…

Συνέντευξη στη Νάντια Μπούτα

Η Ειρήνη Φαναριώτη είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Αγρίνιο. Είναι απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Ωδείου Αθηνών (Ιούνιος 2010), ενώ είναι επίσης απόφοιτη της Νομικής Σχολής Αθηνών.

Το καλοκαίρι του 2011 έκανε το καλλιτεχνικό της ντεμπούτο, όταν συμμετείχε στην παράσταση «Μήδεια» στο Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου. Έκτοτε έχει εργαστεί στο Θέατρο ως ηθοποιός και ως σκηνοθέτης σε μια σειρά παραστάσεων, μεταξύ των οποίων: «Εκκλησιάζουσες» (2012), «Η μεγάλη χίμαιρα» (2015), «Monaksxá» (a lonely planet – 2016), «Το κορίτσι του λύκου» (2017), «Χοηφόροι» (2018), «Ο αγνός εραστής» (2018), «Lulu» (2019), «Υπόθεση Λάραμι» (2020).

Στην τηλεόραση έχει πάρει μέρος στις σειρές «Με λένε Βαγγέλη» (Mega – 2011) και «Ου φονεύσεις» (Οpen – 2019) ενώ αυτή τη σεζόν εμφανίζεται ως Κέντρα Θεοχάρους στην επιτυχημένη σειρά του Alpha, «Έλα στη θέση μου».

Από τον Δεκέμβριο του 2019, επιμελείται και παρουσιάζει μια σειρά διαδικτυακών εκπομπών για τα αδέσποτα ζώα, με τίτλο: «Stray Stories» (δείτε εδώ).

Ειρήνη, έχεις κάνει σπουδές στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών αλλά και στη Νομική Σχολή. Όταν σε ρωτούσαν μικρή: «Τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις;», τι απαντούσες;

Δε θυμάμαι αν απαντούσα ηθοποιός. Παρόλο που μπορεί να το σκεφτόμουν ή να το ήθελα, το απέφευγα. Προσπαθούσα να είμαι ρεαλίστρια και κοινωνικά αποδεκτή κι έλεγα δημοσιογράφος ή νηπιαγωγός.

Τελικά τα βήματά σου σε οδήγησαν στο «σανίδι», ενώ τα τελευταία χρόνια έχεις εργαστεί και ως σκηνοθέτης, με ιδιαίτερη επιτυχία μάλιστα. Τι είναι περισσότερο η Ειρήνη Φαναριώτη; Ηθοποιός ή σκηνοθέτης;

Δεν έχω σπουδάσει σκηνοθεσία και έχω μια αμηχανία με αυτή μου την ιδιότητα. Το μικρόβιο της σκηνοθεσίας προέκυψε κυρίως από την παρατήρηση της ζωής, από τις φαντασιώσεις που έκανα από μικρή κάθε φορά που διάβαζα ένα βιβλίο κι από την εκπαίδευσή μου και την μετέπειτα εμπειρία μου στην τέχνη της υποκριτικής.

Πάντα διαχωρίζω τις δύο ιδιότητες καθώς έχουν τελείως διαφορετική πρακτικά διαδικασία. Πάντως, θέλω να θεωρώ τον εαυτό μου καλλιτέχνη με την ευρεία έννοια της εξέλιξης σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο.

Κατά πόσο η οικογένειά σου στήριξε τις επιλογές σου για αυτή την καλλιτεχνική πορεία;

Οι γονείς μου ήταν αρκετά αρνητικοί, πιστεύω κυρίως από φόβο πως δεν θα πετύχει όλο αυτό και θα απογοητευτώ.

Ας μη γελιόμαστε όμως, οι πιο πολλοί γονείς στην επαρχία δεν αντιλαμβάνονται το επάγγελμα του ηθοποιού ως επάγγελμα. Τα δημοφιλή επαγγέλματα στις μικρές κοινωνίες -κι όχι μόνο- είναι οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι μηχανικοί, οι δάσκαλοι, οι φαρμακοποιοί… Έτσι κι οι γονείς μου θέλανε κάτι τέτοιο για μένα. Εξού και οι σπουδές στη Νομική.

Νομίζω όμως με τον καιρό και βλέποντας πως όταν κάποιος αγαπάει τη δουλειά του και την ποιεί με επιμονή, σοβαρότητα και ήθος μπορεί να είναι χαρούμενος και πλήρης, πείστηκαν κι εκείνοι πως κάνω το σωστό για μένα.

