Πρόδρομος Ξηρομέρου: Το χωριό του δάσους

Στην καρδιά του Ακαρνανικού δάσους, που ήταν μόνιμο καταφύγιο κλεφτών, στο κέντρο της Ακαρνανίας όπου ανέκαθεν την κατοικούσαν σιδηροφορεμένοι άντρες βρίσκεται το γραφικό και όμορφο χωριό Πρόδρομος.  Το χωριό βρίσκεται σε υψόμετρο 140 μ.79 χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Μεσολογγίου, ανάμεσα στον ποταμό Αχελώο και το όρος Αλογοβούνι και αναφέρεται από το 1521…

Η πρώτη αναφορά που έχουμε για τον Πρόδρομο είναι το 1521 από τα τούρκικα στατιστικά και απογραφικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν για πρώτη φορά στο Β΄ Ιστορικό και Αρχαιολογικό Συνέδριο Αιτωλοακαρνανίας στο Αγρίνιο το 2002. Πρόδρομος και Ρούστα αναφέρονται πολλές φορές μαζί και γι’ αυτό και εδώ θα ακολουθήσουμε την ίδια πρακτική. Ο Πρόδρομος  και η Ρούτσα περιλαμβάνονται κατάλογο των χωριών του Ξηρομέρου  που βρίσκεται στα Τουρκικά αρχεία της Κωνσταντινούπολης και καταγράφει τις οικογένειες που κατοικούσαν σε κάθε οικισμό από το 1521 έως και το 1815.

Στην περιοχή του Προδρόμου και μέχρι τη Μονή Λιγοβιτσίου, υπήρχαν παλαιότερα οι πιο ψηλές βελανιδιές και το πιο πυκνό δάσος της Ακαρνανίας, όπως αναφέρει και ο Pouquevill. Μετά την απελευθέρωση αυτές οι βελανιδιές κόπηκαν για οικοδομική ξυλεία και ολόκληρο το Ακαρνανικό δάσος υπέστη μεγάλη καταστροφή από την ανεξέλεγκτη υλοτομία. Παρ’ όλα αυτά γύρω από τον Πρόδρομο υπάρχει ένα αρκετό μεγάλο δάσος που φτάνει μέχρι τη Μάνινα και το Λιγοβίτσι.

Το σημερινό χωρίο δημιουργήθηκε γύρω από το Μοναστήρι του Ιωάννου του Προδρόμου η και πήρε το όνομά του από αυτή.

Επί Τουρκοκρατίας το δάσος και η περιοχή του χωριού άνηκε σε Σπαή, που μάλλον την είχε δημεύσει από τη Μονή του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου.

Τα επόμενα χρόνια όπως σε όλα σχεδόν τα χωριά του Ξηρομέρου ο πληθυσμός παρουσίασε μείωση λόγω των συνεχών πολεμικών συγκρούσεων (Βενετοτουρκικός Πόλεμος-Μοροζίνι) και των επιδρομών του Μανιάτη Λυμπεράκη Γερακάρη και των Κεφαλλονιτών. Πολλοί Ξηρομερίτες κάτοικοι αναγκάστηκαν να περάσουν για να γλιτώσουν από τις επιδρομές και τη σκλαβιά.  Στις αρχές του 1800, ο Πρόδρομος ήταν πολύ μικρός, είχε μόλις 10 οικογένειες, τόσες είχαν ακόμα η Χρυσοβίτσα και τα Βλυζανά, ενώ η Ρούστα είχε εγκαταλειφθεί.

Στενά δεμένο με την ιστορία του χωριού είναι το Μοναστήρι του Ιωάννου Προδρόμου είχε στις αρχές του 19ου αιώνα 6 μοναχούς. Αναφέρεται και η Μονή του Προφήτη Ηλία στη Ρούστα η οποία στο τέλος της Επανάστασης ήταν διαλυμένη Από το χωριό πέρασαν αρκετοί περιηγητές μεταξύ των οποίων ο Πουκεβίλ, ο Λήκ και ο Λόρδος Βύρων στο ταξίδι του στην Ελλάδα το 1809. Το 1809 ο Άγγλος περιηγητής συνοδοιπόρος του Βύρωνα γράφει ότι το χωριό είχε λίγες καλύβες. Λίγο πριν την Επανάσταση, αλλά και κατά την διάρκειά της, ήρθαν στο Ξηρόμερο πολλές οικογένειες από την Ήπειρο και τα Άγραφα για να γλιτώσουν από τον Αλή πασά και από τις επιδρομές του Μουστάη της Σκόδρας. Η αφομοίωση αυτού του πληθυσμού με τον τοπικό υπήρξε πλήρης.

