Τα Έθιμα του Τριώδιου και η Γιαννούλα η «Κουλουρού» από την Πάτρα

Κατά την έναρξη του Τριώδιου, θα ακούσουμε στην εκκλησία την παραβολή του Τελώνη και του Φαρισαίου και θα θυμηθούμε μέσω του Ευαγγελίου την αξία της ταπείνωσης και τις συνέπειες της έπαρσης. Αυτή η εβδομάδα, που τελειώνει με την Κυριακή του Ασώτου, της γνωστής αυτής παραβολής, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, διότι παλιά «προφωνούσαν», δηλαδή διαλαλούσαν εκείνη την περίοδο ότι αρχίζουν οι Απόκριες.

Η δεύτερη εβδομάδα ονομάζεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου, διότι αποτελεί την τελευταία εβδομάδα πριν τη Τεσσαρακοστή, κατά την οποία επιτρέπεται το κρέας. Σ΄ αυτήν τη βδομάδα λοιπόν, ανήκει και η Τσικνοπέμπτη, η οποία πήρε το όνομά της από τη λέξη «τσίκνα», δηλαδή τη μυρωδιά του ψημένου κρέατος και από την ημέρα Πέμπτη.

Σε κάποιες περιοχές ονομάζουν τη  βδομάδα πριν την Τσικνοπέμπτη «σφαγαριά», γιατί λίγες μέρες πριν αρχίζει η διαδικασία σφαγής των γουρουνιών, τα λεγόμενα «χοιροσφάγια». Κάθε οικογένεια έτρεφε για έναν χρόνο ένα γουρούνι, το οποίο θα αποτελούσε το φαγητό της Τσικνοπέμπτης.

Στις Σέρρες, το γλέντι μετά το φαγητό συνεχίζεται, καθώς οι πιο τολμηροί νέοι πηδάνε ανάμεσα από τις φλόγες που είχε ψηθεί το κρέας.

Στην παλιά πόλη της Κέρκυρας, πραγματοποιείται το έθιμο των «Κουτσομπολιών», ή «Πετεγολέτσα», το βράδυ της Τσικνοπέμπτης. Στην Πιάτσα της πόλης, στήνεται ένα μικρό θεατρικό, όπου οι ντόπιοι υποδύονται τους κουτσομπόληδες και ψιθυρίζουν ο ένας στο αυτί του άλλου, διάφορες ιστορίες.

Η τρίτη εβδομάδα ονομάζεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή απαγορεύεται το κρέας και καταναλώνονται μόνο γαλακτοκομικά προϊόντα. Τα πιο παλιά χρόνια υπήρχε η παράδοση, την Κυριακή της τελευταίας αυτής βδομάδας να μαζεύονται όλες οι οικογένειες σε κάποιο συγγενικό σπίτι, συνήθως των πιο ηλικιωμένων, για να φάνε όλοι μαζί και να διασκεδάσουν και να χορέψουν ως το ξημέρωμα. Το κατεξοχήν φαγητό εκείνης της ημέρας ήταν τα μακαρόνια, τα οποία τα έφτιαχναν οι νοικοκυρές με μεγάλη προσοχή και επιδεξιότητα. Το βράδυ οι ανύπαντρες κοπέλες έπαιρναν ένα μακαρόνι και το έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους για να δουν αυτόν που θα παντρευτούν.

Το τραπέζι εκείνης της μέρας ήταν κάποτε πολύ σημαντικό για την οικογένεια. Οι πιο  ηλικιωμένοι σήκωναν το φαγητό ψηλά και έλεγαν: «άξια η τάβλα μας (το τραπέζι μας), άξια και τιμημένη!». Το τραπέζι δεν έπρεπε να συμμαζευτεί παρά μόνο το επόμενο πρωί αλλιώς θεωρούνταν γρουσουζιά. Όμως η πιο σημαντική λεπτομέρεια αυτής της παράδοσης ήταν ότι πριν αρχίσει το φαγητό, οι συγγενείς ζητούσαν συγχώρεση από τους πιο ηλικιωμένους κι αλληλοσυγχωρούνταν, ώστε να αρχίσουν τη Σαρακοστή με καθαρή καρδιά και ήσυχη συνείδηση. Η διαδικασία αυτή έδινε δύναμη στους χριστιανούς για την περίοδο της νηστείας που θα ακολουθούσε.