Πόσο δύσκολο είναι για ένα κορίτσι από την περιφέρεια να μπει στα καλλιτεχνικά «σαλόνια» και να κερδίσει τη θέση που της αξίζει;

Δεν μπορώ να απαντήσω ακριβώς σε αυτή την ερώτηση. Δε γνωρίζω ακριβώς πόσο δύσκολο ή εύκολο είναι να κερδίζει κανείς αυτό που του αξίζει. Το κριτήριό μου για τη δυσκολία είναι τελείως υποκειμενικό. Το μόνο που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι δεν είμαι ένας άνθρωπος που κουράζεται εύκολα όταν έχει έναν στόχο, έναν σκοπό. Δεν πτοήθηκα ποτέ από σχόλια τύπου «τι πάτε και κάνετε σ’ αυτά τα υπόγεια θέατρα και παίρνετε τρεις κι εξήντα» ή από ανθρώπους που πίστευαν ότι πρέπει να έχω «άλλα μέσα» για να πετύχω.

Γενικά, δεν πτοούμαι εύκολα. Ήξερα πάντα ποια ήμουν και τι ήθελα, ήμουν και είμαι μεθοδική και στοχοπροσηλωμένη, έχω υπομονή, δε μου άρεσαν ποτέ οι καριέρες πυροτεχνήματα. Ήθελα πάντα να απολαμβάνω τη διαδρομή από τα υπόγεια στους ορόφους κι έχω πάντα στο μυαλό μου πως αν κάτι είναι αντίθετο στην ηθική μου, θα το αφήσω και θα πάω εκεί που νιώθω ασφαλής κι ας είναι και δυο βήματα πιο πίσω.

Δεν πιστεύω στα «σαλόνια». Παντού οι άνθρωποι είμαστε ίδιοι, με τις αδυναμίες μας, τις ανασφάλειές μας, τις φοβίες μας, τα καρδιοχτύπια μας και την αγωνία μας για αθανασία.

Οι μέχρι τώρα επιλογές σου στο θέατρο και στην τηλεόραση φαίνεται να σε δικαιώνουν. Ποια από αυτές τις επιλογές σου θεωρείς τώρα, ότι έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην μετέπειτα καλλιτεχνική σου πορεία.

Όπως είπα και πριν, εκτιμώ την διαδρομή παρά τους σταθμούς. Είμαι αεικίνητο άτομο. Πηγαίνω κάπου, δένομαι, αγαπάω, δημιουργώ σχέσεις ζωής και προχωράω παρακάτω. Όλες μου οι επιλογές, οι συνεργασίες, οι σκηνοθεσίες, η επαφή με τους ανθρώπους, με τα ζώα με έχουν διαμορφώσει σαν άνθρωπο πρώτα απ’ όλα και μετά σαν καλλιτέχνη.

Το 2014 έφτασα στην Αμερική, πρώτα στη Νέα Υόρκη και μετά στο Λος Άντζελες, για να διαπιστώσω τελικά πως χωρίς τους ανθρώπους μου δεν μπορώ να υπάρξω, δεν μπορώ να δημιουργήσω.

Άλλαξα το εισιτήριό μου και γύρισα μια μέρα νωρίτερα και σ’ όλη την πτήση δεν κοιμήθηκα γιατί ανυπομονούσα να γυρίσω, να δουλέψω και να παλέψω γι’ αυτή τη χώρα. Κι έτσι έκανα την πρώτη μου σκηνοθεσία. Δε θα την ξεχάσω ποτέ αυτή την περίοδο.

Μίλησέ μου για την τηλεοπτική σου εμπειρία στη σειρά «Έλα στη θέση μου». Σε γοητεύει η τηλεόραση;

Με γοητεύει κάθε τι που έχει να κάνει με τη δουλειά μου και καλούμαι να το ανακαλύψω και να το πραγματοποιήσω. Μ’ αρέσει πολύ αυτή η δουλειά, το «Έλα στη θέση μου». Είμαι πολύ τυχερή που βρέθηκα με όλους αυτούς τους ανθρώπους, από τους ηθοποιούς μέχρι το συνεργείο και τους ανθρώπους της παραγωγής. Παίρνω αγάπη, φροντίδα και χαρά καθημερινά. Και μέσα από αυτή την διαδικασία κατάλαβα ότι έτσι θέλω να δουλεύω. Με χαρά.