Ο Λήκ μας πληροφορεί ότι τη κάτοικοι πλήρωναν το 1/3 της παραγωγής τους στον Σπαή. Ζούσαν από την παραγωγή σιταριού και κριθαριού και από το μάζεμα του βελανιδιού, τα οποία αγόραζαν οι κοτζαμπάσηδες και τα μεταπουλούσαν. Αναφέρει μάλιστα και ένα τετράστιχο που έλεγαν για τον καιρό:

Χαρά Χριστούγεννα στεγνά

τα Φώτα χιονισμένα

με τη Λαμπρή Βρεχούμενη

τ’ αμπάρια γιομισμένα

Στην αρχή του Αγώνα, παρά το μικρό μέγεθος του, το χωριό έδωσε εισφορά 900 γρόσια. και ήταν αρκετοί οι αγωνιστές του, που πολέμησαν και τραυματίστηκαν ή έπεσαν σe μάχες. Κατά την διάρκεια της Επανάστασης καταστράφηκαν πολλοί μικροί οικισμοί από τις επιδρομές των Τούρκων και οι κάτοικοί τους κατέφυγαν σε μεγαλύτερους οικισμούς, τότε αυξήθηκε και ο πληθυσμός του Προδρόμου. Μετά την απελευθέρωση το χωριό έγινε κοινότητα μέχρι το 1836. Από το 1836 ως το 1841,  άνηκε στο Δήμο Μαραθίας (ΦΕΚ παράρτημα 2/1837) μαζί με τα χωριά Χρυσοβίτσα, Σκουρτού, Μαχαιρά, Μπαμπίνη, Παπαδάτου, Μαχαλά και τους οικισμούς Αννίνου, Γαρδί, Μανωλόπουλο και τον οικισμό κοντά στην διαλυμένη Μονή Πόρτας Μπαμπίνης. Το 1838 δήμαρχος Μαραθία ήταν ο Προδρομίτης Γιάννης Γιαννούλης και πάρεδρος του χωριού ο Σωτήριος Καρανίκας. Από το 1841 ως το 1912 το χωριό άνηκε στο Αστακού και από το 1912, με βασιλικό διάταγμα (ΦΕΚ 58, 59/1912) έγινε αυτόνομη κοινότητα όπου παρέμεινε μέχρι πριν οκτώ χρόνια που εντάχτηκε στον διευρυμένο Δήμο Αστακού ως Δημοτικό Διαμέρισμα.

Τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο μετά την Μάχη της Τσαπουρνιάς οι Ιταλοί έκαψαν τα  97 σπίτια του χωριού από τα 150 ολοσχερώς και μερικώς τα 15. Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου είχε σχολείο και τηλεγραφείο.

Η πρώτη μαρτυρία για τον πληθυσμό του Προδρόμου και της Ρούστας είναι του 1521. Στην απογραφή αυτή που έκαναν οι Τούρκοι κατακτητές ο Πρόδρομος είχε 32 οικογένειες και η Ρούστα 12. Το 1562 είχαν 51 και 38 οικογένειες αντίστοιχα. Την εποχή αυτή οι οικισμοί είχαν τον περισσότερο πληθυσμό κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας. Μετά από 80 χρόνια είχαν 28 και 10 οικογένειες αντίστοιχα. Το 1684 13 και 15 αντίστοιχα. Το 1732 ο Πρόδρομος είχε 39 οικογένειες, ενώ η Ρούστα είχε εγκαταλειφθεί. Από τον Πουκεβίλ μαθαίνουμε ότι το 1800 είχε μόνο 10 οικογένειες. Το 1815 αναφέρεται πάλι μόνο ο Πρόδρομος με 15 οικογένειες.

Μεταεπαναστατικά παρουσιάζεται μια σημαντική αύξηση του πληθυσμού. Το 1844 ο Πρόδρομος μαζί με τη Ρούστα, που κατοικήθηκε πάλι, είχε 386 κατοίκους. Το 1879 είχε 357 κατοίκους, το 1889 είχε 444 κατ. 1896 είχε 522 κατ., το 1907 είχε 600 κατ. Στην Απογραφή του 1920 είχε 681 κατοίκους (335 άνδ.-346 γυν.), το 1828 είχε 768 κατοίκους (419 ανδ.-349 γυν.), στην απογραφή του 1940 είχε 767 κατοίκους και την απογραφή του 1971 είχε 469 κατοίκους.

Σ.Ο. – akarnanika.blogspot.com