Γενικότερα, το Τριώδιο αποτελεί περίοδο προετοιμασίας για τη Τεσσαρακοστή. Μέσα από τις κοινές τους συνήθειες, τα έθιμα, αλλά και την κοινή τους πίστη, οι χριστιανοί παίρνουν κουράγιο και δύναμη, έρχονται πιο κοντά ο ένας με τον άλλον, ανακουφίζονται ψυχικά από τον λόγο του Ευαγγελίου και περιμένουν πιο γαλήνιοι και πιο «καθαροί» την Ανάσταση του Κυρίου.

Πάτρα
Λίγες μέρες πριν τις Απόκριες, κάθε Τσικνοπέμπτη, στην Πάτρα αναβίωνε το έθιμο της Γιαννούλας της «Κουλουρούς». Πίσω από τον αστικό μύθο που συνδέθηκε με το καρναβάλι όμως, κρύβεται μια δραματική ιστορία μιας ταλαιπωρημένης γυναίκας και έτσι τελικά δόθηκε τέλος στο αμφιλεγόμενο έθιμο.

Ποια ήταν όμως η Γιαννούλα η «Κουλουρού»;

Η Γιαννούλα ήταν υπαρκτό πρόσωπο, γεννήθηκε το 1868 στην Πάτρα και έζησε στην Άνω Πόλη. Πουλούσε κουλούρια για να ζήσει ενώ ο μεγάλος της καημός ήταν να παντρευτεί, κάτι που δεν συνέβαινε όσο περνούσαν τα χρόνια. Αυτόν της τον καημό εκμεταλλεύτηκε μια παρέα Πατρινών, περίπου το 1910, που της έταξαν ότι θα της βρουν γαμπρό και θα την παντρέψουν.

Η πρώτη «απόπειρα» ξεκίνησε το 1914, καθώς την έπεισαν ότι πρόκειται να γίνει ο γάμος, με την Γιαννούλα να εμφανίζεται ως νύφη στους κεντρικούς δρόμους και στα στέκια της πόλης, συνοδευόμενη από μία παρέα πλακατζήδων και ένα μεγάλο πλήθος κόσμου. Το όλο θέαμα ωστόσο κατέληξε στον θρήνο της Γιαννούλας, καθώς η πομπή βρήκε την εκκλησία κλειστή και ο δήθεν γαμπρός συνελήφθη μπροστά της από στρατονόμους.

Μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον «γάμο» πήρε μέρος και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Γ. Ουίλσον. Η μία εκδοχή αναφέρει ότι της έταξαν γάμο με τον «Ιούλσο», όπως τον έλεγε η ίδια, ενώ η άλλη ότι είναι πλούσιος συγγενής της που θα της έφερνε εκατομμύρια και γαμπρό από την Αμερική για να την παντρέψει. Και στις δύο περιπτώσεις, η Γιαννούλα κατέβαινε στο λιμάνι για να τον υποδεχτεί, κατά την τελευταία Κυριακή του καρναβαλιού. Όμως, φτάνοντας εκεί, με το πλήθος να τη συνοδεύει, δεν υπήρχε κανείς να την περιμένει. Η Γιαννούλα πάλι ξεσπούσε σε κλάματα και βίωνε για άλλη μια φορά τον εξευτελισμό των συμπολιτών της. Γυρνούσε στο σπίτι της ντροπιασμένη και μόνη.

Τη δεκαετία του ‘30, η Γιαννούλα είχε γίνει θρύλος για την πόλη αλλά ήταν πλέον πολύ μεγάλη και είχε πάρει απόφαση ότι δεν θα παντρευτεί ποτέ. Πέθανε μόνη και φτωχή, μετά το ‘40 στην Κατοχή.

Η Γιαννούλα δεν δικαιώθηκε ποτέ και η δραματική πλευρά της ιστορίας της ξεχάστηκε, κρατώντας μόνο το περιπαικτικό κομμάτι του εθίμου, μετατρέποντάς την στην πιο διάσημη γυναίκα της Πατρινής Αποκριάς.

pemptousia.gr – alfavita.gr