Κατά πόσο σε φοβίζει ή σου δημιουργεί ανασφάλεια η κατάσταση που έχει επιφέρει στη ζωή μας η πανδημία;

Δεν το σκέφτομαι. Βασικά δεν σκέφτομαι καθόλου το μέλλον. Δεν προσπαθώ να κάνω πλάνα 5ετίας τύπου. Ζω το τώρα, απολαμβάνω τη δουλειά μου, το ότι έχω δουλειά σε μια τέτοια περίοδο πράγμα καθόλου αυτονόητο. Και θα θεωρούσα ανόητο τον εαυτό μου αν δεν έβλεπα πόσο τυχερή είμαι σήμερα και αγχωνόμουν για ένα άγνωστο κι αβέβαιο αύριο.

Έχουμε συνηθίσει να τα θέλουμε όλα τακτοποιημένα στη ζωή μας. Το αυτοκίνητο μου, το σπίτι μου, τα παιδιά μου, τα λεφτά μου… Μου… Μου… Μου… Τελικά το πολύ το «μου» φέρνει ανασφάλεια αντί για ασφάλεια. Ο φόβος μήπως χάσουμε τα κεκτημένα μας είναι μέσα μας. Ακόμη κι όταν όλα είναι εκεί μπροστά μας, ο φόβος της απώλειάς τους θολώνει.

Έχω βιώσει μια πραγματική απώλεια στη ζωή μου, σε πολύ νεαρή ηλικία. Ο πόνος που ένιωθα και νιώθω κάθε φορά που την ανασύρω δεν συγκρίνεται με καμία υλική απώλεια. Υγεία μόνο θέλω για τους δικούς μου και είμαι καλά.

Κοιτάζοντας την Ειρήνη Φαναριώτη, βλέπω έναν πολύ δραστήριο, δημιουργικό και δυναμικό άνθρωπο, ο οποίος δε φοβάται να δοκιμάσει νέα πράγματα και να τολμήσει. Από πού αντλείς τη ζωντάνια και τη δημιουργικότητά σου;

Από τις κοινωνικές ανάγκες. Δεν μπορώ να καθίσω φρόνιμα όταν συμβαίνουν τόσα γύρω μας. Η κοινωνία, μας καλεί σε δράση. Οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν δεν μπορούν να περιμένουν. Δεν επιδέχονται αναβολή ή κούραση ή κατάπτωση. Προφανώς βέβαια κι εγώ κουράζομαι και πέφτω ψυχολογικά αλλά μαζεύομαι, παίρνω δυνάμεις και συνεχίζω.

Ευτυχώς σ’ αυτές τις στιγμές έχω την αδερφή μου και το σύντροφό μου που μου θυμίζουν πάντα ποια είμαι, μου δίνουν δύναμη και τόση πολλή αγάπη.

Οτιδήποτε κάνω πάντως έχει πάντα έναν ηθικοκοινωνικό σκοπό, άμεσα ή έμμεσα. Γι’ αυτό το ανώτερο όραμα δουλεύω, και δε χάνω ποτέ την ζωντάνια μου και τα ερεθίσματά μου για δημιουργία είναι πολλά.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά της Ειρήνης για την οποία θα ήθελα να μιλήσουμε. Την ευαισθητοποίηση και δραστηριοποίησή σου σχετικά με τα αδέσποτα ζώα, μέσω της σειράς διαδικτυακών εκπομπών σου «Stray Stories». Τι είναι οι «Stray Stories»;

Το «Stray Stories» δημιουργήθηκε από την επιτακτική ανάγκη που υπάρχει στη χώρα μας για υιοθεσίες αδέσποτων ζώων. Ο αριθμός των εγκαταλείψεων είναι εξωφρενικά δυσανάλογος σε σχέση με τις υιοθεσίες. Σε κάθε μου ταξίδι βλέπω παντού στο δρόμο σκοτωμένα σκυλιά, γάτες. Εγκαταλελειμμένα σκυλιά στη μέση του πουθενά, αποστεωμένα, κουτάβια σε σακούλες σκουπιδιών, σε κούτες παρατημένα δίπλα στα σκουπίδια.

