Σε υψηλά επίπεδα οι εξαγωγές αγροδιατροφικών προϊόντων της Ε.Ε., παρά τις προκλήσεις

Οι ισχυρές επιδόσεις των εξαγωγών χοιρινού και σίτου της Ε.Ε. συνέβαλαν στην άμβλυνση των εμπορικών προκλήσεων του Covid-19 και του Brexit κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες του 2020.

Μεταξύ Ιανουαρίου και Απριλίου, η αξία των εξαγωγών γεωργικών τροφίμων της ΕΕ27 ανήλθε σε 61,9 δισεκατομμύρια ευρώ (αύξηση 4,8% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2019), ενώ η αξία των εισαγωγών αυξήθηκε σε 42,4 δισεκατομμύρια ευρώ (αύξηση 2,3%).

Η Ε.Ε. απολάμβανε εμπορικό πλεόνασμα γεωργικών προϊόντων διατροφής 19,5 δισεκατομμυρίων ευρώ κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, αύξηση 10% σε σύγκριση με τους πρώτους μήνες του 2019. Αυτά είναι από τα κύρια ευρήματα που περιέχονται στη μηνιαία εμπορική έκθεση για τον Ιανουάριο-Απρίλιο 2020, που δημοσιεύθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Η εξαιρετικά υψηλή ζήτηση χοιρινού κρέατος οδήγησε σε αύξηση της αξίας των εξαγωγών της Ε.Ε. προς την Κίνα, η οποία αυξήθηκε κατά 1,65 δισεκατομμύρια ευρώ σε σύγκριση με τον Ιανουάριο-Απρίλιο του 2019. Σιτάρι, κρέας παραπροϊόντων και βρεφικές τροφές ήταν μεταξύ των άλλων αγροτικών προϊόντων της Ε.Ε. σε υψηλά επίπεδα ζήτηση.

Οι αυξήσεις στις αξίες των εξαγωγών προς τη Σαουδική Αραβία και το Μαρόκο αυξήθηκαν κατά 366 εκατομμύρια ευρώ και 308 εκατομμύρια ευρώ αντίστοιχα, μετά από έντονη ζήτηση για κριθάρι και σιτάρι της Ε.Ε. και στις δύο χώρες. Η περίοδος Ιανουαρίου-Απριλίου σημείωσε επίσης αύξηση της αξίας των εξαγωγών της Ε.Ε. προς την Αλγερία (κατά 273 εκατ. Ευρώ) και την Ιαπωνία (αύξηση 203 εκατ. Ευρώ).

Οι πτώσεις, ωστόσο, καταγράφηκαν στις εξαγωγικές αξίες της Ε.Ε. προς το Χονγκ Κονγκ (κατά 153 εκατομμύρια ευρώ) και τη Σιγκαπούρη (κάτω από 122 εκατομμύρια ευρώ).

Οι πρώτοι τέσσερις μήνες της μεταβατικής περιόδου Brexit επηρέασαν το εμπόριο σε ορισμένες περιοχές προϊόντων, όπως κρασί, οινοπνευματώδη ποτά και λικέρ, πούρα και τσιγάρα, παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών, τυρί και σοκολάτα και ζαχαροπλαστικής.

Αν και το Ηνωμένο Βασίλειο παρέμεινε στην ενιαία αγορά κατά τη διάρκεια αυτών των μηνών, η συνολική αξία των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής στην Ε.Ε. μειώθηκε κατά 879 εκατομμύρια ευρώ, ενώ οι εισαγωγές από το Ηνωμένο Βασίλειο μειώθηκαν κατά 576 εκατομμύρια ευρώ.

Οι μειώσεις σημειώθηκαν επίσης στην αξία των εισαγωγών της Ε.Ε. στην Ουκρανία (η οποία μειώθηκε κατά 140 εκατομμύρια ευρώ), οι Η.Π.Α. (πτώση 207 εκατομμυρίων ευρώ) και η Ινδία (κάτω από 121 εκατομμύρια ευρώ).

Υπήρξαν πιο θετικές εξελίξεις σε σχέση με τον Καναδά, όπου η αύξηση των συνολικών αξιών των εισαγωγών γεωργικών προϊόντων διατροφής ύψους 426 εκατομμυρίων ευρώ οφείλεται στην αύξηση της πρόσληψης από την Ε.Ε. καναδικών κραμβόσπορων και σόγιας. Στην πραγματικότητα, ο Καναδάς ξεπέρασε τις Η.Π.Α. ως την κύρια πηγή σόγιας της Ε.Ε. κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Η ζήτηση της Ε.Ε. για κόκκους κακάου οδηγεί σε αύξηση της αξίας των εισαγωγών από την Ακτή του Ελεφαντοστού (κατά 285 εκατομμύρια ευρώ), ενώ η ζήτηση για ξηρούς καρπούς και εσπεριδοειδή, φρούτα και λαχανικά οδήγησε σε αύξηση 275 εκατομμυρίων ευρώ στην αξία των εξαγωγών προς την Τουρκία. Οι εξαγωγικές αξίες ορισμένων προϊόντων διατροφής της Ε.Ε. αυξήθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.

Οι μεγαλύτερες αυξήσεις σημειώθηκαν για το σιτάρι (αύξηση 1,25 δισεκατομμυρίων ευρώ), το χοιρινό κρέας (αύξηση 1,26 δισεκατομμυρίων ευρώ) και τους χονδροειδείς κόκκους (αύξηση 439 εκατομμυρίων ευρώ).

Ωστόσο, η αξία του κρασιού μειώθηκε κατά 488 εκατομμύρια ευρώ, ενώ τα οινοπνευματώδη ποτά και τα λικέρ (466 εκατομμύρια ευρώ) και τα ακατέργαστα δέρματα (κατά 284 εκατομμύρια ευρώ) παρουσίασαν επίσης πτώση. Η αξία εισαγωγής φρέσκων και αποξηραμένων τροπικών φρούτων παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση σε σύγκριση με τον Ιανουάριο-Απρίλιο του 2019, αυξημένη κατά 553 εκατομμύρια ευρώ.

Επιπλέον, η αξία των ελαιούχων σπόρων (εκτός από τους σπόρους σόγιας) αυξήθηκε κατά 370 εκατομμύρια ευρώ, ενώ η αξία του φοινικέλαιου και του φοινικέλαιου αυξήθηκε κατά 316 εκατομμύρια ευρώ.

Οι μειώσεις, ωστόσο, σημειώθηκαν στις τιμές εισαγωγής των ελαίων κέικ (κατά 237 εκατομμύρια ευρώ), των χονδροειδών σπόρων (πτώση 487 εκατομμυρίων ευρώ), του ακατέργαστου καπνού (πτώση 226 εκατομμυρίων ευρώ).

e-ea.gr