Θα μου πεις «όλα σε σένα συμβαίνουν»; Όχι, απλώς έχω ανοιχτά τα μάτια μου και τα αυτιά μου. Όπως αν ακούσω ένα παιδί να κλαίει στο δρόμο πάντα θα γυρίσω να δω τι συμβαίνει κι αν χρειάζεται βοήθεια, έτσι κι όταν θα δω ένα σκυλί στη μέση του πουθενά, θα ψάξω να δω πως μπορώ να βοηθήσω. Είναι ένας μηχανισμός αυτόματος μέσα μου πλέον, που δεν διαχωρίζει ανθρώπους από ζώα σε ανάγκη.

Έτσι το «Stray Stories» ήταν μια σκέψη να ενωθούμε όλοι όσοι έχουμε υιοθετήσει ή διασώσει κάποιο αδέσποτο να μιλήσουμε για την εμπειρία μας για να μεταλαμπαδεύσουμε αυτή τη γνώση σε όποιον δεν έχει τη δυνατότητα να την πάρει και να απαντήσουμε σε τυχόν απορίες πάνω στο θέμα. Θα υπάρξει και 2ο στάδιο πιο εξελιγμένο για πιο δυνατούς «παίκτες».

Πιστεύεις ότι έχει αρχίζει να αλλάζει κάτι στον τρόπο που η Πολιτεία και οι άνθρωποι στην Ελλάδα αντιμετωπίζουν τα αδέσποτα ζώα;

Κοίτα, με πετυχαίνεις δυστυχώς σε μια πολύ κακή φάση με όλη αυτή την ιστορία. Προσωπικά αντιμετωπίζω κάποια σοβαρά ζητήματα γύρω από το θέμα.

Ωστόσο δεν θέλω να είμαι άδικη και θα πω ότι ναι, σφαιρικά, κάτι έχει αρχίσει να κινείται, αργά και βασανιστικά, αλλά ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς, δύσβατος κι ανηφορικός και για μένα μίας κατεύθυνσης.

Επισκέπτεσαι συχνά την ιδιαίτερη πατρίδα σου; Υπάρχουν πράγματα που σε δένουν με το Αγρίνιο;

Ναι, υπάρχουν πολλά που με δένουν με το Αγρίνιο, κυρίως η οικογένειά μου αλλά και η αγάπη μου για τον τόπο μου. Έχω περάσει όμορφα παιδικά χρόνια, έχω δημιουργήσει σχέσεις ζωής, φιλίες σπάνιες. Επιστρέφω με την πρώτη ευκαιρία και μένω αρκετό διάστημα.

Ωστόσο αυτή την περίοδο είμαι πολύ απογοητευμένη από τον τρόπο που αντιμετωπίζεται συνολικά το θέμα με τα αδέσποτα της πόλης. Υπάρχει μια μερίδα ατόμων που θεωρούν πως αν το πρόβλημα δεν είναι μπροστά στο σπίτι τους, δεν υπάρχει. Αυτή η νοοτροπία μπορεί να με διαλύσει. Υπάρχει ένα μπαλάκι μετάθεσης ευθυνών με μοναδικά θύματα τα ζώα. Αν πάρεις τα σκουπίδια σου και τα πετάξεις στη διπλανή αυλή για να τα ξεφορτωθείς δε θεωρείσαι καθαρός.

Ευτυχώς όμως υπάρχουν και φωτεινές εξαιρέσεις -και πως θα μπορούσε να μην υπάρχουν- που παλεύουν νυχθημερόν γι’ αυτά τα πλάσματα, τα ξεχασμένα απ’ το Θεό.

Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;

Με το καλό θα συνεχίσω τα γυρίσματα για τη σειρά μέχρι το τέλος της σεζόν και μετά το μόνο σίγουρο σχέδιο που πήρε αναβολή λόγω πανδημίας είναι η σκηνοθεσία που θα κάνω στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Αγρινίου. Μία νουβέλα του Γιάννη Μακριδάκη, με τίτλο «Η δεξιά τσέπη του ράσου». Ένα βιβλίο αριστούργημα, αξεπέραστης ευαισθησίας.

Μου πήρε μέρες να το ολοκληρώσω στην πρώτη ανάγνωση γιατί σε σημεία σταματούσα στην κάθε φράση γιατί με έπιαναν τα κλάματα και δεν μπορούσα να συνεχίσω. Είναι η ιστορία ενός μοναχού που μόνη του συντροφιά ήταν η Σίσσυ, η αδέσποτη σκυλίτσα του.


Συνέντευξη: Νάντια Μπούτα

«Agrinio365» Media Group | AgrinioTimes.gr – Antenna-Star.gr